Η σκοπιμότητα του προτεινόμενου νόμου για την εισαγωγή του αδικήματος της γυναικοκτονίας, ή μάλλον το κενό που αποσκοπεί να καλύψει στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, είναι, μάλλον, δύσκολο να το αντιληφθεί κανείς.
Υπάρχει ήδη στον Ποινικό Κώδικα το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, το οποίο προνοεί ότι “κάθε πρόσωπο το οποίο επιφέρει το θάνατο άλλου προσώπου με παράνομη πράξη ή παράλειψη, είναι ένοχο του κακουργήματος της ανθρωποκτονίας.” (άρθρο 205, Κεφ. 154). Η φράση«παράνομη πράξη» καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα ενεργειών και, σίγουρα,οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια η οποία στρέφεται εναντίον άλλου και γίνεται χωρίς τη συγκατάθεση του. Για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, η πράξη αυτή πρέπει να είναι κάτι περισσότερο από μια αμελή πράξη (δέστε, βεβαίως, σχετικά το άρθρο 210, Κεφ. 154 το οποίο προνοεί για θάνατο λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης που δεν ανάγεται σε υπαίτια αμέλεια και τελείται χωρίς πρόθεση με μέγιστη ποινή φυλάκισης 4 ετών) και όχι προμελετημένη. Αυτό που απαιτείται είναι μάλλον βαριά αμέλεια ή απερισκεψία (recklessness) και σίγουρα πρόθεση για την τέλεση της πράξης που επιφέρει το θάνατο. Τα υπό στοιχεία (α) έως και (θ) του προτεινόμενου νόμου είναι μάλλον παράνομες πράξεις (θανάτωση γυναίκας ως αποτέλεσμα (α) άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, (β) βασανισμού και μισογυνισμού, (γ) λόγων τιμής, θρησκευτικών πεποιθήσεων, πρακτικής ακρωτηριασμού των γεννητικών οργάνων, (δ) σεξουαλικού προσανατολισμού και/ή ταυτότητας φύλου, (ε) σεξουαλικής εκμετάλλευσης στο πλαίσιο εμπορίας προσώπων, διακίνησης ναρκωτικών και οργανωμένου εγκλήματος, (στ) σχέσης εξάρτησης, εμπιστοσύνης ή επιρροής η οποία δημιουργεί ευαλωτότητα, (ζ) άσκησης βίας προς επίτευξη συνουσίας, (η) άσκησης ενδοοικογενειακής βίας, (θ) στοχοποίησης στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων). Επομένως, ποιός ο λόγος της συγκεκριμενοποίησης τους; Ούτως ή άλλως ως παράνομες πράξεις, καλύπτονται από το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο.
Όσον αφορά την ποινή, η ανθρωποκτονία τιμωρείται με φυλάκιση διά βίου. Σε αντίθεση με το αδίκημα του φόνου εκ προμελέτης, ηεπιβληθησόμενη ποινή για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας δεν είναι απαρέγκλιτα φυλάκιση εφ’ όρου ζωής, αλλάεπιμετράται από το Δικαστήριο με βάση, κυρίως, τις περιστάσεις τέλεσης του αδικήματος, αλλά και τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου. Ομοίως, δια βίου τιμωρείται και το προτεινόμενο αδίκημα της γυναικοκτονίας. Επομένως, ποιός ο λόγος διαφοροποίησης του αδικήματος ως προς την επιβολή ποινής;
Αυτό που ενδεχομένως να ήταν πραγματικά χρήσιμο θα ήταν η θέσπιση νόμου δια του οποίου αυτά που αναφέρονται στα υπό στοιχεία (α) έως και (θ) του προτεινόμενου νόμου να συνιστούσαν επιβαρυντικούς παράγοντες κατά την επιμέτρηση της ποινής της ανθρωποκτονίας. Ακόμα, θα μπορούσαν να ήταν και επιβαρυντικοί παράγοντες για το αδίκημα της κοινής επίθεσης, της άσεμνης επίθεσης, της επίθεσης που προκαλεί πραγματική σωματική βλάβη, της επίθεση που προκαλεί βαρειά σωματική βλάβη. Δηλαδή, παράγοντες που αν εντοπίζονταν στα γεγονότα της υπόθεσης, θα βάρυναν υπέρ της επιβολής μεγαλύτερης ποινής απ’ ότι στην απουσία τους. Βέβαια, τίποτε δεν εμποδίζει το δικαστήριο και κάτω από την υφιστάμενη νομοθεσία να τα λάβει υπόψη ως επιβαρυντικούς παράγοντες, πλην όμως με την θέσπιση τους ως τέτοιους, αναμφίβολα, τονίζεται και επιβάλλεται νομοθετικά πλέον η σημασία τους σε κάθε υπόθεση και κάθε δικαστήριο θα είναι υποχρεωμένο να τους λάβει υπόψη, αντιμετωπίζοντας έτσι έμπρακτα την ανάγκη προστασίας των γυναικών που ο προτεινόμενος νόμος φαίνεται να σκοπεί να καλύψει.