Η Κομισιόν ανακοίνωσε σήμερα ότι ενέκρινε στο σύνολό τους τα αιτήματα για παροχή στήριξης που υπέβαλαν 18 Κράτη Μέλη (μεταξύ των οποίων η Ελλάδα και η Κύπρος) όσον αφορά την προετοιμασία των σχεδίων τους για τη δίκαιη μετάβαση περιοχών, τα οποία οφείλει να καταρτίσει κάθε κράτος μέλος προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση στη χρηματοδότηση του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης. Η έγκριση δόθηκε μετά από ειδική πρόσκληση που δημοσιεύθηκε στα τέλη Φεβρουαρίου 2020 στο πλαίσιο του Προγράμματος Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων.
Όπως ανακοινώθηκε κατά τους προσεχείς μήνες, έως τα τέλη του 2020, η Κομισιόν θα παράσχει στοχευμένη στήριξη για να βοηθήσει τα Κ-Μ στην προετοιμασία των σχεδίων δίκαιης μετάβασης περιοχών. Τα Κ-Μ είναι αυτά που θα καταρτίσουν και θα οριστικοποιήσουν τα εν λόγω σχέδια, σε στενή διαβούλευση με τους αρμόδιους εθνικούς, περιφερειακούς και τοπικούς φορείς, εξασφαλίζοντας έτσι ότι έχουν την κυριότητα της μετάβασης.
Ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης αποτελεί μέρος του επενδυτικού σχεδίου της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και θα κινητοποιήσει 100 δισ. Ευρώ σε επενδύσεις για την παροχή πρόσθετης, στοχευμένης στήριξης στις περιφέρειες που πλήττονται περισσότερο από τη μετάβαση προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία και που ταυτόχρονα έχουν μικρότερες δυνατότητες αντιμετώπισης της εν λόγω πρόκλησης.
Στο πλαίσιο του Προγράμματος Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, η Κομισιόν θα παράσχει εξατομικευμένη εμπειρογνωμοσύνη προκειμένου να βοηθήσει, για παράδειγμα, τις εθνικές και περιφερειακές αρχές, να αξιολογήσουν τον κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο της μετάβασης και να σκιαγραφήσουν τη διαδικασία μετάβασης μέχρι το 2030, να αναπτύξουν διάλογο μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών, όπως είναι οι πολίτες, οι επιχειρήσεις και η κοινωνία των πολιτών, για τη διαμόρφωση ενός κοινού οράματος σχετικά με τον τρόπο υλοποίησης της μετάβασης και να προσδιορίσουν δράσεις για την επίτευξη μιας επιτυχούς δίκαιης μετάβασης.
Επιπλέον η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι ξεκίνησε αυτήν την εβδομάδα δημόσια διαβούλευση τεσσάρων εβδομάδων για ανατροφοδότηση σχετικά με σχέδια κανόνων για τη θέσπιση ενός νέου μηχανισμού χρηματοδότησης της ΕΕ για τη στήριξη έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Ο κύριος στόχος αυτού του μηχανισμού είναι να επιτρέψει στα Κ-Μ να συνεργαστούν στενότερα προκειμένου να επιτύχουν τους ατομικούς και συλλογικούς τους στόχους ανανεώσιμης ενέργειας.
Ως αποτέλεσμα, θα διευκολύνει επίσης μια πιο αποδοτική από άποψη κόστους ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε ολόκληρη την ΕΕ, σε περιοχές που ταιριάζουν καλύτερα σε αυτήν από άποψη γεωγραφίας και φυσικών πόρων και, τελικά, θα τροφοδοτήσει τη φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας για επίτευξη ΕΕ ουδετερότητα άνθρακα έως το 2050.
Τα K-M έχουν ήδη δεσμευτεί να επιτύχουν εθνικούς δεσμευτικούς στόχους για το μερίδιο της ενέργειας τους που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως το 2020. Μέσω των εθνικών τους σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, δεσμεύονται επίσης να ανταποκριθούν σε εθελοντικό μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως το 2030 και, μεταξύ 2020 και 2030, να ακολουθήσει μια εθνική πορεία που οδηγεί σε αυτό το σημείο, υπενθυμίζει η Κομισιόν.
Ο νέος μηχανισμός χρηματοδότησης ανοίγει τη δυνατότητα ώστε τα Κ-Μ να μπορούν να επωφεληθούν συλλογικά από έργα ανανεώσιμων πηγών που χρηματοδοτούνται μέσω προσφορών χρησιμοποιώντας αυτόν τον χρηματοδοτικό μηχανισμό σε ολόκληρη την ΕΕ.
Όπως περιγράφεται στο σχέδιο εκτελεστικής πράξης, αυτός ο νέος μηχανισμός επιτρέπει στα συνεισφέροντα κράτη να καταβάλλουν εθελοντικές χρηματοδοτικές συνεισφορές στο σύστημα, το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για την υποβολή προσφορών για νέα έργα ανανεώσιμης ενέργειας σε όλα τα Κ-Μ που επιθυμούν να φιλοξενήσουν τέτοια έργα. Τα έργα που θα χρηματοδοτούνται από ένα Κ-Μ στο έδαφος ενός άλλου Κ-Μ θα προσμετρούνται στο στόχο του Κ-Μ που θα τα χρηματοδοτεί. Τα στατιστικά οφέλη αυτών των έργων πρέπει να κατανέμονται μεταξύ των συμμετεχόντων, αντικατοπτρίζοντας τη συμμετοχή τους.
Για το Κ-Μ φιλοξενίας, το πλεονέκτημα είναι ότι λαμβάνει πρόσθετες τοπικές επενδύσεις σε έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας – και επομένως μπορεί να απολαμβάνει τα οφέλη από την άποψη της τοπικής απασχόλησης, τις χαμηλότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, τη βελτιωμένη ποιότητα του αέρα, τον εκσυγχρονισμό του ενεργειακού συστήματος και τη μειωμένη εξάρτηση στις εισαγωγές.
Πηγή: ΚΥΠΕ