Πρόσφατα μου ζητήθηκε από την πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ίσων Ευκαιριών μεταξύ Ανδρών και Γυναικών, να καταθέσω τις απόψεις μου αναφορικά με ζητήματα που προκύπτουν από τη νομική υποχρέωση για μη αποκάλυψη της ταυτότητας των δοτών σπέρματος, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του περί της Εφαρμογής της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής Νόμου, και ανταποκρίθηκα σε αυτήν την πρόσκληση με σχετική επιστολή ημερ.10/3/2023.
Πληροφοριακά αναφέρω ότι, στο παρελθόν κατατέθηκαν στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Υγείας διάφορα Υπομνήματα εκ μέρους του Γραφείου μου, τα οποία αφορούσαν άλλες πτυχές του περί της Εφαρμογής της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής Νόμου. Εντούτοις, το θέμα της άρσης της ανωνυμίας του δότη δεν φαίνεται να έχει ρυθμιστεί ικανοποιητικά σε εθνικό επίπεδο, ούτε φαίνεται να υπάρχει ενιαία πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο και σύνθετο ζήτημα που αφορά την εξισορρόπηση δικαιωμάτων όλων των εμπλεκόμενων μερών.
Με βάση τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, είναι καθοριστικής σημασίας το δικαίωμα του παιδιού να γνωρίζει τους γονείς του (Άρθρο 7), την ταυτότητα του, την ιθαγένεια και το σύνολο των οικογενειακών του σχέσεων (Άρθρο 8). Συναφή με το υπό συζήτηση θέμα είναι επίσης το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή (Άρθρο 16 ), το δικαίωμα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο υγείας (Άρθρο 24), το δικαίωμα να λαμβάνεται πρωταρχικά υπόψη το συμφέρον του (Άρθρο 3), αλλά και το δικαίωμα συμμετοχής, να ακούγεται η άποψη του παιδιού κ.λπ. (Άρθρο 12).
Στον αντίποδα, πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα δικαιώματα του δωρητή και ιδίως το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, από το οποίο απορρέει η ανωνυμία. Υπήρξαν όμως και περιπτώσεις σε διεθνές επίπεδο, όπου δωρητές σπέρματος ή παρένθετες μητέρες διεκδίκησαν τελικά πατρότητα ή μητρότητα, γεγονός που, αναντίλεκτα, επηρέασε άλλα δικαιώματα, και ενδεχομένως να είχε αρνητικό αντίκτυπο στις οικογενειακές σχέσεις και στην ποιότητα ζωής ενός παιδιού.
Σε διεθνές επίπεδο φαίνεται να μην υπάρχουν κοινά πρότυπα και, ως εκ τούτου, το κάθε κράτος έχει τις δικές του νομοθεσίες και πρότυπα. Το ιδανικό θα ήταν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να υπάρξει διακρατική συμφωνία που να κατοχυρώνει την εξισορρόπηση δικαιωμάτων, δηλαδή αφενός μεν να διασφαλίζεται το δικαίωμα του παιδιού να γνωρίζει τους βιολογικούς του γονείς ή την παρένθετη μητέρα ανάλογα με την περίπτωση, με ή χωρίς ηλικιακό όριο αλλά και στη βάση της αρχής των αναπτυσσόμενων ικανοτήτων (ηλικία, ωριμότητα και βαθμός ανάπτυξης), ως έκφανση των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη Σύμβαση, αλλά παράλληλα, η νομοθεσία να διασφαλίζει ότι η αποκάλυψη των βιολογικών γονέων δεν θα δημιουργεί νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις στους δότες ή στην παρένθετη μητέρα, σε σχέση με το παιδί. Απαραίτητη προϋπόθεση σε τέτοια περίπτωση, είναι η επαρκής ενημέρωση όλων των εμπλεκόμενων μερών, η λήψη συγκατάθεσης όπου απαιτείται και η παροχή κατάλληλης ψυχολογικής βοήθειας, ιδίως στα παιδιά.
Εφιστώ την προσοχή στο ψήφισμα ημερ. 20/2/2019 της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης επί του θέματος, το οποίο περιλαμβάνει ξεκάθαρες συστάσεις προς το Συμβούλιο Υπουργών, προτρέποντας συμμόρφωση των κρατών. Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση αναγνωρίζει ότι, το δικαίωμα να γνωρίζει κάποιος την καταγωγή και τις ρίζες του δεν συνιστά απόλυτο δικαίωμα, αλλά αφορά στην εξισορρόπηση δικαιωμάτων ανάμεσα στα εμπλεκόμενα μέρη, δηλαδή στο παιδί, τους δότες, τους νόμιμους κηδεμόνες, τις κλινικές και τους παρόχους υπηρεσιών, συνυπολογίζοντας τα συμφέροντα της κοινωνίας και τις υποχρεώσεις του κράτους, υποδεικνύοντας την ανάγκη να προστατευτούν τα συμφέροντα όλων των μερών.
Σε σχέση με το θέμα της αναδρομικότητας, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση εισηγείται όπως, η ανωνυμία του δότη να μην αίρεται σε περιπτώσεις που κατά τον χρόνο της δωρεάς υπήρξε ξεκάθαρη δέσμευση κατοχύρωσης της ανωνυμίας, με εξαίρεση αν υπάρχουν ιατρικοί λόγοι ή αν παραχωρήσει τη συγκατάθεσή του ο δότης.
Πέραν τούτου όμως, σε σχέση με τον τρόπο που τα κράτη οφείλουν να προσεγγίσουν τη ζήτημα μελλοντικά, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση διατύπωσε τις ακόλουθες συστάσεις:
- Σταδιακή απαγόρευση της ανώνυμης δωρεάς, ώστε να επιτευχθεί άρση της ανωνυμίας για μελλοντικές δωρεές γαμετών.
- Η ταυτότητα του δότη να μην αποκαλύπτεται τη χρονική στιγμή της δωρεάς, αλλά όταν το παιδί συμπληρώσει ορισμένη ηλικία, π.χ. 16 ετών ή μετέπειτα.
- Εναπόκειται στα άτομα, η σύλληψη των οποίων προήλθε από δότες γαμετών, να αποφασίσουν αν και πότε επιθυμούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν την ταυτότητα του δότη και κατά πόσο να επιδιώξουν οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί του, αφότου προηγηθεί η κατάλληλη ενημέρωση, συμβουλευτική και στήριξη.
- Η άρση της ανωνυμίας να μη δημιουργεί οποιεσδήποτε νομικές υποχρεώσεις στους δότες (είτε υποχρεώσεις που απορρέουν από κηδεμονία είτε σε σχέση με κληρονομικά ζητήματα).
- Να μην παραχωρείται στους δότες το δικαίωμα επικοινωνίας, αλλά στο ίδιο το παιδί αν και όποτε εκείνο επιθυμεί.
- Να τηρείται ενημερωμένο αρχείο, ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση σε πληροφορίες και να καθοριστούν όροι ως προς τον μέγιστο αριθμό δωρεών από τον ίδιο δότη κ.λπ.
- Να διασφαλίζεται το δικαίωμα του παιδιού να διατηρήσει την ταυτότητα και τους οικογενειακούς του δεσμούς, χωρίς αυθαίρετες παρεμβάσεις στην ιδιωτικότητά του.
Με βάση τα πιο πάνω, θεωρώ ότι, το κράτος πρέπει να προβεί σε ενδελεχή μελέτη της ευρωπαϊκής νομολογίας, των εκθέσεων επιτροπών εμπειρογνωμόνων και του υπό αναφορά ψηφίσματος, τα οποία ορίζουν τις κατευθυντήριες γραμμές στις οποίες πρέπει να προσανατολιστεί οποιαδήποτε συζήτηση για τροποποίηση της εθνικής νομοθεσίας που αφορά τις πρόνοιες της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Ευελπιστώ ότι η συζήτηση θα συνεχιστεί, με την εμπλοκή μεγαλύτερου εύρους φορέων χάραξης πολιτικής και με ξεκάθαρη πρόθεση να γίνουν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στον τρόπο που πρέπει να προσεγγίζεται ολιστικά το ζήτημα.
Πηγή: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών