“Το ισπανικό φορολογικό καθεστώς που διέπει ορισμένες συμφωνίες χρηματοδοτικής μισθώσεως από ναυπηγικές επιχειρήσεις συνιστά καθεστώς ενισχύσεων”, έκρινε σήμερα το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ. Σύμφωνα με το ΓΔΕΕ “οι παράνομες κρατικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ανακτηθούν από τους αποδέκτες τους”. Το καθεστώς παρείχε στις ναυτιλιακές εταιρίες τη δυνατότητα να αγοράζουν πλοία ναυπηγηθέντα από ισπανικές ναυπηγικές επιχειρήσεις με μείωση των τιμών κατά 20% έως 30%. Η Κομισιόν έκρινε κατά του μέτρου και με την απόφαση κατόπιν αναπομπής της 23ης Σεπτεμβρίου 2020, Ισπανία κ.λπ. κατά Επιτροπής (T515/13 RENV και T719/13 RENV), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές τις οποίες είχαν ασκήσει οι προσφεύγουσες.
Συγκεκριμένα, το ΓΔΕΕ απέρριψε επίσης τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται παραβίαση των αρχών που διέπουν την ανάκτηση των ενισχύσεων. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Κομισιόν, χωρίς να υποπέσει σε σφάλμα, διέταξε την ανάκτηση του συνόλου της ενισχύσεως από τους επενδυτές, μολονότι αυτοί μετέφεραν μέρος του πλεονεκτήματος σε άλλες επιχειρήσεις, δεδομένου ότι αυτές δεν θεωρούνταν αποδέκτες της ενισχύσεως. Συγκεκριμένα, οι επενδυτές ήταν εκείνοι οι οποίοι καρπώθηκαν πράγματι την ενίσχυση, δεδομένου ότι η εφαρμοστέα ρύθμιση δεν τους επέβαλλε τη μεταφορά μέρους της ενισχύσεως σε τρίτους. Επιπλέον το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Κομισιόν είχε λάβει δεόντως υπόψη, στην απόφασή της, την απαίτηση περί ασφάλειας δικαίου, για αυτόν δε τον λόγο είχε περιορίσει χρονικώς την ανάκτηση των παράνομων ενισχύσεων.
Τέλος το Γενικό Δικαστήριο υπογράμμισε ότι, λαμβανομένου υπόψη του de jure διακριτικού χαρακτήρα της νομοθεσίας, μικρή σημασία έχει αν η νομοθεσία αυτή εφαρμόζεται de facto κατά διακριτική ευχέρεια. Το Γενικό Δικαστήριο συνήγαγε εξ αυτού ότι, δεδομένου του επιλεκτικού χαρακτήρα ενός εκ των μέτρων που παρείχε δυνατότητα αποκομίσεως οφέλους από το καθεστώς στο σύνολό του, ήτοι της εγκρίσεως της πρόωρης αποσβέσεως, η Κομισιόν δεν υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι το σύστημα ήταν επιλεκτικό στο σύνολό του.
Το Γενικό Δικαστήριο υπογράμμισε, στη συνέχεια, ότι η αγορά της αγοραπωλησίας ποντοπόρων πλοίων ήταν ανοιχτή στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών και ότι η μείωση της τιμής ενός πλοίου κατά 20% έως 30% απειλούσε να νοθεύσει τον ανταγωνισμό στην αγορά αυτή στην οποία δραστηριοποιούνταν οι όμιλοι οικονομικού σκοπού (ΟΟΣ). Επομένως, πληρούνταν οι προϋποθέσεις σχετικά με τον κίνδυνο στρεβλώσεως του ανταγωνισμού και τον επηρεασμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον λόγο ακυρώσεως περί εσφαλμένου χαρακτηρισμού μέτρου ως κρατικής ενισχύσεως.
Πηγή : ΚΥΠΕ