Είχα την ευκαιρία μετά τη δημοσίευση του άρθρου μου σε σχέση με τη συνταγματικότητα της απαίτησης για την προσκόμιση ιατρικού πιστοποιητικού, να μελετήσω τοποθετήσεις ορισμένων συναδέλφων που εξέφρασαν την αντίθετη άποψη και να τοποθετηθώ επί αυτών. Ένας εκλεκτός συνάδελφος, ο Δημήτρης Λοχίας, μου απάντησε προ ολίγου στην ιστοσελίδα της “ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ”, θέτοντας συγκεκριμένα επιχειρήματα με τρόπο που ευνοεί την διεξαγωγή του δημόσιου διαλόγου μεταξύ του νομικού κόσμου με νομική επιχειρηματολογία. Ορισμένα σχόλια:
1.Ο συνάδελφός μου αναφέρει ότι επίκληση πρακτικών και/ή του κειμένου του σχεδίου Συντάγματος δύναται να γίνει μόνο όπου υπάρχει αντίφαση μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού κειμένου του Συντάγματος δυνάμει του άρθρου 180 του Συντάγματος. Κατ’ ακρίβεια δεν είναι ακριβώς έτσι, αν και τα όσα θα αναφέρω θα ενισχύσουν το επιχείρημα του συναδέλφου. Για το σχέδιο Συντάγματος (στο οποίο δεν είχα αναφερθεί) ο συνάδελφος έχει απόλυτο δίκαιο. Τα πρακτικά όμως δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο για σκοπούς καθοδήγησης ούτε στην περίπτωση αντίφασης δυνάμει του άρθρου 180 του Συντάγματος (και για αυτό δεν αναφέρονται στο άρθρο 180) και αυτό υπήρξε συνειδητή απόφαση των συντακτών του Συντάγματος. Δεν αναφέρθηκα επομένως στα πρακτικά διότι συνιστούν πηγή δικαίου ή διότι θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη από ένα Δικαστήριο σε περίπτωση ερμηνείας του άρθρου 14 του Συντάγματος, αλλά για σκοπούς κατανόησης από τους αναγνώστες του ιστορικού θέσπισης του συγκεκριμένου άρθρου του Συντάγματος.
2.Ως προς τους αλλοδαπούς απλώς σημειώνω ότι το δικαίωμα του κοινού νομοθέτη να περιορίζει τα δικαιώματα των αλλοδαπών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, πηγάζει από το άρθρο 32 του Συντάγματος.
3.Ως προς την ουσία δεν διαφωνούμε ότι το άρθρο 14 του Συντάγματος διέπει κατ’ αρχήν το δικαίωμα εισόδου πολιτών της Δημοκρατίας στην χώρα. Η θέση μου άλλωστε ότι το δικαίωμα συνδέεται εκ των πραγμάτων με την εξορία/απέλαση δεν μεταβάλλει την κατάσταση, εφόσον ο ορισμός των περιπτώσεων κατά τις οποίες κάποιος θα κηρυσσόταν σε εξορία δεν περιορίζεται σε πολιτικούς λόγους, αλλά καλύπτει την συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων κατά τις οποίες θα εμποδίζεται σε κάποιον πολίτη η είσοδος στη Δημοκρατία.
4.Εκεί που διαφωνούμε είναι κατά βάση στον τρόπο ερμηνείας του άρθρου. Για να αναφερθώ σε ένα απλό παράδειγμα: Το άρθρο 30 του Συντάγματος αναφέρει ότι ‘Εις ουδένα δύναται ν’ απαγορευθή η προσφυγή ενώπιον του δικαστηρίου, εις ο δικαιούται να προσφύγη δυνάμει του Συντάγματος’. Η διάταξη θέτει επομένως με τρόπο απόλυτο ότι σε ουδένα δύναται να απαγορευθεί η προσφυγή. Εντούτοις, το άρθρο προφανώς και έχει κριθεί και από το ΕΔΔΑ και από το κυπριακό Ανώτατο Δικαστήριο ότι δεν είναι απόλυτο διότι επιτρέπει την ρύθμιση της άσκησης του δικαιώματος και την καθιέρωση διατυπώσεων, όπως για παράδειγμα την τήρηση προθεσμιών, τύπων, δικονομικών κανόνων και άλλων παραμέτρων. Αυτά δεν αναγράφονται ρητά στο Σύνταγμα, αλλά κανένας δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί πειστικά ότι το Σύνταγμα εγκαθιδρύει απόλυτη διάταξη και πάντως μια παρόμοια θέση έχει επανειλημμένα απορριφθεί από τα Δικαστήρια.
5.Παρομοίως και εδώ, το άρθρο 14 του Συντάγματος υπόκειται σε έλλογους περιορισμούς ως εκ της φύσης του. Αν για παράδειγμα Κύπριος πολίτης θέλει να έλθει με αεροπλάνο από χώρα που υπάρχει εν ισχύ απαγόρευση πτήσεων δεν θεωρώ ότι συνιστά η μη είσοδός του απαγόρευση εισόδου που απαγορεύεται από το άρθρο 14. Ο καθορισμός νόμιμων σημείων εισόδου στη Δημοκρατία δεν μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ως απαγόρευση εισόδου που απαγορεύεται από το άρθρο 14. Παρομοίως, αν ομάδα πολιτών της Δημοκρατίας είναι δεδηλωμένοι τρομοκράτες και βρίσκονται στο αεροπλάνο με βαρύ οπλισμό με σκοπό να προβούν σε τρομοκρατικές ενέργειες καμικάζι με την κάθοδό τους στην Κύπρο, θεωρώ αυτονόητο ότι η Δημοκρατία θα μπορούσε να απαγορεύσει προσωρινά την είσοδο τους στη Δημοκρατία. Η ερμηνεία δεν μπορεί να οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα και δεν συμφωνώ με την εισήγηση πως οποιοσδήποτε προσωρινός περιορισμός συνιστά αυτόματα και απαγόρευση εισόδου.
6.Εν προκειμένω έχουμε την ρύθμιση άσκησης ενός δικαιώματος, δηλαδή σε πιστοποιητικό που πρέπει να προσκομίσει κάποιος για να μπορεί να εισέλθει στη Δημοκρατία και όχι σε απαγόρευση εισόδου. Και η διάκριση μεταξύ απαγόρευσης εισόδου και ρύθμισης της άσκησης δικαιώματος, ως ανέφερα και ανωτέρω, είναι ιδιαίτερα σημαντική και στο κυπριακό δίκαιο. Η ρύθμιση έγινε μάλιστα για προσωρινό χρονικό διάστημα και κατ’ επίκληση της δημόσιας υγείας που είναι με τη σειρά του υπέρτατο αγαθό. Δεν συμφωνώ ότι η κάθε ρύθμιση της άσκησης ενός δικαιώματος εμπίπτει άνευ ετέρου εντός της έννοιας της απαγόρευσης εισόδου. Ούτε και από την ερμηνεία της ΕΣΔΑ θεωρώ ότι προκύπτει μια παρόμοια ερμηνεία, εφόσον άλλωστε, ως ήδη ανέφερα, το ΕΔΔΑ αποδέχεται την δυνατότητα προσωρινών μέτρων, ενώ παγιωμένα η νομολογία του ΕΔΔΑ διακρίνει μεταξύ ‘απαγόρευσης’ και ‘ρύθμισης της άσκησης’ δικαιωμάτων.
7.Ο αγαπητός μου συνάδελφος εγείρει επίσης το ζήτημα ότι το μέτρο είναι δυσανάλογο και μη κατάλληλο. Όντως το θέμα είναι εξαιρετικά ευαίσθητο. Και ως ανθρώπινες κοινωνίες η υποχρέωση στην εισαγωγή παρόμοιων μέτρων είναι όντως απογοητευτική. Όλα τα μέτρα που εισήχθησαν συνιστούν έντονο περιορισμό κάποιου δικαιώματος, είτε αυτό είναι το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης, ελευθερίας, θρησκευτικής ελευθερίας, άσκησης εργασίας, εκπαίδευσης, συνέρχεσθαι ειρηνικώς. Και δεν υπάρχει κάποιος από μας που δεν βιώνει έντονα το βάρος των μέτρων που επιβλήθηκαν. Η επίκληση όμως προφανώς των ακραίων περιορισμών είναι η δημόσια υγεία, η οποία συνιστά λόγο εξαιρετικής σημασίας. Το μεγαλύτερο πρόβλημα σε όλες τις χώρες είναι η αδυναμία των ιατρικών δομών να διαχειριστούν τα πρόσωπα που τίθενται υπό καραντίνα και που είναι φορείς του ιού ή ασθενούν. Το μεγαλύτερο πρόβλημα με την κάθοδο χιλιάδων προσώπων που θα πρέπει να μπουν σε καραντίνα είναι ότι το σύστημα θα καταρρεύσει. Αν το σύστημα αφεθεί να καταρρεύσει, τότε περισσότερος κόσμος θα πεθάνει για τον απλούστατο λόγο ότι το σύστημα δεν θα μπορεί να τον εξυπηρετήσει. Αυτό σημαίνει διακινδύνευση των προσώπων που θα έλθουν, των συγγενών τους και του λαού γενικότερα. Ήδη σε άλλες εμβληματικές δυτικές δημοκρατίες το σύστημα κατέρρευσε και η απαγόρευση εισόδου σε πολίτες υπήρξε απόλυτη και μαζική για όσο διάστημα διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση. Η Κυβέρνηση οφείλει να επανεξετάζει συνεχώς τα μέτρα και να αναζητά εναλλακτικές και αντιλαμβάνομαι ήδη το πράττει. Η σωτηρία του λαού είναι όμως το υπέρτατο αγαθό.