“Τα θύματα του ναυαγίου ενός πλοίου υπό παναμαϊκή σημαία μπορούν να ασκήσουν ενώπιον των ιταλικών δικαστηρίων αγωγή αποζημιώσεως κατά των ιταλικών οργανισμών που κατέταξαν και πιστοποίησαν το πλοίο αυτό”, έκρινε σήμερα το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην απόφασή του το ΔΕΕ σημειώνει ότι “οι οργανισμοί αυτοί θα μπορούσαν να επικαλεστούν ετεροδικία μόνο στο μέτρο που οι δραστηριότητές τους θα αποτελούσαν έκφραση της δημόσιας εξουσίας του κράτους του Παναμά”.
Συγκεκριμένα το ΔΕΕ έκρινε ότι:
1) “αγωγή αποζημιώσεως, στρεφόμενη κατά νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που ασκούν δραστηριότητα κατάταξης και πιστοποίησης πλοίων για λογαριασμό και κατ’ εξουσιοδότηση τρίτου κράτους, εμπίπτει στις «αστικές και εμπορικές υποθέσεις», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 (στο εξής: κανονισμός Βρυξέλλες Ι) και, κατά συνέπεια, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού, εφόσον η ως άνω δραστηριότητα δεν ασκείται βάσει προνομίων δημόσιας εξουσίας, υπό την έννοια του δικαίου της Ένωσης”.
2) “η περί ετεροδικίας αρχή του εθιμικού διεθνούς δικαίου δεν εμποδίζει την άσκηση, από το επιληφθέν εθνικό δικαστήριο, της προβλεπόμενης από τον εν λόγω κανονισμό διεθνούς δικαιοδοσίας σε διαφορά σχετική με τέτοια αγωγή, σε περίπτωση που το ως άνω δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι οργανισμοί αυτοί δεν άσκησαν προνόμια δημόσιας εξουσίας, κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου”.
Αναλυτικά, το Δικαστήριο υπενθύμισε καταρχάς ότι, “καίτοι ορισμένες διαφορές μεταξύ δημόσιας αρχής και ιδιώτη μπορεί να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού Βρυξέλλες Ι όταν το ένδικο βοήθημα αφορά πράξεις τελούμενες χωρίς χρήση δημόσιας εξουσίας (iure gestionis), δεν ισχύει το ίδιο όταν η δημόσια αρχή ενεργεί στο πλαίσιο της ασκήσεως δημόσιας εξουσίας (iure imperii)”.
Συναφώς, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι “δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι ορισμένες δραστηριότητες ασκήθηκαν κατόπιν εξουσιοδοτήσεως από κράτος: ειδικότερα, το γεγονός και μόνον ότι ορισμένες εξουσίες ανατίθενται με πράξη δημόσιας εξουσίας δεν συνεπάγεται ότι οι εξουσίες αυτές ασκούνται iure imperii”.
“Το ίδιο ισχύει για το γεγονός ότι οι επίμαχες εργασίες πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό και προς το συμφέρον της Δημοκρατίας του Παναμά, δεδομένου ότι το γεγονός της ασκήσεως δραστηριότητας για λογαριασμό του κράτους δεν συνεπάγεται πάντοτε την άσκηση δημόσιας εξουσίας. Εξάλλου, το γεγονός ότι ορισμένες δραστηριότητες έχουν δημόσιο σκοπό δεν συνιστά, αυτό καθαυτό, επαρκές στοιχείο ώστε να χαρακτηριστούν οι δραστηριότητες αυτές ως πραγματοποιούμενες iure imperii. Το Δικαστήριο τόνισε συνεπώς ότι, προκειμένου να κριθεί αν οι επίμαχες στην κύρια δίκη εργασίες πραγματοποιήθηκαν κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας, το κρίσιμο κριτήριο είναι η άσκηση εξουσιών υπέρμετρων σε σύγκριση με τους εφαρμοζόμενους στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών κανόνες”, έκρινε το ΔΕΕ.
Σύμφωνα με το ΔΕΕ, “το γεγονός ότι, κατόπιν της ανάκλησης ενός πιστοποιητικού, ένα πλοίο δεν μπορεί πλέον να πλεύσει οφείλεται στην κύρωση η οποία επιβάλλεται από τον νόμο”.
Δεύτερον, το Δικαστήριο εξέτασε την τυχόν επιρροή, σε σχέση με τη δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού Βρυξέλλες Ι, της ένστασης που αντλείται από την περί ετεροδικίας αρχή του εθιμικού διεθνούς δικαίου.
Το Δικαστήριο επισήμανε ότι έχει κρίνει ότι, κατά την τρέχουσα διεθνή πρακτική, το προνόμιο της ετεροδικίας των κρατών δεν έχει απόλυτη αξία, αλλά αναγνωρίζεται γενικώς όταν η διαφορά αφορά πράξεις εθνικής κυριαρχίας τελούμενες iure imperii.
Αντιθέτως, η ετεροδικία μπορεί να αποκλειστεί αν το ένδικο βοήθημα αφορά πράξεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στην άσκηση δημόσιας εξουσίας.
Δεν αναγνωρίζεται γενικώς ετεροδικία σε οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, όπως οι εταιρίες Rina, όσον αφορά τις εργασίες κατάταξης και πιστοποίησης των πλοίων, όταν οι εργασίες αυτές δεν έχουν πραγματοποιηθεί iure imperii κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω αρχή δεν εμποδίζει την εφαρμογή του κανονισμού Βρυξέλλες Ι σε διαφορά όπως αυτή της κύριας δίκης, σε περίπτωση που το επιληφθέν δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι επίμαχοι οργανισμοί κατάταξης και πιστοποίησης δεν άσκησαν προνόμια δημόσιας εξουσίας, κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου.
Πηγή: ΚΥΠΕ