O Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος (ΠΔΣ) με ανακοίνωση που εξέδωσε την Τρίτη επαναλαμβάνει τους προβληματισμούς του όσον αφορά τις προϋποθέσεις για τη σύσταση της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς, που προβλέπει το νομοσχέδιο που αναμένεται να συζητήσει η Ολομέλεια της Βουλής την Πέμπτη.
Καλεί δε όλους τους εταίρους της επιχειρούμενης προσπάθειας για σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς να λειτουργήσουν συναινετικά και να προχωρήσουν στις αναγκαίες τροποποιήσεις επί του Νομοσχεδίου, εκχωρώντας τις απαραίτητες ανακριτικές εξουσίες στην Αρχή ώστε να είναι σε θέση να διεκπεραιώνει με ανεξαρτησία και αποτελεσματικότητα το δύσκολο έργο που θα της ανατεθεί στην πρόληψη και καταπολέμηση της διαφθοράς και ταυτόχρονα να ικανοποιήσει τις επαυξημένες προσδοκίες της κοινωνίας για ουσιαστική συμβολή της Αρχής στην πάταξη των Φαινομένων Διαφθοράς που ταλανίζουν διαχρονικά τον τόπο.
Ο ΠΔΣ διατυπώνει τη θέση ότι η σύσταση της συγκεκριμένης Αρχής κρίνεται ως ένας ιδιαίτερα σημαντικός θεσμός προκειμένου να συνδράμει αποτελεσματικά στην καταπολέμηση των διαχρονικών φαινομένων διαφθοράς στην Κύπρο και απαιτείται να στερεωθεί εξ αρχής σε βάση όπου θα διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της.
Προσθέτει ότι ο νόμος πρέπει να παρέχει ανακριτικές εξουσίες στην Αρχή για να δύναται να λειτουργήσει βελτιωτικά προς τον ζητούμενο σκοπό και παραθέτει προβληματισμούς για την αποτελεσματικότητα της Αρχής ως προς τη διερεύνηση των πράξεων διαφθοράς και των πράξεων εν δυνάμει διαφθοράς οι οποίες πράξεις σύμφωνα με τον προτεινόμενο νόμο αποτελούν ποινικά αδικήματα.
Αναφέρει επίσης ότι η Αρχή θα πρέπει να έχει εξουσία να επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις ή να διεξάγει ποινικές έρευνες διαφορετικά θα περιορίζεται ενδεχομένως σε εισηγήσεις και τα πορίσματα, για τούτο κρίνεται επάναγκες όπως η Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς έχει ουσιαστικές εξουσίες διερεύνησης.
Σε σχέση με τον προβληματισμό που εκφράστηκε περί ενδεχόμενης αντισυνταγματικότητας της συγκεκριμένης πρόνοιας, άποψη του ΠΔΣ είναι ότι η Αρχή μπορεί να έχει ανακριτικές εξουσίες και να παραμένει ανεξάρτητη χωρίς να συγκρούονται οι εξουσίες της με αυτές του Γενικού Εισαγγελέα. Η Αρχή μπορεί να στελεχωθεί με ποινικούς ανακριτές οι οποίοι θα έχουν εξειδίκευση και/ή πείρα στη διερεύνηση αδικημάτων Διαφθοράς, συνεχίζει ο Σύλλογος.
Ακολούθως εκφράζει την άποψη ότι η Αρχή θα μπορεί με αυτόν τον τρόπο να διεξαγάγει έρευνες μέσω των ποινικών ανακριτών, που θα είναι πρόσωπα δεόντως εξουσιοδοτημένα να διεξάγουν την ανάκριση δυνάμει του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου και θα ενεργούν ως ανακριτές δυνάμει αυτού με όλες τις εξουσίες, τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται για ανακριτές δυνάμει του εν λόγω νόμου για τη διεξαγωγή ανακρίσεων σε σχέση με τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος εισηγείται ρύθμιση που θα διαλαμβάνει πως όταν η Αρχή θα ολοκληρώνει το μαρτυρικό υλικό εάν υπάρχουν κατά την άποψή της ποινικά αδικήματα θα ζητεί από τον Γενικό Εισαγγελέα την καταχώριση υπόθεσης. Σε περίπτωση που ο Γενικός Εισαγγελέας θεωρεί τον φάκελο της υπόθεσης ελλιπή θα μπορεί να δίνει οδηγίες στην Αρχή για περαιτέρω διερεύνηση χωρίς όμως να υπάρχει υποχρέωση της Αρχής να ακολουθήσει τις οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα.
Διευκρινίζει ότι η τελική απόφαση δίωξης θα ανήκει στον Γενικό Εισαγγελέα. Περαιτέρω να σημειωθεί ότι η εξειδίκευση της Αρχής στη διερεύνηση των εν λόγω αδικημάτων θα οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη και πιο γρήγορη διαλεύκανση των αδικημάτων διαφθοράς.
Πηγή : ΚΥΠΕ