Η Κύπρος έχει, δυστυχώς, μακρά και πικρή πείρα από τη μη εκτέλεση αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), καθώς οι αρχές στην Άγκυρα αρνούνται πεισματικά εδώ και χρόνια να συμμορφωθούν και να εκτελέσουν σωρεία αποφάσεων κατά της Τουρκίας που σχετίζονται με τις μαζικές, αλλά και ατομικές, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που το Δικαστήριο βρήκε ότι επισυνέβησαν και συνεχίζονται μέχρι σήμερα, ως αποτέλεσμα της παράνομης τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974 και της συνεχιζόμενης μέχρι σήμερα κατοχής του βόρειου τμήματος του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, δήλωσε ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Χριστοδουλίδης.
Αποφάσεις που αφορούν υποθέσεις εμβληματικές, όπως είναι οι τέσσερις Διακρατικές Προσφυγές της Κύπρου κατά της Τουρκίας, η Λοϊζίδου και η Ξενίδη-Αρέστη κατά της Τουρκίας, αλλά και σωρεία άλλων υποθέσεων όπως πιο πρόσφατα η Γκιουζελγιουρτλού, ανέφερε ο κ. Χριστοδουλίδης σε χαιρετισμό του σήμερα σε εκδήλωση της Νομικής Σχολής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου με θέμα «Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ΕΔΑΔ και η συμβολή του στην Ευρωπαϊκή Δικαιοταξία».
Στον χαιρετισμό του που διαβάστηκε στο συνέδριο, ο ΥΠΕΞ επαναβεβαίωσε την προσήλωση της Κυπριακής Δημοκρατίας και των αρχών της στην αμέριστη στήριξη του Δικαστηρίου, μέσω της πιστής εφαρμογής των αποφάσεών του και όχι μόνο, “ούτως ώστε το ΕΔΑΔ να συνεχίσει να επιτελεί αποτελεσματικά τον ρόλο του θεματοφύλακα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και για να παραμείνει πρωταγωνιστής στην προστασία, τη διάδοση και τη συνεχή ανανέωση, των πανευρωπαϊκών αξιών της ελευθερίας, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ισότητας, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου”.
Σημείωσε πως “ενώ η διαχείριση του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού των προσφυγών που καταχωρούνται προς εξέταση στο Δικαστήριο παραμένει αναμφίβολα μια σοβαρή πρόκληση, εξίσου σημαντική παράμετρος για την αξιοπιστία του συστήματος είναι και η έγκαιρη και αποτελεσματική εκτέλεση των αποφάσεων του ΕΔΑΔ από τα κράτη μέλη”.
“Η ευθύνη σε ό,τι αφορά το σκέλος αυτό βαραίνει βεβαίως αποκλειστικά τις αρχές των κρατών εναντίον των οποίων εκδίδονται οι αποφάσεις, αλλά στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει συμμόρφωση, αρμόδια για να παρέμβει και να διασφαλίσει την εκτέλεση των αποφάσεων είναι η Επιτροπή Αναπληρωτών Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, που απαρτίζεται από τους εκπροσώπους των κρατών μελών”, ανέφερε.
Ο κ. Χριστοδουλίδης επεσήμανε πως “στη μεταβατική περίοδο που διανύει η Ευρώπη στις μέρες μας, οι σύγχρονες κοινωνίες των χωρών μας διέρχονται μια βαθιά κρίση αξιών, τελώντας ταυτόχρονα υπό την πίεση μιας άνευ προηγουμένου αμφισβήτησης της παραδοσιακής πολιτικής και των θεσμών, συνθηκών οικονομικής αβεβαιότητας και παρατεταμένης αστάθειας και συρράξεων σε διάφορα σημεία στην περιφέρεια της ηπείρου μας, οι οποίες δημιουργούν, μάλιστα, και αναταράξεις στο εσωτερικό, λόγω, μεταξύ άλλων, και της μετακίνησης πληθυσμών που προκαλούν”.
“Υπό αυτά ακριβώς τα δεδομένα, ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως αυθεντικού και σταθερού εκφραστή και θεματοφύλακα των Ευρωπαϊκών αρχών και αξιών είναι αναμφίβολα καθοριστικός. Καθοριστικότερος ίσως από ποτέ, στα 60 χρόνια ζωής του Δικαστηρίου”, ανέφερε.
Επεσήμανε πως το Δικαστήριο είχε βάλει τον πήχη των προσδοκιών ψηλά από την αρχή αυτής της διαδρομής, το 1959. “Τόσο οι οραματιστές που σχεδίασαν το σύστημα αυτό της δικαστικής προστασίας σε μια εποχή που η Ευρώπη προσπαθούσε ακόμη να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες ενός καταστροφικού πολέμου, αλλά και κυρίως οι άνθρωποι που κλήθηκαν στη συνέχεια να σηκώσουν το βάρος της υλοποίησης του οράματος ― οι Δικαστές δηλαδή ― πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό να καταστήσουν το ΕΔΑΔ ουσιαστικό και αποτελεσματικό θεματοφύλακα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου”, σημείωσε
Είπε πως το σπουδαιότερο επίτευγμα του μεγαλεπήβολου για την εποχή και εμπνευσμένου αυτού εγχειρήματος ήταν, και εξακολουθεί να είναι, η πανευρωπαϊκή ομογενοποίηση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέσω της εδραίωσης του ατομικού δικαιώματος προσφυγής του κάθε Ευρωπαίου πολίτη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
“Ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας τη Σύμβαση δια μέσου των τελευταίων έξι δεκαετιών, το ΕΔΑΔ πέτυχε να εναρμονίσει τους εθνικούς κανόνες προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα 47 κράτη μέλη που αριθμεί το Συμβούλιο της Ευρώπης σήμερα, καθιστώντας τους ένα ενιαίο αξιακό σύνολο που αποτελεί τον πυρήνα αλλά και τη συνείδηση της Ευρωπαϊκής Δικαιοταξίας”, σημείωσε.
Δικαιώματα, πρόσθεσε, όπως αυτό στη ζωή, το δικαίωμα στην περιουσία, το δικαίωμα στη χρηστή απονομή δικαιοσύνης, του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, της ελευθερίας σκέψης, της ελευθερίας θρησκείας ή πίστης, έχουν αποκτήσει χάρη στο ΕΔΑΔ πανευρωπαϊκό νόημα και περιεχόμενο, συνθέτοντας ένα συνεκτικό και συνάμα πρωτοποριακό αξιακό μοντέλο, που αποτελεί σημαντικό κομμάτι της «ήπιας ισχύος» που ασκεί η Ευρώπη προς τον υπόλοιπο κόσμο.
“Προκλήσεις και ζητήματα που χρήζουν αντιμετώπισης υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν στη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είναι φυσιολογικό και αναπόφευκτο άλλωστε: το Δικαστήριο έχει καταστεί σε μεγάλο βαθμό -θύμα- της ίδιας του της επιτυχίας”, ανέφερε ο κ. Χριστοδουλίδης.
Πρόσθεσε πως “στα 60 χρόνια λειτουργίας του -το Δικαστήριο του Στρασβούργου-, όπως είναι γνωστό στο ευρύ κοινό, έχει εξετάσει και διαχειριστεί πέραν των 840.000 ατομικών προσφυγών – εκ των οποίων οι 1150 περίπου αφορούν την Κυπριακή Δημοκρατία – και έχει εκδώσει πέραν των 21.000 δικαστικών αποφάσεων. Αυτή τη στιγμή εκκρεμούν ενώπιόν του άλλες περίπου 60.000 προσφυγές και ο αριθμός αυτός θα ήταν σίγουρα πολλαπλάσιος χωρίς τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις της τελευταίας εικοσαετίας, με την υιοθέτηση των Πρωτοκόλλων 11 και 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να ξεχωρίζουν μεταξύ αυτών”, σημείωσε.
“Είναι συνεπώς προφανές, ότι πέραν των εσωτερικών μεταρρυθμίσεων που αφορούν τις μεθόδους εργασίας του Δικαστηρίου, η αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων επιτάσσει και τη θετική συμβολή και συνεργασία όλων των Συμβαλλόμενων Μερών στη Σύμβαση”, επεσήμανε ο ΥΠΕΞ.
Πηγή: KYΠΕ