Το Ανώτατο Δικαστήριο, στη δευτεροβάθμια δικαιοδοσία του, παραμέρισε απόφαση πρωτόδικου δικαστηρίου το 2014 σε αγωγή εναντίον του πρώην Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, Αθανάσιου Ορφανίδη για δυσφήμιση και/ή λίβελο, από μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΚΤΚ, η οποία είχε επιδικάσει εναντίον του €30.000, πλέον τόκους και έξοδα εν τη απουσία του, αποφαινόμενο ότι ο κ. Ορφανίδης «στερήθηκε του θεμελιώδους δικαιώματος του να πληροφορηθεί για την αγωγή που ηγέρθη εναντίον του».
Σύμφωνα με την απόφαση, η οποία ανακοινώθηκε την Τετάρτη, ο εφεσείων διετέλεσε Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και ο εφεσίβλητος μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής. Με γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα που ο εφεσίβλητος καταχώρισε το 2012 εναντίον του εφεσείοντα, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αξίωσε αποζημιώσεις για «δυσφήμιση και/ή λίβελο και/ή ζημιογόνο ψευδολογία» σε σχέση με δηλώσεις του εφεσείοντα που περιέχονται στα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού της Βουλής, ημερομηνίας 27.7.2012, και σε σχέση με δημοσιεύματα ημερομηνίας 28.11.2012, 29.11.2012 και 30.11.2012 σε ιστοσελίδες.
Σημειώνεται ότι ούτε το γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, αλλά ούτε και η Έκθεση Απαίτησης που καταχωρίστηκε στη συνέχεια, επιδόθηκαν προσωπικά στον εφεσείοντα, ο οποίος από το καλοκαίρι του 2012 είχε μετακομίσει, μαζί με την οικογένεια του, στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για μόνιμη εγκατάσταση, όπου και δίδασκε σε Πανεπιστήμιο, κάτι που ο ίδιος ανέφερε ότι ήταν ευρέως γνωστό ανά το παγκύπριο, για να προσθέσει πως «πολύ περισσότερο, οι πρώην συνάδελφοι του στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, μεταξύ των οποίων και ο εναγόμενος, εγνώριζαν πολύ καλά το γεγονός αυτό καθώς και τη διεύθυνση του στο Πανεπιστήμιο MIT στη Μασαχουσέτη.»
Το κλητήριο ένταλμα θυροκολλήθηκε στην οικία του κ. Ορφανίδη στα Λεύκαρα και το πρωτόδικο δικαστήριο διέταξε όπως εάν ο εναγόμενος παραλείψει να καταχωρίσει εμφάνιση, οιαδήποτε μεταγενέστερη αίτηση στην αγωγή θα θεωρείται ως επιδοθείσα εάν αναρτηθεί στον Πίνακα του Δικαστηρίου για περίοδο 5 ημερών.
Στις 22.5.2014 ο εφεσίβλητος καταχώρισε μονομερή αίτηση, με την οποία αξίωνε απόφαση εναντίον του εφεσείοντα λόγω παράλειψης καταχώρισης σημειώματος εμφάνισης. Στις 23.12.2014 «και αφού ο εφεσίβλητος είχε προηγουμένως προσκομίσει γραπτή και προφορική μαρτυρία, εξεδόθη προς όφελος του και εναντίον του εφεσείοντα απόφαση για το ποσό των €30.000, πλέον τόκοι και έξοδα». Στην εκδοθείσα τελική απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου καταγράφεται πως αυτή εξεδόθη χωρίς ο εφεσείων να εμφανιστεί «παρόλο ότι του επιδόθηκε δεόντως πιστό αντίγραφο του κλητηρίου εντάλματος στην αγωγή», αναφέρει το Ανώτατο.
Σημειώνεται ότι ο εφεσείων αντέδρασε στις 17.3.2015 με την καταχώριση, μέσω του δικηγόρου του, αίτησης παραμερισμού της εκδοθείσας απόφασης. Η αίτηση υποστηριζόταν από Ένορκη Δήλωση εξουσιοδοτημένης δικηγόρου η οποία ανέφερε ότι ο κ. Ορφανίδης διαμένει μόνιμα και εργάζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και ήταν αδύνατο να έρθει αυτό το διάστημα στην Κύπρο για να προβεί ο ίδιος στην παρούσα Ένορκη Δήλωση.
Η θέση του εφεσείοντα, μέσω της πιο πάνω Ένορκης Δήλωσης, ήταν πως ουδέποτε περιήλθε σε γνώση του το κλητήριο ένταλμα, και τούτο γιατί στις 23.3.2013 που έλαβε χώρα η κατ΄ ισχυρισμόν θυροκόλληση, ουδείς διέμενε εντός της οικίας.
Ο εφεσίβλητος καταχώρισε ένσταση στην αίτηση παραμερισμού, ενώ το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τον Ιανουάριο του 2016 την αίτηση παραμερισμού σημειώνοντας πως δεν είχε πειστεί ότι ο εναγόμενος από της θυροκολλήσεως του κλητηρίου εντάλματος στην οικία του στα Λεύκαρα δεν έλαβε γνώση της δικαστικής διαδικασίας εναντίον του.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση ότι διαφωνεί με την προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εναγόμενος τον Αύγουστο του 2013 ήταν στην Κύπρο και το κλητήριο ένταλμα είχε θυροκολληθεί τον Μάρτιο και συνεπώς έκτοτε, στην απουσία μαρτυρίας περί του αντιθέτου, βρισκόταν επί της πόρτας της οικίας του.
«Πρόκειται περί συμπερασμάτων, τα οποία ουδόλως δικαιολογούνται από τη μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του», αναφέρει η απόφαση, σημειώνοντας ότι ο εφεσείων είχε ισχυριστεί πως ουδέποτε εντόπισε έξω από τη θύρα της οικίας του, στα Λεύκαρα, το κλητήριο ένταλμα. Μάλιστα είχε προβάλει τη θέση πως κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα η κατ΄ ισχυρισμόν θυροκόλληση, δηλαδή στις 23 Μαρτίου, 2013, ουδείς διέμενε εντός της οικίας, προστίθεται, ενώ αναφέρει ότι δεν υπήρξε συγκεκριμένη μαρτυρία ότι το κλητήριο ένταλμα περιήλθε σε γνώση του εφεσείοντα μετά που αυτό θυροκολλήθηκε. «Υπήρξαν μόνο εικασίες εκ μέρους του εφεσίβλητου», αναφέρεται στην απόφαση.
Η απόφαση αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι, στη βάση του μαρτυρικού υλικού που είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αυτό δεν θα μπορούσε να καταλήξει ότι ο εφεσείων «έλαβε γνώση της δικαστικής διαδικασίας εναντίον του». Ως εκ τούτου, βρίσκουμε ότι ο εφεσείων στερήθηκε του θεμελιώδους δικαιώματος του να πληροφορηθεί για την αγωγή που ηγέρθη εναντίον του, αναφέρεται.
Το Δικαστήριο αναφέρει ότι, ο πρώτος λόγος έφεσης, σύμφωνα με τον οποίο «εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι «… δεν έχει πεισθεί ότι ο εναγόμενος, από της θυροκολλήσεως του κλητηρίου εντάλματος στην οικία του στα Λεύκαρα, δεν έλαβε γνώση της δικαστικής διαδικασίας εναντίον του», είναι βάσιμος. Πρόσθεσε ότι δεν χρειάζεται να εξεταστούν οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης κι ότι η έφεση επιτυγχάνει και η εκδοθείσα, ερήμην του εφεσείοντα, απόφαση ημερομηνίας 23.12.2014, παραμερίζεται ex debito justitiae.
Ο εφεσίβλητος καταδικάστηκε στα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και εγκριθούν από το οικείο Δικαστήριο. Επιδικάζονται επίσης προς όφελος του επιτυχόντα εφεσείοντα €3.000 έξοδα έφεσης, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.
πηγή: ΚΥΠΕ