Ο δικηγόρος Μιχάλης Βορκάς, υποψήφιος Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας, σε συνέντευξή του στη ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, δηλώνει έτοιμος μαζί με την ομάδα του, να δώσει λύσεις στα προβλήματα που ταλαιπωρούν τον δικηγορικό κόσμο, ούτως ώστε να επέλθει η επόμενη μέρα. Παρουσιάζει τα βασικότερα προβλήματα που βιώνουν στην καθημερινότητα τους οι δικηγόροι, ιδίως όταν επισκέπτονται τα κτήρια των δικαστηρίων της Λευκωσίας και τονίζει πως η περίοδος της ανοχής έχει εκλείψει. Για τον ίδιο η δικαιοσύνη, δεν μπορεί να αντέξει άλλους ερασιτεχνισμούς και πειράματα, γι’ αυτό και η μεταρρύθμιση θα πρέπει να ολοκληρωθεί. Όπως υποστηρίζει, δεν χρειάζονται όλες αυτές οι νομοθετικές και συνταγματικές αλλαγές που προωθούνται και οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν είναι κυρίως δικονομικού και οργανωτικού χαρακτήρα. Τέλος, αναφέρεται μεταξύ άλλων και στην κρίση που υπάρχει στο επάγγελμα λόγω της υπερπληθώρας και προτείνει άμεσες και απλές λύσεις.
Διαβάστε αυτούσια τη συνέντευξη :
Θα θέλαμε αρχικά να αναφερθείτε σε ορισμένα βιογραφικά στοιχεία.
Γεννήθηκα στο χωριό Μαθιάτης της επαρχίας Λευκωσίας και αποφοίτησα από το Παγκύπριο Γυμνάσιο το 1981. Αφού περάτωσα τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις στις Ειδικές Δυνάμεις Καταδρομών ξεκίνησα τις σπουδές μου στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισα με μεταπτυχιακό στο Queen Mary College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Από το 1992 είμαι εγγεγραμμένος δικηγόρος στο Δικηγορικό Σύλλογο Λευκωσίας. Μετά από 10 παραγωγικά χρόνια άσκησης της δικηγορίας στο δικηγορικό γραφείο Πολλάκης Σαρρής & Σια ξεκίνησα το δικό μου δικηγορικό γραφείο.
Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με τη Νομική και με ποιο τομέα υποθέσεων ασχοληθήκατε περισσότερο;
Η νομική ήταν μια επιλογή μου κατόπιν παροτρύνσεων των καθηγητών μου για την οποία είχα την στήριξη και των γονιών μου. Κατάγομαι από μία γεωργική οικογένεια, μια οικογένεια με αρχές και αξίες όπου οι λέξεις εντιμότητα και αξιοπρέπεια ήταν απόλυτα ταυτισμένες με τη φύση της οικογένειάς μου. Βρέθηκα στην Αθήνα χωρίς πολλές προσδοκίες. Τελείωσα τη Νομική στα τέσσερα χρόνια των σπουδών μου και εργαζόμουν παράλληλα κυρίως ως γκαρσόνι. Αφού κατάφερα να ολοκληρώσω τις σπουδές μου χωρίς καθυστέρηση επιστρέφοντας από το Λονδίνο και έχοντας πλέον τα προσόντα με μεταπτυχιακό στο ναυτικό δίκαιο εγγράφηκα στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και προσλήφθηκα στο Τμήμα Απαιτήσεων μεγάλης ναυτιλιακής εταιρείας στον Πειραιά. Η αγάπη μου όμως για την νομική και το ελεύθερο επάγγελμα με οδήγησε με την πρώτη ευκαιρία να επιστρέψω στην Κύπρο και να αφιερωθώ στη μαχόμενη δικηγορία. Παρά το ότι αρχικά ασχολήθηκα με όλο το φάσμα της μαχόμενης δικηγορίας, στην πορεία επέλεξα να δώσω περισσότερο βάρος στο τομέα των αστικών υποθέσεων. Είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό κυρίως με υποθέσεις συμβατικών διαφορών, ναυτικής φύσεως αλλά και υποθέσεις λιβέλλου στις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο για πρώτη φορά καθιέρωσε τις ισχύουσες νομολογιακές αρχές. Αυτό προέκυψε κατά κύριο λόγο επειδή μέλημα μου ήταν η προάσπιση των δικαιωμάτων των πελατών μου, γι’ αυτό ήμουν πάντοτε διεκδικητικός και παράλληλα σεβόμενος όλους τους Θεσμούς και Λειτουργούς της Δικαιοσύνης. Παράλληλα, συνέχισα να παρέχω νομικές συμβουλές τόσο σε Κύπριους όσο και σε ξένους πελάτες ως επίσης να λαμβάνω μέρος σε υποθέσεις Διαιτησίας τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό.
Ποιοι λόγοι συνέβαλαν στο να διεκδικήσετε την Προεδρία του Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας;
Πάντοτε νοιαζόμουν και επεδείκνυα ενδιαφέρον για τα κοινά χωρίς όμως αχρείαστες τυμπανοκρουσίες και ενέργειες εντυπωσιασμού. Σήμερα τα πράγματα έφτασαν στο απροχώρητο. Για μένα δεν υπάρχει επόμενη μέρα αν δεν υπάρξουν λύσεις. Θεωρώ τον εαυτό μου ικανό μαζί με την ομάδα των συναδέλφων που επέλεξα και με επέλεξαν και που αποτελούν τον συνδυασμό μου, να δουλέψουμε όλοι μαζί για να σταματήσει ο κατήφορος. Αυτό θα συμβεί μόνο με την αναβάθμιση του ρόλου του Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας. Για να εισακούγεται η φωνή των δικηγόρων της Λευκωσίας, του μεγαλύτερου Δικηγορικού Συλλόγου της Κύπρου, θα πρέπει ο Σύλλογος να φτάσει στα επίπεδα που του αρμόζουν. Η μακροχρόνια παρουσία μου και άριστη συνεργασία μου με την συντριπτική πλειοψηφία του δικηγορικού κόσμου της Λευκωσίας με οδήγησαν στην διεκδίκηση της Προεδρίας και μου επιτρέπουν να πιστεύω με αισιοδοξία πως οι προσπάθειες μου αλλά και των συναδέλφων μου, θα στεφθούν με επιτυχία.
Ποια είναι τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δικηγόροι στα Δικαστήρια της Λευκωσίας και πως μπορούν να αντιμετωπιστούν;
Καθημερινά και για χρόνια ζούμε και αντιμετωπίζουμε σωρεία προβλημάτων που με λύπη μας γίνονται χρόνο με το χρόνο μεγαλύτερα και πιο έντονα. Στο επόμενο χρονικό διάστημα μαζί με τους συναδέλφους που στηρίζουν την προσπάθεια μου, θα δημοσιοποιήσουμε με λεπτομερή τρόπο τις διαπιστώσεις μας για ένα προς ένα τα συγκεκριμένα ζητήματα καθώς και τις λύσεις που προτείνουμε σε αυτά οι οποίες αντιστοιχούν στις προσδοκίες του καθενός μας χωρίς εκπτώσεις ούτως ώστε, αν μη τι άλλο, το επίπεδο μας να καταστεί ισοδύναμό με αυτό που χαρακτηρίζει τις προηγμένες σε αυτό τον τομέα χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι πέραν των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο δικηγορικός κόσμος της Κύπρου στο σύνολο του, η Λευκωσία ευρίσκεται στο χειρότερο σημείο.
Οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα στα δικαστήρια της πρωτεύουσας μπορούν να χαρακτηριστούν κατά την άποψη μου ως τραγικές. Προσωπικά μου προκαλούν αισθήματα ντροπής.
Δεν απαιτείται κοσμογονία για να αποκτήσει η Λευκωσία επιτέλους αξιοπρεπείς εγκαταστάσεις, γραφεία και αίθουσες δικαστών που να αρμόζουν στο Θεσμό, βιβλιοθήκες και αίθουσες συνεδριάσεων των δικαστών, αίθουσες δικηγόρου-πελάτη, πλήρως εξοπλισμένες με όλα τα σύγχρονα μέσα που υπάρχουν (βλ. έστω WiFi!) και που συναντάς ακόμα και σε τριτοκοσμικές κατά τα άλλα χώρες. Δεν νομίζω πως υπάρχει συνάδελφος που να αποδέχεται ή να θεωρεί ικανοποιητικά τα όσα καθημερινά βιώνουν οι δικηγόροι και οι δικαστές της Λευκωσίας αλλά και οι συνάδελφοι από άλλες πόλεις που επισκέπτονται τα δικαστήρια μας.
Η λύση για μένα δεν είναι να συνεχίσει να στεγάζεται η δικαιοσύνη σε διάσπαρτα, μισογκρεμισμένα και επικίνδυνα κτίρια της αποικιοκρατίας με στέγες και παράθυρα που μπάζουν νερά και πατώματα που τρίζουν ξοδεύοντας εκατομμύρια με σκοπό την δήθεν επισκευή τους, αντί την ανέγερση ενός νέου ενιαίου σύγχρονου δικαστικού μεγάρου σε περιοχή μάλιστα της Λευκωσίας που θα συγκεντρώνει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για εξυπηρέτηση δικηγόρων, δικαστών και πολιτών ανά το παγκύπριο.
Πιστεύω πως μαζί με την επίλυση του κτιριακού προβλήματος θα επέλθουν λύσεις και στα προβλήματα της καθημερινότητας που έχουν να κάνουν με τους χώρους στάθμευσης και υγιεινής, την εξυπηρέτηση δικηγόρων και διαδίκων από τα Πρωτοκολλητεία, την ακαταλληλότητα των αποθηκευτικών χώρων, κτλ. Δεν θα ήθελα να ξαναβρεθώ στην δύσκολη θέση να αντικρύσω Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας να σταματά την διεξαγωγή της δίκης και από την έδρα να καλεί καθαρίστρια να προσέλθει στην αίθουσα με κουβά και σκούπα για να μαζέψει τα νερά από τα πόδια μάρτυρα ιατρού από το Λονδίνο τα οποία εισέρχονταν από τα σαπισμένα παράθυρα και την οροφή του κεντρικού κτιρίου. Ούτε θα ήθελα ξανά να δω δικαστή στην έδρα να προσπαθεί με αμηχανία να δικαιολογήσει μπροστά σε αλλοδαπούς διαδίκους που ήλθαν στην Κύπρο από το εξωτερικό το γεγονός της απώλειας του φακέλου της υπόθεσης τους.
Δεν πιστεύω πως διαφωνεί ο οποιοσδήποτε ότι είναι επιεικώς δυσάρεστη η κατάσταση στην οποία οδηγείται ο κλάδος μας και ευρύτερα οι πολίτες ένεκα της καθυστέρησης στην εκδίκαση των υποθέσεων, της ανυπαρξίας μέτρων εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων ακόμα και το γεγονός πως για να καταστεί δυνατός ο υπολογισμός των δικηγορικών εξόδων απαιτούνται στις πλείστες περιπτώσεις κάποιοι μήνες, ίσως και περισσότερο.
Αυτά τα καθημερινά προβλήματα δεν μπορούσαν να επιλυθούν όλα αυτά τα χρόνια;
Από πλευράς μου δεν θα υπάρξει καμία ανοχή στην συνέχιση τους.
Θα πρέπει ο ίδιος ο Δικηγορικός Σύλλογος Λευκωσίας να καταστήσει σαφές πως η περίοδος της ανοχής έχει προ πολλού εκλείψει και πως οι αρμόδιοι κυβερνητικοί και άλλοι φορείς οφείλουν άμεσα να λύσουν το πρόβλημα για να πάψει να καθίσταται αντικείμενο αρνητικού σχολιασμού όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και διεθνώς η κυπριακή δικαιοσύνη για τα μέσα που διαθέτει.
«Τα μέτρα που ελήφθησαν τα τελευταία χρόνια οδήγησαν και οδηγούν τον κλάδο μας σε μαρασμό και στην αδυναμία μεγάλης μερίδας πολιτών να προσφύγουν στην δικαιοσύνη». Ποιαείναι τα μέτρα στα οποία αναφέρεστε και τι μπορείτε να κάνετε από τη θέση του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας, ώστε να αποφευχθεί περαιτέρω μαρασμός του κλάδου;
Ο αριθμός των δικηγόρων αυξάνεται, ενώ η δικηγορική ύλη μειώνεται. Εκατοντάδες νέοι συνάδελφοι εισέρχονται κάθε χρόνο στο επάγγελμα με αβέβαιο το μέλλον τους και με το ανάλογο αρνητικό αντίκτυπο, όχι μόνο στην καριέρα τους αλλά και στις ίδιες τις οικογένειες τους και την κοινωνία αντίστοιχα. Παλαιότερα το πτυχίο της νομικής εθεωρείτο εχέγγυο για ένα λαμπρό μέλλον. H νομική επιστήμη -κάθε άλλο μάλιστα- δεν έχει χάσει την αίγλη της, το επάγγελμα του δικηγόρου όμως σίγουρα περνάει κρίση, αφού θεωρείται κορεσμένο, οι ίδιοι οι δικηγόροι μιλούν για «υπερπληθώρα» στον κλάδο τους. Δεν υπάρχουν καλές συνθήκες. Ακόμα και για έναν καλό δικηγόρο, οι συνθήκες είναι εξαιρετικά δύσκολες άρα θα είναι και πολύ πιο δύσκολο να αναδειχθεί σε έναν καλό επαγγελματία και να αμειφθεί ικανοποιητικά για αυτό. Οι εύκολες υποθέσεις από τις οποίες μπορούσε κάποιος να κερδίσει μια ικανοποιητική αμοιβή, δεν υπάρχουν πια. Η καθυστέρηση δε στην εκδίκαση των υποθέσεων σε όλους τους βαθμούς σε συνάρτηση με την αδυναμία εκτέλεσης αποτελούν τροχοπέδη. Για αυτό πιστεύω πως θα πρέπει να γίνουν ριζοσπαστικές αλλαγές ούτως ώστε να αυξηθεί ο όγκος της δικηγορίας και κατ’ επέκταση τα εισοδήματα των δικηγόρων. Κάποιες υπηρεσίες τις οποίες παραδοσιακά παρείχαν δικηγόροι, δεν τις παρέχουμε πια. Για παράδειγμα, οι εταιρικές διοικητικές υπηρεσίες πλέον παρέχονται και από μη-δικηγορικά γραφεία, κτηματικής φύσεως νομικές υπηρεσίες πλέον παρέχονται από κτηματομεσίτες και ακόμη και από εργολάβους οι οποίοι χρησιμοποιούν δικά τους συμβόλαια, τραπεζικές διαφορές πλέον οδηγούνται σε πρώην τραπεζικούς υπαλλήλους προς επίλυση, κοκ. Οι δικηγόροι πρέπει να εξασφαλίσουν κάποιες ελάχιστες αμοιβές. Ενδεικτικά, θα μπορούσε για κάθε σύναψη αγοραπωλησίας ακίνητης ιδιοκτησίας, μετοχών ή και άλλων χρηματοοικονομικών και τραπεζικών συμβάσεων να αποτελεί προαπαιτούμενο πως η ετοιμασία των εγγράφων έχει αποδεδειγμένα γίνει με την συμμετοχή δικηγόρου. Ίσως να έφτασε η ώρα που η συμμετοχή δικηγόρου στην σύναψη τέτοιων συμβάσεων να προϋποθέτει την προκαταβολή παράβολου στον Τοπικό Δικηγορικό Σύλλογο, μέρος του οποίου να διανέμεται ισόποσα στους νέους τουλάχιστον, αν όχι σε όλους τους Δικηγόρους τους Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας. Δεν περιποιεί τιμή σε κανένα από εμάς, συνάδελφοι να λαμβάνουν μηνιαίο εισόδημα κατώτερο των χιλίων Ευρώ.
Περαιτέρω, οι πλείστοι επαγγελματικοί κλάδοι περηφανεύονται για τη δημιουργία από αυτούς Ταμείου Ευημερίας των Μελών τους, τα οποία τους προσδίδουν διάφορα οφέλη τόσο στους ιδίους όσο και στις οικογένειες τους. Θα ήταν αδύνατο να συμβεί το ίδιο και στην περίπτωση μας;
Στην ψηφιακή εποχή στην οποία ζούμε δεν επιτρέπεται το σώμα το οποίο εκπροσωπεί τους δικηγόρους της Λευκωσίας να μην διαθέτει σύγχρονη και εύχρηστη διαδικτυακή πλατφόρμα στην οποία θα διαθέτουν δικαίωμα πρόσβασης μόνο τα εγγεγραμμένα μέλη του Συλλόγου και διά της οποίας θα ενημερώνονται για τα συναφή ζητήματα που τους αφορούν, τη δράση του Συλλόγου, να υπάρχει δυνατότητα παράθεσης απόψεων, πρόσβαση σε νομικά συγγράμματα και ακόμη δυνατότητα κατάθεσης ανωνύμων ή επωνύμων παραπόνων των οποίων δύναται να επιληφθεί ο Σύλλογος.
Με ποιο τρόπο ο Δικηγορικός Σύλλογος Λευκωσίας θα ενισχύσει τη συμμετοχή του στις αποφάσεις που λαμβάνονται για το έργο της μεταρρύθμισης;
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Λευκωσίας έχει σήμερα τα περισσότερα μέλη ανά το παγκύπριο πλην όμως εκπροσωπείται το ίδιο με τους υπόλοιπους συλλόγους στον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο. Αυτό το θεωρώ ανεπίτρεπτο και αντιδημοκρατικό. Συνεπώς πέραν του ότι θα πρέπει να υπάρξει ανάλογη εκπροσώπηση στον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο, παράλληλα θεωρώ πως θα πρέπει σε κάποιους τομείς να αυξηθεί η αυτονομία των τοπικών συλλόγων με στόχο την άμεση εξυπηρέτηση των μελών τους. Όσον δε αφορά τις μεταρρυθμίσεις στην δικαιοσύνη πιστεύω ότι έπρεπε να είχαν γίνει προ πολλών ετών. Η απουσία τους οδήγησε στην σημερινή κατάντια που βασανίζει δικαστές, εκθέτει δικηγόρους και ταλαιπωρεί διαδίκους. Κατά συνέπεια άμεσα θα πρέπει να εφαρμοσθεί η μεταρρύθμιση αφού όμως φέρει και την σφραγίδα των ιδίων των δικηγόρων. Μια μεταρρύθμιση η οποία δεν θα είναι σπασμωδική, αλλά το προϊόν μιας άριστα μελετημένης αλλαγής, εφαρμόσιμης, βιώσιμης, χωρίς κενά, που θα αντέξει στο χρόνο, στις προκλήσεις και στα ψηλά επίπεδα που επιδιώκουμε για την κυπριακή δικαιοσύνη. Δεν χωρούν πειραματισμοί εδώ που φτάσαμε. Περαιτέρω όμως, πρέπει να μας προβληματίσει πέραν όλων των υπολοίπων που εμπεριέχει η περιβόητη μεταρρύθμιση και το τι θα επακολουθήσει σε σχέση με τα έσοδα των Τοπικών Συλλόγων από την κατάργηση επικόλλησης των χαρτοσήμων (χωρίς για κανένα λόγο να σημαίνει τούτο πως διαφωνούμε στην ψηφιοποίηση της εν θέματι διαδικασίας) τα οποία θα απωλέσουν τη στιγμή που η προμήθεια που λαμβάνεται αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος αυτών.
Εσείς συμφωνείτε με τις μέχρι στιγμής αλλαγές που προωθούνται για το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης;
Χωρίς να εισέρχομαι σε λεπτομέρειες επί των αλλαγών πιστεύω πως ναι μεν αυτές είναι απαραίτητες, πέραν τούτου όμως, θα πρέπει να υπάρξει περισσότερη μελέτη και προβληματισμός πριν την εφαρμογή τους με γνώμονα πάντα τα επακόλουθα τους στην κυπριακή πραγματικότητα. Η δικαιοσύνη δεν μπορεί να ανεχθεί και να αντέξει άλλους ερασιτεχνισμούς και πειράματα. Σκοπός όλων πρέπει να είναι η οικοδόμηση στερεών βάσεων επί των οποίων αυτή να λειτουργεί και να απονέμεται ορθά εμπνέοντας εμπιστοσύνη σε Κύπριους και αλλοδαπούς διαδίκους συμβάλλοντας έτσι, μεταξύ άλλων, στην προσέλκυση επενδύσεων και στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου.
Δεν προσδίδει εμπιστοσύνη ούτε αποτελεί δικαιοσύνη για παράδειγμα η ολοκλήρωση της διαδικασίας εκδίκασης μιας αίτησης για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων σε 1 ή ακόμα και 2 έτη από την ημερομηνία καταχώρησης της. Η δε έφεση για το ίδιο ζήτημα να μην εκδικάζεται ίσως ποτέ. Δεν θεωρώ πως δικαιολογείται ο ορισμός οποιασδήποτε αγωγής για ακρόαση σε ημερομηνίες που δεν είναι βέβαιο ότι η δίκη θα ξεκινήσει. Ούτε θεωρώ δικαιολογημένο τον ανεπίτρεπτο χειρισμό των δικηγόρων από τους δικαστές όταν οι υποθέσεις τους ορίζονται σε συγκεκριμένη ημερομηνία ώρα, εντούτοις το ίδιο δικαστήριο αγνοώντας τις προηγούμενες οδηγίες του να μην επιλαμβάνεται την υπόθεση στην καθορισθείσα ημέρα και ώρα, οι δε δικηγόροι και διάδικοι να αναμένουν για ώρες στο Δικαστήριο το πότε θα αποφασίσει ο δικαστής να επιληφθεί της υπόθεση τους. Ούτε είναι δυνατό για να εκδικαστεί και να αποφασισθεί μια ενδιάμεση αίτηση για τροποποίηση δικογράφου ή για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης να απαιτούνται μήνες για να καταλήξει το Δικαστήριο στην απόφαση του. Τέλος, για απάβλυνση της καθυστέρησης στην ετοιμασία διαταγμάτων και αποφάσεων θεωρώ σωστή τη συμμετοχής σε τούτος της ιδίας της γραμματέως κάθε Δικαστού ενόσω ακόμα ο φάκελος παραμένεις το γραφείο της.
Τα πιο πάνω δεν απαιτούν νομοθετική ρύθμιση. Πρόκειται για δικονομικές μεταρρυθμίσεις που θα επιφέρουν πραγματικές αλλαγές στην καθημερινότητα και στην νοοτροπία δικαστών και δικηγόρων. Πιστεύω ότι εν τέλει οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται είναι κατά κύριο λόγο δικονομικού, δομικού και οργανωτικού χαρακτήρα. Και ως τέτοιες δεν απαιτούν πάντα και εξ ορισμού μεγάλο κόστος ή μεγάλης κλίμακας νομοθετικές μεταβολές ή, πόσο μάλλον, αναθεώρηση συνταγματικών διατάξεων. Διέπονται, όμως, σε κάθε περίπτωση από κοινή λογική και πρακτικό πνεύμα. Το Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει λοιπόν να φανεί αντάξιο των περιστάσεων και να προβεί σε αυτές τις αλλαγές με την στήριξη του δικηγορικού κόσμου του οποίου οι θέσεις θα πρέπει να εισακουστούν έστω και την υστάτη. Με αυτό τον τρόπο τα πράγματα θα οδηγηθούν προς το καλύτερο, η μεν ένταση που δημιουργείται θα εξομαλυνθεί ενώ η δε διαφαινόμενη σύγκρουση θα αποφευχθεί.
Πιστεύω πως οι χειρισμοί που έγιναν από το Ανώτατο Δικαστήριο εν μέσω της πανδημίας όπως για παράδειγμα η αποφυγή πρώτων εμφανίσεων με την αποστολή των οδηγιών μέσω email έδειξαν πως τέτοιου είδους μεταρρυθμιστικές προτάσεις που είναι «χαμηλού προφίλ» μπορούν να υλοποιηθούν σε μεγάλο βαθμό χωρίς υπέρογκο δημοσιονομικό κόστος και χωρίς συνταγματική αναθεώρηση.
Θεωρείτε πως οι Τοπικοί Δικηγορικοί Σύλλογοι θα πρέπει να αναπτύξουν πιο ισχυρούς δεσμούς συνεργασίας μεταξύ τους; Πως μπορεί να επιτευχθεί αυτό;
Απαιτείται οι Κύπριοι δικηγόροι να αντιμετωπίζονται ισότιμα ασχέτως σε ποιο τοπικό δικηγορικό σύλλογο είναι εγγεγραμμένοι. Πιστεύω πως είναι απαραίτητο οι τοπικοί δικηγορικοί σύλλογοι να συνεργάζονται μεταξύ τους. Για να γίνει τούτο δυνατό απαιτείται διάλογος, συντονισμός, συνεργασία, τακτικές επαφές και ανταλλαγή απόψεων. Χωρίς να παραγνωρίζεται ο ρόλος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, θεωρώ πως θα πρέπει να υπάρξει περισσότερη πρωτοβουλία και συνεργασία μεταξύ των Τοπικών Συλλόγων και των Συμβουλίων τους.
Με ποιο τρόπο μπορούν οι Τοπικοί Δικηγορικοί Σύλλογοι να συμβάλουν στην εφαρμογή της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης στα δικαστήρια αλλά και στην εκπαίδευση των δικηγόρων γενικότερα;
Είναι ευχάριστο το γεγονός ότι έστω και καθυστερημένα διαφαίνεται πως η ηλεκτρονική δικαιοσύνη θα αρχίσει να εφαρμόζεται. Τα πλεονεκτήματα είναι δεδομένα. Σίγουρα κάθε αλλαγή δημιουργεί και προβλήματα μέχρι την αφομοίωση της. Σε αυτά συγκαταλέγονται και τυχόν αδυναμίες που θα προκύψουν κυρίως σε συναδέλφους οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν είναι άρτια τεχνολογικά καταρτισμένοι. Αυτούς οφείλουμε να τους προστατέψουμε. Τόσο για αυτούς όσο και για τους δικαστές αλλά και για τους υπαλλήλους του δικαστηρίου θα πρέπει να υπάρξει ανάλογη στήριξη. Ευελπιστώ πως μετά από σχεδόν τριάντα χρόνια άσκησης της δικηγορίας δεν θα χρειάζεται να ξαναδώ δικηγόρους να επικολλούν χαρτόσημα και δικηγορόσημα, ούτε να περιμένουν στην ουρά για να καταθέσουν δικόγραφα, ταυτόχρονα δε να αναγκάζονται να σφραγίζουν για ώρες πιστά αντίγραφα αιτήσεων.