Η ως άνω απόφαση αφορούσε την προσφυγή του Αιτητή εναντίον της απόφασης του Πανεπιστημίου Κύπρου να τον μετακινήσουν από Προϊστάμενο Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων σε Διευθυντή Έργου.
Το Πανεπιστήμιο Κύπρου ήγειρε αριθμό προδικαστικών ενστάσεων, υποστηρίζοντας ότι ο Αιτητής προσβάλλει ανύπαρκτη διοικητική πράξη, εφόσον καμία απόφαση μετακίνησης για τον αιτητή δεν έγινε, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και/ή εμπίπτει στα πλαίσια των διοικητικών μέτρων εσωτερικής φύσης, αλλά και ότι ο Αιτητής στερείται έννομου συμφέροντος.
Από την άλλη οι συνήγοροι του Αιτητή ισχυρίστηκαν ότι ο Αιτητής μετακινήθηκε χωρίς να υπάρχει νόμος που να το επιβάλλει και ότι τοποθετήθηκε σε διαφορετική θέση από εκείνη που διορίστηκε χωρίς την αποδοχή του, με διαφορετικά καθήκοντα και χωρίς να προΐσταται Υπηρεσίας του Πανεπιστημίου. Προέβαλλαν επί της ουσίας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε καθ’ υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας και/ή παράβαση νόμου, κατά πλήρη αντίθεση προς το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης του Αιτητή και τον περί Προϋπολογισμό Νόμου. Περαιτέρω, ότι είναι αποτέλεσμα εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των Σχεδίων Υπηρεσίας, ότι λήφθηκε από αναρμόδιο πρόσωπο, ότι στερείται νόμιμης αιτιολογίας και λήφθηκε κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Λόγω της φύσης της διαφοράς στην παρούσα υπόθεση, το Διοικητικό Δικαστήριο αποφάσισε να εξετάσει τις προδικαστικές ενστάσεις σε συνάρτηση με την ουσία της προσφυγής.
Το Διοικητικό Δικαστήριο αφού διαπίστωσε ότι εντός των καθηκόντων και ευθυνών της Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων, περιλαμβάνονται περίπου τα όσα περιγράφονται ως «ειδικά καθήκοντα» που ανατέθηκαν αποκλειστικά στον Αιτητή, ανέφερε ότι το ζητούμενο στην παρούσα είναι να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής ως Προϊστάμενος συγκεκριμένης Υπηρεσίας του Πανεπιστημίου είναι και ο «αρμόδιος» και ο έχων την «ευθύνη» της Στρατηγικής Διεθνοποίησης του Πανεπιστημίου (υπό την εποπτεία βεβαίως του ΔΔΟ), ως προνοείται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Προϊσταμένου γενικά, αλλά και ειδικότερα της θέσης Προϊσταμένου Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων.
Εξετάζοντας τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, το Δικαστήριο κατέληξε ότι «η ανάθεση στον αιτητή των ειδικών καθηκόντων για τα συγκεκριμένα Έργα, ως των αποκλειστικών καθηκόντων που ο αιτητής θα εκτελεί, ενώ κατέχει θέση Προϊσταμένου Τμήματος, που σύμφωνα με τα σχετικά Σχέδια Υπηρεσίας (γενικό Σχέδιο Υπηρεσίας Προϊστάμενου και Σχέδιο Υπηρεσίας Προϊστάμενου Διεθνών Σχέσεων), είναι αρμόδιος και έχει την ευθύνη προώθησης των διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου, και ο παράλληλος περιορισμός των αρμοδιοτήτων και ευθυνών του αιτητή σε ότι αφορά την οργάνωση και υλοποίηση των Έργων, μεταβάλλουν την υπηρεσιακή και θεσμική υπόσταση του αιτητή, επηρεάζουν το status του κατά τρόπο αντικειμενικό με εμφανείς συνέπειες σε αυτόν (βλ. Costea v. Republic (1983) 3 C.L.R. 115)».
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η προσβαλλόμενη πράξη επηρεάζει καθοριστικά νομικά δικαιώματα του Αιτητή και είναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Επί της ουσίας, το Δικαστήριο κατέληξε ότι η προσβολή και ο περιορισμός στο κεκτημένο δικαίωμα του Αιτητή για έμπρακτη ενάσκηση των καθηκόντων του, όπως αυτά προσδιορίζονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης την οποία ο Αιτητής κατέχει οργανικά οδηγεί την προσβαλλόμενη απόφαση σε ακύρωση.
Υπενθυμίζεται ότι υπήρξαν επίσης διαδοχικές ακυρώσεις των αποφάσεων μετακίνησης ή/και απόσπασης της κας. Ανδρούλλας Θεοφάνους από την θέση της ως Προϊσταμένη Οικονομικών Υπηρεσιών (Ανδρούλλας Θεοφάνους ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 705/2016, ημερ. 6/3/2017, Ανδρούλλα Θεοφάνους ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 513/2017, ημερ. 17/11/2017).