Τις τελευταίες μέρες στήθηκε – για ακόμη μια φορά- λαϊκό δικαστήριο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου αυτή την φορά «κατηγορούμενη» είναι δυστυχώς μια ανήλικη μαθήτρια της Β’ τάξης Λυκείου της πρωτεύουσας, η οποία είχε το «θράσος» να αρθρογραφήσει στην εφημερίδα που εκδίδει το σχολείο της και να παραθέσει τους προβληματισμούς της σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών. Τίτλος του άρθρου της ήταν: «Θρησκευτικά στο σχολείο: Επιλογή ή υποχρέωση;», μέσω του οποίου προσπάθησε να προβληματίσει τόσο τους συμμαθητές όσο και τους καθηγητές της, αν το μάθημα των Θρησκευτικών όπως διδάσκεται ανταποκρίνεται πράγματι στην πολυπολιτισμική Κυπριακή κοινωνία του 21ου αιώνα.
Η «κατηγορούμενη» επέλεξε να ασκήσει το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης το οποίο προστατεύεται τόσο από το άρθρο 19 του Συντάγματος όσο και από το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μέσω της μαθητικής εφημερίδας του σχολείου της που αποτελεί το κατεξοχήν εκφραστικό μέσο των μαθητών. Ειδικότερα το άρθρο 10 της εν λόγω Ευρωπαϊκής Σύμβασης προβλέπει μεταξύ άλλων ότι «Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν εκφράσεως. Το δικαίωμα τούτο περιλαµβάνει την ελευθερίαν γνώµης ως και την ελευθερίαν λήψεως ή µεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών, άνευ επεµβάσεως δηµοσίων αρχών και ασχέτως συνόρων.», σχεδόν ταυτόσημο είναι και το λεκτικό του άρθρου 19 του Κυπριακού Συντάγματος. Διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης μπορεί να περιοριστεί μόνο δια νόμου και για λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στο άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγματος, ενώ παρόμοια είναι και η ρύθμιση στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα το άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγματος προβλέπει ότι ο περιορισμός του δικαιώματος πέραν του ότι πρέπει να γίνεται δια νόμου, πρέπει να είναι αναγκαίος προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξης ή της δημόσιας ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης ή της δημόσια υγείας ή των δημοσιών ηθών ή προς την προστασία της υπολήψεως ή των δικαιωμάτων άλλων πολιτών ή προς παρεμπόδιση αποκάλυψης πληροφοριών που λήφθηκαν εμπιστευτικά ή προς διατήρηση του κύρους και αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας.
Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι πλούσια αναφορικά με την προστασία που πρέπει να τυγχάνει το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης. Στην υπόθεση The Handyside (7η Δεκεμβρίου 1976, Σειρά Α, Αρ.24) το Ε.Δ.Α.Δ. διευκρίνισε εμφατικά ότι «Η ελευθερία της έκφρασης συνιστά αναγκαίο θεμέλιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας, µια από τις βασικές προϋποθέσεις για την πρόοδό της και για την ανάπτυξη κάθε ανθρώπου. Εφαρμόζεται όχι µόνο στην “πληροφόρηση” ή στις “ιδέες” που γίνονται ευνοϊκά δεχτές ή θεωρούνται ως ανώδυνες ή αδιάφορες, αλλά, επίσης, σε εκείνες που προσβάλλουν, πλήττουν ή ενοχλούν το Κράτος ή οποιοδήποτε τμήμα του πληθυσμού. Τέτοιες είναι οι απαιτήσεις της πλουραλιστικής ανεκτικότητας και του ανοιχτού πνεύματος, χωρίς τις οποίες δεν νοείται η ύπαρξη “δημοκρατικής κοινωνίας”». Η συγκεκριμένη απόφαση καταδεικνύει την σπουδαιότητα του δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης και τον πολυσήμαντο ρόλου που καλείται να διαδραματίσει στην σύγχρονη κοινωνία. Το δικαίωμα να ασκεί ο οποιοσδήποτε κριτική και να εκφράζει μέσω αυτής τις θέσεις και τους προβληματισμούς του, είναι αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Στην προκειμένη περίπτωση ουδέν λόγος δεν μπορούσε να αποτελέσει υπόβαθρο που να δικαιολογεί τον περιορισμό της άσκησης του δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης της συγκεκριμένης μαθήτριας. Ως εκ τούτου είναι απαράδεκτος ο πόλεμος που δέχτηκε η μαθήτρια από μερίδα συμπολιτών μας μεταξύ των οποίων και καθηγητές, οι οποίοι αντί να επικροτήσουν την τόλμη της να αρθρογραφήσει για ένα θέμα που αποτελεί ταμπού, την κατηγόρησαν ποικιλοτρόπως κυρίως μέσω του διαδικτύου. Ας μην περνά απαρατήρητο ότι στο στόχαστρο των απανταχού διωκτών της διαφορετικής άποψης, βρέθηκε ένα ανήλικο κορίτσι, του οποίου ο ψυχικός κόσμος μπορεί εύκολα να τραυματιστεί όπως και κάθε παιδιού τέτοιας ηλικίας από ενέργειες ή λόγια άλλων, πόσο μάλλον όταν προέρχονται από τους ίδιους τους καθηγητές του. Προς τιμή της η κυρία Μιχαηλίδου Επίτροπος για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, τοποθετήθηκε επισήμως αναφέροντας ότι «η ελευθερία της έκφρασης δεν υπόκειται στις επιλογές και τις επιθυμίες ισχυρών κοινωνικών ομάδων, τις οποίες επιχειρούν να επιβάλουν απορρίπτοντας παράλληλα διαφορετικές απόψεις» κάνοντας έκκληση σε όλους «να ενδυναμώσουμε τη φωνή των παιδιών αντί να επιχειρούμε να τα φιμώσουμε».
Διαβάστε επίσης: Ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας αναφορικά με το άρθρο που δημοσιεύθηκε σε σχολικό έντυπο
Εν κατακλείδι, το σχολείο μέσω των διδασκόντων οφείλει να προάγει και να διασφαλίζει την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης και να παρέχει τα κατάλληλα εφόδια τα οποία είναι απαραίτητα για τους μαθητές ιδίως του Λυκείου ώστε να αναπτύξουν εκείνες τις ικανότητες που θα τους βοηθήσουν να δημιουργήσουν μια ώριμη κριτική σκέψη, για να μπορούν να είναι ωφέλιμοι στην κοινωνία των ενηλίκων στην οποία πολύ σύντομα θα ενταχθούν. Είναι οξύμωρο αφενός η κυπριακή κοινωνία να εναποθέτει τις ελπίδες της για ένα καλύτερο μέλλον στη νέα γενιά και αφετέρου με κάθε ευκαιρία να επιτίθεται σε αυτή προσπαθώντας να την φιμώσει.