Λίγες μόνο μέρες πριν την κατάληξη της μεταβατικής περιόδου για την πλήρη αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζονται δυσκολίες ως προς την επίτευξη της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι τελευταίες μέρες ήταν έντονες όσον αφορά στο διπλωματικό παρασκήνιο και η ενημέρωση περί των εξελίξεων παραμένει αμφίσημη, με την κατάσταση να είναι μετέωρη, ενόψει και των ακανθωδών ζητημάτων που παραμένουν ανοικτά όσον αφορά την μετά το Brexit σχέση μεταξύ των δυο πάλαι ποτέ εταίρων.
Ένα από τα «καυτά» ζητήματα που παραμένει είναι το ζήτημα της αλιείας, ήτοι της πρόσβασης ευρωπαϊκών αλιευτικών σκαφών στις θαλάσσιες ζώνες του Ηνωμένου Βασιλείου, ως ίσχυε δηλαδή προ της εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτεί όπως ο αλιευτικός της στόλος έχει πρόσβαση στα ύδατα του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλιώς οι Βρετανοί αλιείς δεν θα έχουν πλέον ειδική πρόσβαση στις ευρωπαϊκές αγορές για να πωλούν τα προϊόντα τους. Το Ηνωμένο Βασίλειο από την άλλη επιμένει όπως έχει τον πλήρη έλεγχο των υδάτων του για σκοπούς πρόσβασης ευρωπαϊκών αλιευτικών σκαφών, ενασκώντας την πλήρη κρατική του κυριαρχία, ως ήταν άλλωστε ο στόχος της αποχώρησής του από την Ένωση, στην οποία τα κράτη – μέλη εκχωρούν κάποιο βαθμό της εθνικής τους κυριαρχίας προς όφελος της λειτουργίας της. Στο παρόν χρονικό σημείο, τα δυο μέρη συζητούν για μια μεταβατική περίοδο πρόσβασης όπου αυτή θα μειώνεται σταδιακά και με την πάροδο του χρόνου, ούτως ώστε να αποφευχθούν προβλήματα που θα προκύψουν με τον άμεσο τερματισμό πρόσβασης.
Ανοικτά παραμένουν επίσης τα ζητήματα που αφορούν τους κανόνες ανταγωνισμού αλλά και της διαδικασίας ελέγχου και επιβολής των κανόνων που θα συμφωνηθούν, του δικαιοδοτικού δηλαδή πλαισίου που θα ορίζει την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν από την συμφωνία, εάν φυσικά αυτή επέλθει. Σε όλες τις περιπτώσεις, είναι γεγονός ότι παραμένουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των κόκκινων γραμμών των δυο πλευρών όσον αφορά τον επί ίσοις όροις ανταγωνισμό (level-playing field), το γεγονός δηλαδή ότι οι εταιρείες στις δυο πλευρές της Μάγχης θα έχουν κοινούς κανόνες που να διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρχει αθέμιτο όφελος για κανένα σε σχέση με τους κανόνες του ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων που αφορούν το εργατικά δικαιώματα, τους κανόνες για το περιβάλλον και την κρατική στήριξη σε οργανισμούς, που αποτελούν ένα εκ των βασικών πυλώνων του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Τονίζεται εξ υπαρχής ότι σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους οπόταν και λήγει η μεταβατική περίοδος, το Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιβάλουν δασμούς και συνοριακούς ελέγχους. Προς τούτο, το Βρετανικό Εμπορικό Επιμελητήριο προειδοποίησε πρόσφατα ότι οι πλείστες επιχειρήσεις δεν είναι έτοιμες για τις αλλαγές που θα επέλθουν άμεσα στο τέλος του έτους σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, με ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες. Ο χρόνος κυλάει γρήγορα και τα περιθώρια στενεύουν, αφού ακόμη και σε περίπτωση επίτευξης συμφωνίας, αυτή θα πρέπει να μετουσιωθεί σε ένα νομικά δεσμευτικό κείμενο το οποίο θα πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προ της 31ης Δεκεμβρίου 2020, ενώ ανοικτό παραμένει το σενάριο έγκρισης της όποιας συμφωνίας από τα εθνικά κοινοβούλια των 27 κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανάλογα με το περιεχόμενό της, ενώ και το βρετανικό κοινοβούλιο θα πρέπει να νομοθετήσει επί μερών της όποιας συμφωνίας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο ήδη η Κυβέρνηση Τζόνσον έθεσε ενώπιον της Βουλής των Κοινοτήτων Νομοσχέδιο σε σχέση με την εσωτερική αγορά, συγκεκριμένες πρόνοιες του οποίου θα επιτρέπουν στη Βρετανία να παραβιάζει ουσιαστικά κανόνες του διεθνούς δικαίου που αφορούν στις διεθνείς συνθήκες κάτι το οποίο δεν γίνεται αποδεκτό από την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και από την Βουλή των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου.