Έχουμε αναφερθεί εκτενώς για τα ζητήματα της ιατρικής αμέλειας και ευθύνης με παραπομπή στην σχετική νομολογία ([2003] 1 ΑΑΔ 1426). Πρωτίστως, σε προηγούμενα άρθρα εξήγησα τις βασικές έννοιες, διαχωρίσαμε την έννοια της αμέλειας από την ευθύνη και αναλύσαμε τα ηθικά ζητήματα και τα ζητήματα ιατρικής δεοντολογίας. Χαρακτηριστική στην νομολογία είναι η Βαριάνου Vs. Βορκά (2010) 1 ΑΑΔ 1541, στην οποία αναλύεται το πλαίσιο της ιατρικής αμέλειας. Βέβαια, είναι πολλά εκείνα τα ερωτήματα και θέματα που προκύπτουν όσον αφορά τα παράπλευρα – και πολλές φορές παραϊατρικά – ζητήματα. Μερικά από τα ζητήματα αυτά, που πολλές φορές τα συναντάμε ως ζητήματα «νοσηλευτικής ευθύνης» ή «παραϊατρικής ευθύνης» είναι τα τέσσερα κάτωθι:
(α) Αναποτελεσματική επικοινωνία με ιατρό ή συνάδελφο: Ένα από τα σημεία που θα πρέπει να δοθεί έμφαση σε περίπτωση νομικής προσφυγής είναι το επίπεδο επικοινωνίας μεταξύ του νοσηλευτή με τον ιατρό που παρακολουθεί τον ασθενή ή το επίπεδο επικοινωνίας με τον συνάδελφό του, για παράδειγμα με τον συνάδελφο της επόμενης βάρδιας. Η επικοινωνία μπορεί να καταδείξει τον βαθμό συνεννόησης και άρα και τον βαθμό της ευθύνης ως προς το ζήτημα τήρησης πρωτοκόλλου και κανόνων δεοντολογίας αλλά και προτύπων (Huang, H. M., Sun, F. K., & Lien, Y. F., 2015).
(β) Μη παρακολούθηση της κατάστασης ενός ασθενούς: Η μη παρακολούθηση ή η μη έγκαιρη παρακολούθηση της κατάστασης ενός ασθενούς από το νοσηλευτικό προσωπικό επίσης είναι ένα ζήτημα που συχνά συναντάμε τόσο στην νομολογία όσο και στην διεθνή βιβλιογραφία (Lee, N. G., 2000). Για παράδειγμα, αν ανατρέξουμε στον νόμο περί Στεγών για Ηλικιωμένους και Αναπήρους Νόμο του 1991 και 1994, ως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, θα δούμε ότι η παρακολούθηση του ατόμου που χρήζει βοήθειας είναι ένα από τα πιο βασικά αντικείμενα της νοσηλευτικής φροντίδας. Ένα από τα σημεία του νόμου, για παράδειγμα, είναι η υποχρέωση της στέγης να παρέχει σύστημα κλήσης στα κρεβάτια για άμεση βοήθεια.
(γ) Αδυναμία έγκαιρης παρέμβασης σε μία κρίσιμη περίσταση: Το πιο πάνω σημείο που θίξαμε συνδέεται με την αδυναμία έγκαιρης παρέμβασης σε μια κρίσιμη περίσταση. Το συστατικό στοιχείο της έγκαιρης παρέμβασης το συναντάμε συχνά στην νομολογία και είναι καθοριστικό για την έκβαση τέτοιων υποθέσεων (Greenlaw, J., 1984).
(δ) Φαρμακευτικές βλάβες (λάθος δόση, φάρμακο ή ασθενής): Η φαρμακευτική διάσταση του ευρύτερου ιατρικού δικαίου (συχνά το συναντάμε και ως φαρμακευτικό δίκαιο) συνιστά ένα πλέγμα νομοθετικών διατάξεων, ρυθμίσεων και κανονιστικών διοικητικών πράξεων που διέπουν το χώρο του φαρμάκου και άρα οι ευθύνες που προκύπτουν εστιάζονται μέσα σε αυτό το πλέγμα. Είναι ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο που είναι σημαντικό να υπάρχει ο πλήρης ιατρικός φάκελος του ασθενούς με πλήρη αναφορά σε φάρμακα και δόσεις, ακριβώς διότι αποτελεί σημαντικό συστατικό στοιχεία στην διαδικασία της απόδειξης (Dukes, M. N. G., 2005).
————————————-
Dukes, M. N. G. (2005). The law and ethics of the pharmaceutical industry. Elsevier.
Greenlaw, J. (1984). Nursing Negligence in the Hospital Emergency Department. Law, Medicine and Health Care, 12(3), 118-132.
Huang, H. M., Sun, F. K., & Lien, Y. F. (2015). Nurse Practitioners, medical negligence and crime: A case study. source: Clinical Nursing Studies, 3(4), 21-28.
Lee, N. G. (2000). Proving nursing negligence. AJN The American Journal of Nursing, 100(11), 55-56.