- Εισαγωγή
H αναγκαιότητα για απουσία από την εργασία τους, για φροντίδα των παιδιών τους είναι αναμφισβήτητα ένα φλέγον ζήτημα που απασχολεί όλους τους εργαζόμενους γονείς. Η αναγκαιότητα μπορεί να προκύψει σε περίπτωση ασθενείας των παιδιών, λόγω μη λειτουργίας των σχολείων, όπως για παράδειγμα συνεπεία του κορωνοιού, σχολικών διακοπών ή αργιών, ακόμη και τοπικών σχολικών αργιών, κ.τ.λ., όπου οι γονείς δεν έχουν εναλλακτικό τρόπο φύλαξης και φροντίδας των παιδιών τους για να παραστούν στην εργασία τους. Επίσης, ο εργαζόμενος μπορεί να χρειαστεί να απουσιάσει από την εργασία του για λόγους ανωτέρας βίας που συνδέονται με επείγοντες οικογενειακούς λόγους σε περίπτωση ασθένειας ή ατυχήματος οι οποίοι καθιστούν απαραίτητη την άμεση παρουσία του εργαζομένου σε χώρο άλλο από την εργασία του.
Το θέμα της γονικής άδειας ρυθμίζεται από τον περί Γονικής Άδειας και Άδειας για Λόγους Ανωτέρας Βίας Νόμο του 2012 (47 (Ι)/2012 (στο εξής ο «Νόμος») και εφαρμόζεται σε όλους τους εργοδοτουμένους, άνδρες και γυναίκες, που έχουν συμπληρώσει συνεχή απασχόληση 6 μηνών στον ίδιο εργοδότη, περιλαμβανομένων εργοδοτουμένων με μερική απασχόληση, με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση ή σχέση εργασίας με επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης.
2. Τι περιλαμβάνει το δικαίωμα γονικής άδειας
Η γονική άδεια είναι άδεια χωρίς απολαβές, πέραν της ετήσιας άδειας ανάπαυσης, με σκοπό τη φροντίδα και ανατροφή του παιδιού και έχει συνολική διάρκεια 18 εβδομάδων για κάθε παιδί. Σε περίπτωση χήρου γονέα η διάρκεια αυξάνεται σε περίοδο 23 εβδομάδων.
Η γονική άδεια μπορεί να ληφθεί από την λήξη της άδειας μητρότητας μέχρι και την συμπλήρωση του 8ου έτους κάθε παιδιού. Σε περίπτωση υιοθεσίας, το χρονικό διάστημα καθορίζεται για περίοδο 8 ετών από την ημερομηνία υιοθεσίας, νοουμένου ότι το παιδί δεν θα υπερβεί μέχρι τότε το 12ο έτος της ηλικίας του.
Στην περίπτωση παιδιού με αναπηρία η γονική άδεια λαμβάνεται από την λήξη της άδειας μητρότητας μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας του παιδιού.
Στις περιπτώσεις 1 ή 2 παιδιών στην οικογένεια, η γονική άδεια δύναται να ληφθεί με ελάχιστη διάρκεια 1 εβδομάδας και μέγιστη διάρκεια πέντε 5 συνεχόμενων εβδομάδων, ανά ημερολογιακό έτος. Η περίοδος αυτή αυξάνεται στις 7 εβδομάδες για 3 ή περισσότερα παιδιά. Σε περίπτωση που ο εργοδότης συναινεί, η μέγιστη αυτή διάρκεια της άδειας που καθορίζει ο Νόμος δύναται να υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται και να είναι μεγαλύτερη.
Δικαίωμα αίτησης έχουν και οι δύο γονείς ξεχωριστά και συγκεκριμένα η μητέρα με τη λήξη της άδειας μητρότητας μέχρι και το 8ο έτος ηλικίας του κάθε παιδιού και ο πατέρας από την γέννηση του κάθε παιδιού μέχρι το 8ο έτος ηλικίας του κάθε παιδιού.
3. Προειδοποίηση για λήψη γονικής άδειας
Ο εργαζόμενος υποχρεούται να προειδοποιήσει γραπτώς τον εργοδότη του, 3 εβδομάδες πριν από την ημέρα έναρξης της γονικής άδειας, και να αναφέρει την ημέρα έναρξης και λήξης της. Στις περιπτώσεις σοβαρής ασθένειας ή πάθησης παιδιού, η προειδοποίηση μειώνεται σε 1 εβδομάδα. Τέτοιες περιπτώσεις θεωρούνται οι ακόλουθες:
- Ογκολογικές παθήσεις.
- Συγγενείς καρδιοπάθειες.
- Σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και κατάγματα οστών.
- Γενετικά και μεταβολικά σύνδρομα.
- Σοβαρές νευρολογικές διαταραχές.
- Μεσογειακή αναιμία, δρεπανοκυτταρική αναιμία, ιδιοπαθής θρομβοπενική πορφύρα, αιμορροφιλία και άλλες συναφείς παθήσεις.
- Σηψαιμία, μηνιγγίτιδα και άλλες σοβαρές μικροβιακές λοιμώξεις.
- Εγκεφαλίτιδες.
- Χρόνιες παθήσεις του αναπνευστικού.
- Χρόνια νεφρική ανεπάρκεια.
- Χρόνια ανοσοποιητική ανεπάρκεια.
- Υποφυσιακή ανεπάρκεια ή έλλειψη αυξητικής ορμόνης.
- Σακχαρώδης διαβήτης.
- Κυστική ίνωση.
- Ασθένειες/παθήσεις λόγω πρόωρης γέννησης (αν η περίοδος γονικής άδειας αφορά την περίοδο πριν τη λήξη της άδειας μητρότητας, ισχύει μόνο για άνδρες δικαιούχους).
Σε περίπτωση που η γονική άδεια ζητείται για λόγος ανωτέρας βίας ο εργοδοτούμενος οφείλει να ειδοποιεί τον εργοδότη του το συντομότερο δυνατό.
4. Δικαιώματα εργοδότη
Ο εργοδότης έχει δικαίωμα να αρνηθεί τη χορήγηση γονικής άδειας εάν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι ο εργαζόμενος δεν δικαιούται τέτοια άδεια. Θα πρέπει όμως, προτού αρνηθεί, να ενημερώσει γραπτώς τον εργαζόμενο για την πρόθεση του να μην του χορηγήσει άδεια, και να καλέσει τον εργαζόμενο να υποβάλει εντός 7 ημερών τους λόγους που πιστεύει ότι δικαιούται την άδεια. Πριν ο εργοδότης αποφασίσει να αρνηθεί τη χορήγηση της γονικής άδειας, υποχρεούται να λάβει υπόψη τους λόγους για τους οποίους ο εργαζόμενος πιστεύει ότι δικαιούται την άδεια και εάν αρνηθεί θα πρέπει να αιτιολογήσει τους λόγους άρνησής του.
O εργοδότης δικαιούται, μετά από διαβούλευση με τον επηρεαζόμενο εργοδοτούμενο, να μεταθέσει την ημερομηνία χορήγησης της γονικής άδειας για λόγους που σχετίζονται με την εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης, όπως όταν η εργασία είναι εποχιακού χαρακτήρα, για παράδειγμα, όταν δεν δύναται να ανευρεθεί αναπληρωτής κατά την περίοδο που καθορίζεται στην προειδοποίηση, όταν σημαντικό ποσοστό του εργατικού δυναμικού ζητά γονική άδεια συγχρόνως, όταν συγκεκριμένα καθήκοντα έχουν στρατηγική σημασία.
Ο εργοδότης, εντός 2 εβδομάδων από την υποβολή του αιτήματος από τον εργοδοτούμενο για λήψη γονικής άδειας, υποχρεούται να δώσει γραπτώς στον εργοδοτούμενο τους λόγους της μετάθεσης της ημερομηνίας χορήγησης της γονικής άδειας, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους 6 μήνες από την ημερομηνία κοινοποίησης της αναβολής.
Εάν ο εργοδότης έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι η γονική άδεια χρησιμοποιείται για σκοπό άλλο από τη φροντίδα και ανατροφή του παιδιού για το οποίο λαμβάνεται, ο εργοδότης δύναται να τερματίσει τη γονική άδεια. Πριν όμως πράξει τούτο, ο εργοδότης υποχρεούται να ενημερώσει γραπτώς τον εργοδοτούμενο για την πρόθεσή του να το πράξει και να καλέσει τον εργοδοτούμενο να υποβάλει τις παραστάσεις του εντός 7 ημερών και υποχρεούται να λάβει υπόψη τις παραστάσεις του εργοδοτουμένου πριν αποφασίσει να τερματίσει τη γονική άδεια.
Σε περίπτωση που ο εργοδότης αποφασίσει να τερματίσει τη γονική άδεια υποχρεούται να ενημερώσει περί τούτου γραπτώς τον εργοδοτούμενο αναφέροντας τους λόγους για την απόφαση του αυτή και την ημερομηνία του τερματισμού. H ημερομηνία εφαρμογής του τερματισμού της γονικής άδειας πρέπει να είναι τουλάχιστον 7 ημέρες μετά την ημερομηνία της σχετικής ειδοποίησης. Σε τέτοια περίπτωση, ο εργοδοτούμενος υποχρεούται να επιστρέψει στην εργασία του.
Μετά τη λήξη της γονικής άδειας ο εργοδοτούμενος δικαιούται να επανέλθει στην εργασία του στην ίδια παρόμοια θέση, η οποία δεν δύναται σε καμία περίπτωση να είναι κατώτερη από αυτήν που είχε πριν λάβει τη γονική άδεια. Ταυτόχρονα, ο εργοδοτούμενος, κατά την επιστροφή από τη γονική άδεια, δύναται να ζητήσει αλλαγές στο ωράριο και/ή την οργάνωση της εργασίας του για καθορισμένη χρονική περίοδο. Ο εργοδότης εξετάζει και ανταποκρίνεται στα εν λόγω αιτήματα, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες τόσο του εργοδότη όσο και του εργοδοτούμενου.
Κατά τον χρόνο απουσίας του εργοδοτούμενου από την εργασία του ο εργοδοτούμενος πιστώνεται με ασφαλιστέες αποδοχές σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου και ο χρόνος απουσίας του εργοδοτούμενου από την εργασία του, δε λογίζεται ως χρόνος ετήσιας άδειας δυνάμει του περί Eτησίων Aδειών μετ’ Aπολαβών Nόμου.
5. Απαγόρευση τερματισμού απασχόλησης – Διακοπή απασχόλησης
H αίτηση για λήψη, ή η λήψη γονικής άδειας, ή η απουσία από την εργασία για λόγους ανωτέρας βίας, δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης ή τερματισμού της απασχόλησης και δεν διακόπτει το συνεχές της απασχόλησης.
Ο εργοδότης εμποδίζεται από του να τερματίζει την απασχόληση εργοδοτουμένου ή να δίδει προειδοποίηση τερματισμού απασχόλησης σε εργοδοτούμενο κατά τη χρονική περίοδο που αρχίζει από τη στιγμή της υποβολής αίτησης για λήψη γονικής άδειας και που λήγει με το τέλος της περιόδου γονικής άδειας, ή προειδοποίηση τερματισμού απασχόλησης η οποία εκπνέει κατά τη διάρκεια της προαναφερθείσας περιόδου, ή προειδοποίηση τερματισμού απασχόλησης κατά τη διάρκεια απουσίας για λόγους ανωτέρας βίας.
Ανεξάρτητα από τον πιο πάνω περιορισμό, η προειδοποίηση τερματισμού ή ο τερματισμός απασχόλησης, δεν αποτελεί αδίκημα αν (α) ο εργοδοτούμενος είναι ένοχος σοβαρού παραπτώματος (β) συνεπεία συμπεριφοράς η οποία δικαιολογεί τη ρήξη της σχέσης εργοδότησης (γ) αν η σχετική επιχείρηση έπαυσε να λειτουργεί και (δ) αν η περίοδος διάρκειας της σύμβασης εργασίας έχει λήξει.
6. Δικαιοδοσία Δικαστηρίου και Κυρώσεις
Διαφορές αστικής φύσεως που προκύπτουν από τα πιο πάνω υπάγονται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.
Εργοδότης ο οποίος βρεθεί ένοχος για παραβάσεις οποιαδήποτε από τις διατάξεις του Nόμου υπόκειται σε χρηματική ποινή το ύψος της οποίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τις €7.500,00.
7. Εναρμόνιση Κύπρου με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2019/1158 σχετικά με την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής για τους γονείς και τους φροντιστές και την κατάργηση της οδηγίας 2010/18/ΕΕ του Συμβουλίου (στο εξής η «Οδηγία»)
Αναμένεται τροποποίηση του Νόμου, για εναρμόνιση της Κύπρου με σχετική Οδηγία που προβλέπει, μεταξύ άλλων, πληρωμένη γονική άδεια, αφού η Κύπρος θα πρέπει να εναρμονιστεί με τη σχετική Οδηγία για συμφιλίωση της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή μέχρι τον Αύγουστο του 2022.
Η Οδηγία προβλέπει, μεταξύ άλλων, οι εργαζόμενοι τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα να δικαιούνται γονική άδεια για διάστημα 4 μηνών, εκ των οποίων, οι 2 μήνες να είναι είτε πληρωμένοι από τον εργοδότη ή να καταβάλλεται για αυτούς κρατικό επίδομα. Προβλέπεται επίσης επιλογή για ευέλικτες μορφές απασχόλησης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, αλλά και για διασφάλιση δικαιώματος απουσίας από την εργασία για λόγους ανωτέρας βίας ή και για φροντίδα άλλου μέλους της οικογένειας πέραν των παιδιών.
8. Κατάληξη
Σκοπός του Νόμου είναι άνδρες και γυναίκες να απολαμβάνουν ίσης μεταχείρισης όσον αφορά τα δικαιώματα τους ως γονείς, διαφυλάσσοντας παράλληλα τα εργασιακά τους δικαιώματα. Οι διατάξεις του Νόμου δεν εμποδίζουν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις με συλλογικές συμβάσεις ή με συμφωνίες μεταξύ εργοδότη και εργοδοτούμενου.