Ο δικηγόρος Άγις Γεωργιάδης, ο πρώτος Κύπριος – μέλος του London Court of International Arbitration σε μια αποκλειστική συνέντευξη στη “ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ” επεξηγεί ποιος είναι ο ρόλος του Διεθνούς Δικαστηρίου Διαιτησίας του Λονδίνου και για ποιο λόγο είναι σημαντική η εκλογή του για την Κύπρο. Ο κ. Γεωργιάδης αναφέρει μεταξύ άλλων πως ο ίδιος επέλεξε να ασχοληθεί με αυτό τον τομέα και μοιράζεται μαζί μας την εμπειρία του ως διαιτητής τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό. Στη συνέχεια, παρουσιάζει εκτενώς τι ισχύει για τη διαιτησία, τη συγκρίνει με τη μέθοδο της διαμεσολάβησης και υποστηρίζει ότι η μη αξιοποίηση των μεθόδων αυτών στην Κύπρο, οφείλεται κυρίως στην ελλιπή ενημέρωση των δικηγόρων, επιχειρηματιών, αλλά και του κοινού γενικότερα.
Διαβάστε την ανακοίνωση του LCIA και της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας
Δείτε τα βιογραφικά του στοιχεία:
Ο Άγις Γεωργιάδης έλαβε πτυχίο νομικής από το Πανεπιστήμιο του Leeds του Ηνωμένου Βασιλείου (2003), αποκτώντας το 2004 τον τίτλο του barrister (Lincoln’s Inn). Κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο από το London School of Economics (2005), ενώ διαθέτει Δίπλωμα Ειδίκευσης (με διάκριση) στη Διεθνή Διαμεσολάβηση και τη Διεθνή Διαιτησία επί κατασκευαστικών διαφορών από το Queen Mary College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (2010). Είναι μέλος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου από το 2006 και εταίρος στη δικηγορική εταιρία Christos Georgiades & Associates LLC. Ως μέλος ΣΕΠ της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας διδάσκει Δίκαιο της Απόδειξης.
Διαβάστε τη συνέντευξη:
Ο θεσμός του Διεθνούς Δικαστηρίου Διαιτησίας του Λονδίνου και η σημασία της εκλογής ενός Κύπριου δικηγόρου ως μέλος
To LCIA είναι κέντρο διαχείρισης διεθνών διαιτησιών και άλλων διαδικασιών επίλυσης διαφορών. Εδρεύει στο Λονδίνο και θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα ινστιτούτα διαιτησίας παγκοσμίως. Λειτουργεί με τρία διοικητικά σώματα. Ως μη κερδοσκοπική εταιρεία, έχει Διοικητικό Συμβούλιο που χειρίζεται τα εταιρικά του θέματα. Η καθημερινή διαχείριση των υποθέσεων γίνεται από τη Γραμματεία. Το Δικαστήριο (LCIA Court) – του οποίου πρόσφατα έγινα μέλος – επίσης επιτελεί διοικητικό ρόλο, αφού είναι το αρμόδιο όργανο, μεταξύ άλλων, για διορισμό διαιτητών και καθορισμό της αμοιβής τους. Είναι επίσης υπεύθυνο για τον συνεχή εκσυγχρονισμό των κανονισμών διαιτησίας του κέντρου και γενικότερα για την προώθηση του κέντρου και της επίλυσης διαφορών με διαιτησία. Αποτελείται από τριανταπέντε μέλη, από όλο τον κόσμο. Όργανα με παρόμοιο ρόλο υπάρχουν σε πολλά άλλα κέντρα διαιτησίας, περιλαμβανομένων και ορισμένων που έχουν εγκαθιδρυθεί στην Κύπρο. Η εκλογή μου στο Δικαστήριο LCIA θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντική για την Κύπρο διότι συνιστά αναγνώριση της σημαντικότητας της χώρας μας στη διεθνή επίλυση διαφορών. Σε προσωπικό επίπεδο, είναι πολύ μεγάλη τιμή και αναγνώριση και μου δίνει την ευκαιρία να συνδράμω σε ψηλό επίπεδο στην προώθηση της διεθνούς διαιτησίας, σε συνεργασία με καταξιωμένους δικηγόρους και άλλους επαγγελματίες.
Διαιτησία είναι η επίλυση διαφορών από διαιτητή, δηλαδή από πρόσωπο που επιλέγεται από τους διάδικους για να αποφασίσει τη μεταξύ τους διαφορά. Ενώ παλαιότερα υπήρχαν αρκετοί περιορισμοί στα θέματα που μπορούσαν να παραπεμφθούν σε διαιτησία, σταδιακά όλα και περισσότερα θέματα κατέστησαν διαιτητεύσιμα. Σήμερα, οι διεθνείς διαφορές, περιλαμβανομένων εμπορικών, ενεργειακών, κατασκευαστικών και επενδυτικών διαφορών, κατά κανόνα επιλύονται με διεθνή διαιτησία. Αυτό οφείλεται σε αρκετούς παράγοντες, όμως καθοριστικό σημείο αναφοράς υπήρξε η Σύμβαση της Νέας Υόρκης του 1958. Η Σύμβαση απαριθμεί πλέον 163 κράτη-μέλη και επιτάσσει στα μέλη της να αναγνωρίζουν διεθνείς διαιτητικές διαφορές που προέρχομαι από άλλα μέλη. Είναι δηλαδή γενικά ευκολότερο να αναγνωριστεί και εκτελεστεί μία διεθνής διαιτητική απόφαση από ότι η απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου.
Διεθνείς διαιτησίες γίνονται επί τούτου (ad hoc), ή υπό τη διαχείριση κέντρων διαιτησίας (institutional), όπως το LCIA. Υπάρχουν εκατοντάδες διαφορετικοί κανονισμοί, από τους οποίους μπορούν να επιλέξουν οι διάδικοι. Σημαντικότεροι και δημοφιλέστεροι θεωρούνται αυτοί του LCIA, του ICC αλλά της UNCITRAL. Οι τελευταίοι εφαρμόζονται συχνά και σε ad hoc διαιτησίες. Αξιόλογους και μοντέρνους κανονισμούς έχει και το Κυπριακό CEDRAC.
Η ενασχόληση με τον τομέα της διαιτησίας
Η επιλογή των διαιτητών γίνεται συνήθως από άλλους επαγγελματίες του χώρου. Συνεπώς είναι πολύ σημαντικό για κάποιον που ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με αυτό τον τομέα να έχει σοβαρή παρουσία και αναγνώριση στον διεθνή χώρο. Αυτό μπορεί να το πετύχει με διάφορους τρόπους. Το αυτονόητο είναι η επικουρική συμμετοχή σε διαιτησίες με άλλους, πιο έμπειρους επαγγελματίες. Όμως είναι επίσης πολύ σημαντική η συμμετοχή σε συνέδρια και η δημοσίευση άρθρων σε διεθνή έντυπα.
Προσωπικά είχα αρχίσει να ασχολούμαι επικουρικά με τη διαιτησία από πολύ νωρίς. Επειδή με ενδιέφερε ως θέμα, το επέλεξα στο Μάστερ μου. Αργότερα ασχολήθηκα, επίσης σε μεταπτυχιακό επίπεδο, με ειδικά θέματα όπως η κατασκευαστική διαιτησία, η διεθνής διαμεσολάβηση και η διαπραγμάτευση. Συμμετείχα επίσης στην πρώτη ακαδημία διαιτησίας του ICC-CIArb στη Μόσχα, που αποτέλεσε εξαιρετικό σχολείο για μένα. Από το 2005 μέχρι σήμερα έχω πολλές δεκάδες συμμετοχές σε συνέδρια, αρκετές από αυτές ως συνδιοργανωτής, εισηγητής ή ομιλητής. Έχω επίσης δημοσιεύσει κάποια άρθρα και κεφάλαια βιβλίων, κυρίως για διαιτησία και διαμεσολάβηση.
Είμαι ευγνώμων γιατί κάποιοι πελάτες και συνάδελφοι με εμπιστεύτηκαν με υποθέσεις σε αυτό τον τομέα και έτσι απέκτησα πείρα, που πιστεύω μου επιτρέπει πλέον να παρουσιάζομαι ως δικηγόρος που ασχολείται με διεθνείς διαιτησίες και να επιδιώκω διορισμούς, είτε ως δικηγόρος διάδικου, είτε ως διαιτητής, σε τέτοιες υποθέσεις. Σήμερα αφιερώνω περίπου το 50% του εργάσιμου χρόνου μου σε θέματα διαιτησίας.
Η ενασχόληση με τη διεθνή διαιτησία είναι πολύ απαιτητική. Αρκετά συχνά, σε υποθέσεις που παραπέμπονται σε διαιτησία, εγείρονται πολύπλοκα ζητήματα διαδικασίας, απόδειξης, αλλά και ιδιωτικού και δημόσιου διεθνούς δικαίου. Είναι επίσης συνηθισμένο να αντιμετωπίζονται διάφορα ζητήματα ουσιαστικού αλλοδαπού δικαίου. Η αποτελεσματική ενασχόληση με τη διαιτησία προϋποθέτει συνεχή ενημέρωση για τις εξελίξεις σε αρκετούς τομείς δικαίου, συγκριτική μελέτη και αντίληψη, και ικανούς συνεργάτες σε άλλες δικαιοδοσίες. Χωρίς αυτά, είναι πολύ δύσκολο και ασύμφορο για κάποιον να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες των υποθέσεων και αυτός πιστεύω είναι ο κυριότερος λόγος που λίγοι δικηγόροι στην Κύπρο είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν τον χρόνο τους στη διεθνή διαιτησία.
Είμαι μέλος σε αρκετούς οργανισμούς, περιλαμβανομένου του Chartered Institute of Arbitrators ως Πλήρες Μέλος (Fellow) και του Cyprus Arbitration Forum. Επίσης, μαζί με τον συνάδελφο Σταύρο Παύλου ιδρύσαμε το Dispute Resolution Practitioners’ Retreat, με κύριο στόχο τη διοργάνωση διεθνών συνεδρίων στην Κύπρο σε σχέση με διαιτησία και διεθνή επίλυση διαφορών. Το πρώτο συνέδριο θα πραγματοποιείτο πριν από μερικές μέρες, όμως αναγκαστικά αναβλήθηκε λόγω της πανδημίας. Προγραμματίζουμε όμως σημαντικές εκδηλώσεις εντός του 2020 και 2021.
Έλαβα μέρος σε αρκετές σημαντικές υποθέσεις, ως δικηγόρος διάδικου, διαιτητής αλλά και ως πραγματογνώμονας. Από αυτές, ξεχωρίζω ορισμένες με μεγάλο βαθμό δυσκολίας λόγω των αρκετών και πολύπλοκων νομικών ζητημάτων που εγείρονταν. Δεν θα ήταν ορθό να αναφερθώ σε λεπτομέρειες λόγω εμπιστευτικότητας.
Εδώ και μερικά χρόνια είμαι συγγραφέας του κεφαλαίου για την Κύπρο (Κεφ.12) στο World Arbitration Reporter, σε επιμέλεια Λουκά Μίστελη και Laurence Shore. Δημοσίευσα επίσης αριθμό άρθρων και συνέγραψα κεφάλαια σε άλλα βιβλία για διαιτησία, διαμεσολάβηση, πολιτική δικονομία και διεθνές δίκαιο. Με ενδιαφέρουν ειδικά τα θέματα συγκριτικής διαδικασίας και απόδειξης στη διαιτησία, και ελπίζω να μου δοθεί η ευκαιρία να γράψω κάτι στο προσεχές μέλλον.
Tα κίνητρα προσφυγής μέσω διαιτησίας
Η διαιτησία είναι η διαδικασία που προτιμάται για επίλυση διεθνών διαφορών. Οι λόγοι για τους οποίους προτιμάται ποικίλουν, όμως σημαντικότεροι φαίνεται να είναι η δυνατότητα επιλογής του προσώπου που θα αποφασίσει τη διαφορά, η εμπιστευτικότητα και μη δημοσιότητα, η ευελιξία της διαδικασίας και του τρόπου διεξαγωγής της και, βεβαίως, η δυνατότητα σχετικά ευκολότερης αναγνώρισης της διαιτητικής απόφασης. Στην περίπτωση της Κύπρου, θα πρόσθετα και το πλεονέκτημα της ταχείας εκδίκασης σε σύγκριση με τη δικαστική οδό.
Οι πλείστες υποθέσεις εμπορικής και επενδυτικής φύσης μπορούν να παραπέμπονται σε διαιτησία. Η διαιτησία διεξάγεται για να οδηγήσει σε απόφαση. Αν κάποιος από τους διάδικους θεωρεί πως η απόφαση δεν πρέπει να εφαρμοστεί, μπορεί να την προσβάλει ή να ενστεί στην αναγνώρισή της. Όμως οι λόγοι που μπορεί να επικαλεστεί είναι αρκετά περιορισμένοι. Στις πλείστες χώρες, είναι πολύ πιο δύσκολο να ακυρωθεί διαιτητική απόφαση από ότι δικαστική. Όπως εξηγώ στη συνέχεια, αυτός είναι και ένας από τους λόγους που προτιμάται η διεθνής διαιτησία.
Διαιτησία και διαμεσολάβηση στην Κύπρο
Παρόλο που η μοντέρνα διαιτησία μάλλον εισήχθη επί Αγγλοκρατίας, ως έννοια και διαδικασία προϋπήρχε στην Κύπρο. Ίσως αξίζει να αναφέρω πως υπήρχε σχετική πρόνοια στις Ασσίζες. Γίνονται επίσης αναφορές σε διαιτητές – κριτάδες στο «Χρονικό» του Μαχαιρά.
Σήμερα, η διαιτησία είναι αρκετά διαδεδομένη στην Κύπρο, κυρίως στον κατασκευαστικό τομέα. Από τον καιρό που ασκώ το επάγγελμα του δικηγόρου στην Κύπρο, έχω γνωρίσει αρκετούς αξιόλογους και έντιμους επαγγελματίες που ασχολούνται στην Κύπρο με τη διαιτησία ως δικηγόροι, διαιτητές ή πραγματογνώμονες. Κατά την άποψή μου η διαιτησία μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές άλλες κατηγορίες υποθέσεων, τόσο τοπικών όσο και διεθνών. Ειδικά σε εταιρικές, εμπορικές, τραπεζικές και ασφαλιστικές διαφορές, πιστεύω ότι δεν έχουν αξιοποιηθεί οι δυνατότητες της διαιτησίας. Αυτό μάλλον οφείλεται σε ελλιπή ενημέρωση του επιχειρηματικού και δικηγορικού κόσμου για τη διαιτησία και τις άλλες μεθόδους εξωδικαστηριακής επίλυσης διαφορών.
Η διαμεσολάβηση φαίνεται να αξιοποιείται σε κάποιο βαθμό στην Κύπρο αναφορικά με καταναλωτικές και τραπεζικές διαφορές. Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως, παρόλο που και η διαμεσολάβηση υπήρχε από την αρχαιότητα, η μοντέρνα διαμεσολάβηση αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Σε αρκετές χώρες γνωρίζει σημαντική επιτυχία. Δυστυχώς στην Κύπρο δεν έχει αναπτυχθεί σωστά και συνεπώς δεν χρησιμοποιείται ευρέως.Όπως και στην περίπτωση της διαιτησίας, κατά την άποψή μου η μη αξιοποίηση των δυνατοτήτων της διαμεσολάβησης οφείλεται στην ελλιπή ενημέρωση των δικηγόρων και επιχειρηματιών, αλλά και του κοινού γενικότερα. Στο παρελθόν είχαν γίνει κάποιες αξιόλογες προσπάθειες ενημέρωσης του κοινού, όπως η Πύλη Διαμεσολάβησης του Δήμου Λευκωσίας σε συνεργασία με τη συνάδελφο Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Άννα Πλεύρη. Πιστεύω ότι τέτοιες προσπάθειες γίνονται προς τη σωστή κατεύθυνση και μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην καλύτερη αξιοποίηση των εναλλακτικών μεθόδων επίλυσης διαφορών.
Τόσο η διαιτησία όσο και η διαμεσολάβηση είναι εξωδικαστηριακές μέθοδοι επίλυσης διαφορών. Είναι αμφιλεγόμενο αν η διαιτησία είναι ή όχι «εναλλακτική» μέθοδος. Εν πάση περιπτώσει, η διαιτησία και η διαμεσολάβηση είναι τελείως διαφορετικές μεταξύ τους διαδικασίες. Η διαιτησία προσομοιάζει σε σημαντικό βαθμό στη δικαστική διαδικασία, αλλά ο διαιτητής είναι συνήθως ιδιώτης που επιλέγεται από τα μέρη. Ο διαιτητής αποφασίζει τη διαφορά. Δηλαδή εκδίδει δεσμευτική απόφαση. Αντιθέτως, η διαμεσολάβηση δεν είναι δεσμευτική και δεν οδηγεί σε απόφαση. Ο διαμεσολάβητης βοηθά τα μέρη να καταλήξουν σε συμβιβασμό. Η διαμεσολάβηση απαιτεί ανάπτυξη ειδικών ικανοτήτων και πολύ προσεκτικό χειρισμό από τον διαμεσολαβητή. Θεωρείται πολύ χρήσιμο και οικονομικό εργαλείο, ειδικά σε διαφορές μεταξύ συνεργατών.Οι διάφορες εξωδικαστηριακές μέθοδοι δεν είναι πάντοτε μεταξύ τους συγκρίσιμες. Προσωπικά τις αντιλαμβάνομαι ως διαφορετικά εργαλεία που ενδεχομένως να μπορούν να αξιοποιηθούν, ανάλογα με τις περιστάσεις κάθε υπόθεσης. Η κατανόηση και ανάπτυξη ικανοτήτων σε κάθε μία από αυτές τις μεθόδους δίνει στον δικηγόρο τη δυνατότητα να βοηθά τον πελάτη του να επιλέξει την πλέον κατάλληλη.