1.Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 261/2004
Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 261/2004 (εφεξής “ο Κανονισμός”) για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91, αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιμο νομοθέτημα, το οποίο καθορίζει τα δικαιώματα όσων ταξιδεύουν αεροπορικώς εντός ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή του παραπάνω Κανονισμού, είναι το αεροδρόμιο αναχώρησης του επιβάτη να βρίσκεται σε έδαφος κράτους μέλους της ΕΕ, ενώ σε περίπτωση αναχώρησης από τρίτη χώρα προς αερολιμένα κράτους μέλους της ΕΕ, η πτήση θα πρέπει να εκτελείται από κοινοτικό αερομεταφορέα, δηλαδή αεροπορική εταιρεία που διαθέτει έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης την οποία έχει χορηγήσει κράτος μέλος της ΕΕ. Κρίνεται σκόπιμο να γίνει διάκριση μεταξύ τεσσάρων περιπτώσεων στις οποίες ο επιβάτης έχει συγκεκριμένα δικαιώματα, τα οποία προβλέπονται στον Κανονισμό, δικαιούται αποζημίωση και μπορεί να διεκδικήσει ακόμη και την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου: α) η άρνηση επιβίβασης, β) η ματαίωση, γ) η καθυστέρηση πτήσης η οποία αποτελεί και τη πιο συνηθισμένη περίπτωση καταβολής αποζημίωσης και δ) η αλλαγή θέσης.
Είναι χρήσιμο να αναφερθεί πως υπάρχει σαφής υποχρέωση του αερομεταφορέα να ενημερώνει τους επιβάτες για τα δικαιώματά τους με αναρτημένη και ευανάγνωστη γνωστοποίηση στο σημείο ελέγχου των εισιτηρίων.
α) Άρνηση επιβίβασης
Σε περίπτωση που ο αερομεταφορέας εκτιμά ότι υπάρχει ανάγκη άρνησης επιβίβασης, θα πρέπει σε πρώτο στάδιο να αναζητήσει «εθελοντές» επιβάτες οι οποίοι θα παραιτηθούν από τις κρατήσεις τους και θα έχουν ως αντάλλαγμα κάποιο όφελος το οποίο θα συμφωνηθεί μεταξύ του επιβάτη και του αερομεταφορέα (βλ. άρθρο 4 του Κανονισμού). Επιπρόσθετα, οι εν λόγω επιβάτες δικαιούνται επιστροφή του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου τους εντός επτά ημερών ή τη μεταφορά τους στο τελικό προορισμό το συντομότερο δυνατό (βλ. άρθρο 8 του Κανονισμού). Βέβαια, εάν δεν εντοπιστούν «εθελοντές» επιβάτες, ο αερομεταφορέας έχει τη δυνατότητα να προβεί σε άρνηση επιβίβασης παρά τη θέληση των επιβατών, οι οποίοι όμως θα δικαιούνται αποζημίωση με βάση το άρθρο 7 του Κανονισμού (το οποίο θα αναλυθεί εκτενέστερα παρακάτω), επιστροφή χρημάτων ή μεταφορά με άλλη πτήση καθώς και δικαίωμα φροντίδας, πχ. γεύματα, διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο κτλ. (βλ. άρθρο 9 του Κανονισμού).
β) Ματαίωση πτήσης
Σε περίπτωση ματαίωση της πτήσης, οι επιβάτες έχουν δικαίωμα επιστροφής των χρημάτων τους ή μεταφοράς με άλλη πτήση (βλ. άρθρο 8 του Κανονισμού) και δικαίωμα φροντίδας (βλ. άρθρο 9 του Κανονισμού) ενώ μπορούν επιπρόσθετα να διεκδικήσουν αποζημίωση με βάση το άρθρο 7 (το οποίο όπως προαναφέρθηκε θα αναλυθεί παρακάτω). Βέβαια, όταν ο αερομεταφορέας πληροφορήσει τους επιβάτες για ματαίωση εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος πριν την ημερομηνία πραγματοποίησης της πτήσης και/ή τους προσφέρεται δυνατότητα πραγματοποίησης του ταξιδιού με εναλλακτική πτήση, η αεροπορική εταιρεία δεν είναι υποχρεωμένη να καταβάλει οποιαδήποτε αποζημίωση (βλ. αναλυτικά το άρθρο 5(γ) του Κανονισμού).
γ) Καθυστέρηση πτήσης
Η πιο συνηθισμένη περίπτωση καταβολής αποζημίωσης σε επιβάτες που ταξιδεύουν αεροπορικώς αποτελεί η καθυστέρηση πτήσης. Εκτός από το άρθρο 6 του Κανονισμού, το οποίο προβλέπει ότι σε περίπτωση καθυστέρησης, οι επιβάτες έχουν δικαίωμα φροντίδας και σε ορισμένες περιπτώσεις δικαιούνται επιστροφή των χρημάτων τους (βλ. εκτενέστερα το άρθρο 6 του Κανονισμού), με βάση τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C-402/07 και C-432/07 Sturgeon κατά Condor Flugdienst GmbH και Böck κ.λ. κατά Air France SA), οι επιβάτες οι οποίοι φθάνουν στον προορισμό τους με καθυστέρηση τριών ή περισσότερων ωρών δικαιούνται να λάβουν σημαντικό χρηματικό ποσό ως αποζημίωση. Ειδικότερα, για όλες τις πτήσεις έως 1500 χιλιόμετρα (οι αποστάσεις υπολογίζονται με τη μέθοδο της μεγιστοκύκλιας διαδρομής) οι επιβάτες δικαιούνται να λάβουν το ποσό των 250 ευρώ, για τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων δικαιούνται να λάβουν το ποσό των 400 ευρώ όπως και σε όλες τις άλλες πτήσεις μεταξύ 1500 και 3500 χιλιομέτρων, ενώ δικαιούνται να λάβουν το ποσό των 600 ευρώ όταν η πτήση τους δεν εμπίπτει στις παραπάνω περιπτώσεις. Αξίζει να επισημανθεί, ότι σε περίπτωση που προσφερθεί η δυνατότητα ο επιβάτης να φθάσει στον προορισμό του με άλλη πτήση και η ώρα άφιξής του (με τη νέα πτήση) δεν θα ξεπερνά την αρχικά προγραμματισμένη ώρα άφιξής του (βλ. αναλυτικά προϋποθέσεις άρθρου 7 παρ. 2 του Κανονισμού) στον προορισμό, ο αερομεταφορέας μπορεί να μειώσει την αποζημίωση κατά 50% (βλ. άρθρο 7 του Κανονισμού).
Η αεροπορική εταιρεία μπορεί να αρνηθεί τις υποχρεώσεις της σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις όταν συντρέχουν έκτακτες περιστάσεις, δηλαδή συνθήκες πολιτικής αστάθειας, άσχημα καιρικά φαινόμενα που δεν επιτρέπουν την πραγματοποίηση συγκεκριμένης πτήσης, κίνδυνοι για τους επιβάτες κτλ., και όταν εν γένει ανακύψουν προβλήματα τα οποία δεν θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί ακόμη και εάν ο συγκεκριμένος αερομεταφορέας είχε λάβει όλα τα εύλογα μέτρα για να αποφευχθεί η καθυστέρηση ή η ματαίωση. Ωστόσο, δεν σημαίνει πως η επίκληση εκτάκτων περιστάσεων αυτομάτως απαλλάσσει τον αερομεταφορέα από τις υποχρεώσεις του καθώς αυτές θα πρέπει να αποδειχθούν με αναλυτικά στοιχεία και λεπτομέρειες.
δ) Αλλαγή θέσης
Η τελευταία κατηγορία αφορά την περίπτωση που ο αερομεταφορέας «τοποθετήσει» επιβάτη σε θέση ανώτερη από εκείνη για την οποία έχει αγορασθεί το εισιτήριο, και όπως εύλογα γίνεται αντιληπτό ο επιβάτης δεν μπορεί να απαιτήσει οποιαδήποτε επιπλέον πληρωμή. Αντιθέτως, όταν ο επιβάτης «τοποθετηθεί» σε θέση κατώτερη, τότε δικαιούται επιστροφή του 30% ή του 50% ή του 75% του εισιτηρίου του ανάλογα με την απόσταση της πτήσης του, εντός επτά ημερών (βλ. άρθρο 10 του Κανονισμού)
2.Η Σύμβαση του Μόντρεαλ
Η Σύμβαση του Μόντρεαλ αποτελεί ένα ιδιαιτέρως χρήσιμο «νομικό εργαλείο» για τους επιβάτες που ταξιδεύουν αεροπορικώς καθώς προνοεί αποζημιώσεις έως 1.220 ευρώ (βλ. άρθρο 22 της Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές) για φθαρμένες, καθυστερημένες ή απολεσθέντες αποσκευές. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί πως οι παραδοτέες αποσκευές είναι φθαρμένες ή δεν εντοπίζονται στον ιμάντα που βρίσκεται στον χώρο αφίξεων του αεροδρομίου, συνιστάται αρχικά αυτό να δηλωθεί προτού απομακρυνθείτε από το αεροδρόμιο με τη συμπλήρωση ειδικού εντύπου, στο οποίο θα καταγραφούν λεπτομέρειες της αποσκευής, η οποία έχει φθαρεί ή στην χειρότερη περίπτωση απολεσθεί. Το αίτημα για αποζημίωση εξαιτίας φθοράς της παραδοτέας αποσκευής μπορεί να υποβληθεί εντός 7 ημερών από την ημέρα άφιξης στο αεροδρόμιο, ωστόσο θα πρέπει να αποδειχθεί ότι η φθορά συνέβη, ενόσω η αποσκευή βρισκόταν κάτω από τη διαχείριση της αεροπορικής εταιρείας. Το αίτημα για αποζημίωση εξαιτίας της καθυστέρησης ή απώλειας της παραδοτέας αποσκευής μπορεί να αναφερθεί εντός 21 ημερών από την ημέρα άφιξης στο αεροδρόμιο, ενώ η αποσκευή θεωρείται πλέον απολεσθείσα εάν δεν μπορεί να εντοπιστεί εντός 21 ημερών από την ημέρα της προγραμματισμένης άφιξης, μέσω τους διεθνούς συστήματος ανεύρεσης αποσκευών.