Το παρόν άρθρο εντάσσεται στη σειρά άρθρων με γενικό τίτλο: Η Μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης. Υπήρξε πάντοτε η θέση μου ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα στην εφαρμογή της δικαιοσύνης στην Κύπρο δεν αφορά στη θεσμική δομή της δικαιοσύνης, αλλά στις πρακτικές και νοοτροπίες που έχουν υιοθετηθεί από τους δρώντες. Συζητώντας για μεταρρύθμιση επομένως, ο διάλογος πρέπει να ξεκινήσει από την αλλαγή αυτών των πρακτικών και νοοτροπιών, παράλληλα προς την μεταρρύθμιση των θεσμών.
Ξεκινώ τη σειρά αυτή με ένα πάγιο πρόβλημα: συμβαίνει συχνά το φαινόμενο, όταν γίνεται ένα συμβάν, αμφότερα τα πρόσωπα που συμμετείχαν σε αυτό να προβαίνουν σε καταγγελία στην αστυνομία. Και η αστυνομία να καταχωρεί δύο ποινικές διώξεις: στην πρώτη να είναι παραπονούμενος ο ένας καταγγέλλων και κατηγορούμενος ο άλλος, και στη δεύτερη το αντίστροφο. Σε μια περίπτωση, για παράδειγμα, κατ’ ισχυρισμό ύβρεως στην οποία οι συμμετέχοντες ισχυρίζονται διαφορετικά γεγονότα και ο ένας κατηγορεί τον άλλο ότι τον ύβρισε, η αστυνομία αξιοποιεί τον ένα καταγγέλλοντα ως μάρτυρα στην πρώτη ποινική δίκη κατά του άλλου που είναι κατηγορούμενος, ενώ στη δεύτερη ποινική δίκη αξιοποιεί τον κατηγορούμενο της πρώτης ως καταγγέλλοντα και κατηγορεί τον καταγγέλλοντα της πρώτης δίκης. Το δικαστήριο μπορεί να τους αθωώσει αμφότερους, να θεωρήσει ότι αμφότεροι είναι ένοχοι ή και να κρίνει τον ένα ένοχο και τον άλλο αθώο.
Η πιο πάνω πρακτική είναι προφανώς εσφαλμένη. Ο σκοπός της ποινικής ανάκρισης είναι να αποφασίζεται πότε πρέπει μια υπόθεση να οδηγηθεί στο δικαστήριο και πότε όχι. Η απόφαση για ποινική δίωξη δεν μπορεί να γίνεται επιπόλαια, αλλά να στηρίζεται στη θεμελιώδη αρχή ότι η κατηγορούσα αρχή καλείται να αποδείξει την υπόθεσή της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Αν η ίδια η κατηγορούσα αρχή θεωρεί τον κατηγορούμενό ως παραπονούμενο σε άλλη δίκη για τα ίδια γεγονότα, στην οποία προβάλλεται διαφορετική εκδοχή επί των γεγονότων, τότε δεν εκπληρώνει τον ρόλο της. Η κατηγορούσα αρχή πρέπει να έχει καταλήξει ότι δικαιολογείται η ποινική δίωξη του κατηγορουμένου, προτού αποφασίσει να παραπέμψει μια υπόθεση στο δικαστήριο. Διαφορετικά δαπανάται άσκοπα δικαστικός χρόνος, παραβιάζονται τα δικαιώματα των κατηγορουμένων και γελοιοποιείται το σύστημα απονομής δικαιοσύνης.
Απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας. Έχω ενημερωθεί ότι η νέα ηγεσία της Γενικής Εισαγγελίας έχει ξεκινήσει να εφαρμόζει πρακτική τερματισμού του διαχρονικού αυτού φαινομένου. Ελπίδα είναι ότι θα υλοποιηθεί το συντομότερο.