Στην αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και στην οδηγία περί διασυνοριακής υγειονομικής περιθάλψεως, προσκρούει εθνική νομοθεσία η οποία αποκλείει, ελλείψει προέγκρισης, την επιστροφή των εξόδων που συνδέονται με επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε επειγόντως ασφαλισμένος, κάτοικος κράτους μέλους, σε άλλο κράτος μέλος, έκρινε σήμερα το Δικαστήριο της ΕΕ, εξετάζοντας υπόθεση που του παρέπεμψε το Szombathelyi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (δικαστήριο διοικητικών και εργατικών διαφορών του Szombathely, Ουγγαρία).
Σύμφωνα με το ΔΕΕ, “ένας τέτοιος περιορισμός της αρχής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών είναι δυσανάλογος και αντιβαίνει στην οδηγία”.
Το ΔΕΕ ξεκαθαρίζει ότι “η ιατρική περίθαλψη που παρέχεται εντός κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο της κατοικίας του ασφαλισμένου και με δική του αποκλειστικώς απόφαση, συνιστά, κατά την έννοια των κανονισμών, προγραμματισμένη περίθαλψη της οποίας η κάλυψη υπόκειται σε προέγκριση χορηγούμενη από τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους κατοικίας”.
Το ΔΕΕ υπενθυμίζει τη νομολογία του κατά την οποία, “ακόμη και ελλείψει προέγκρισης δεόντως χορηγηθείσας πριν από την έναρξη της προγραμματισμένης περιθάλψεως σε άλλο κράτος μέλος, ο ασφαλισμένος μπορεί να δικαιούται να ζητήσει κατευθείαν από τον αρμόδιο φορέα την επιστροφή του ποσού της δαπάνης που πραγματοποίησε, μέχρι του ποσού το οποίο ο φορέας αυτός θα κάλυπτε υπό κανονικές συνθήκες αν ο ασφαλισμένος είχε λάβει τέτοια έγκριση”.
“Η δυνατότητα αυτή υφίσταται, μεταξύ άλλων, όταν, για λόγους συνδεόμενους με την κατάσταση της υγείας του ή με την ανάγκη να τύχει επειγόντως περιθάλψεως, ο ασφαλισμένος κωλυόταν να ζητήσει μια τέτοια έγκριση ή δεν μπορούσε να αναμείνει την απόφαση του αρμόδιου φορέα επί της σχετικής αίτησής του (στο εξής: ατομικές περιστάσεις)”, αναφέρει το ΔΕΕ.
“”Προς τούτο, εναπόκειται στον αρμόδιο φορέα, υπό τον έλεγχο του εθνικού δικαστή, να εξετάσει αν, αφενός, η υπόθεση της οποίας έχει επιληφθεί χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ατομικών περιστάσεων, και αφετέρου, εάν πληρούνται κατά τα λοιπά τα κριτήρια για την κάλυψη των εξόδων από τον αρμόδιο φορέα βάσει του άρθρου 20, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 883/2004”, κρίνει το ΔΕΕ.
Όσον αφορά το επιχείρημα της Ουγγρικής Κυβέρνησης ότι ένας τέτοιος περιορισμός δικαιολογείται από τον σκοπό να καταστεί εφικτός ο βέλτιστος σχεδιασμός και η βέλτιστη διαχείριση της υγειονομικής περιθάλψεως και να διασφαλιστεί η περιστολή των δαπανών που συνδέονται με αυτήν, το ΔΕΕ επισημαίνει ότι “επίκληση τέτοιου επιτακτικού σκοπού είναι δυνατή μόνον σε σχέση με τη νοσοκομειακή περίθαλψη ή την εκτός νοσοκομείου περίθαλψη η οποία απαιτεί τη χρησιμοποίηση βαρέος εξοπλισμού και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει δεκτή σε σχέση με την παροχή ιατρικών συμβουλών”.
“Εναπόκειται επομένως στο ουγγρικό δικαστήριο να ελέγξει εάν η επίμαχη οφθαλμολογική επέμβαση εμπίπτει σε μία από τις δύο αυτές κατηγορίες περιθάλψεως”, κρίνει το ΔΕΕ.
“Σε περίπτωση που το ουγγρικό δικαστήριο κρίνει ότι η επίμαχη οφθαλμολογική επέμβαση συνιστά νοσοκομειακή περίθαλψη ή περίθαλψη εκτός νοσοκομείου η οποία όμως απαιτεί τη χρησιμοποίηση βαρέος εξοπλισμού”, το ΔΕΕ αποφαίνεται ότι “εθνική νομοθεσία που αποκλείει την επιστροφή, από τον αρμόδιο φορέα, των εξόδων αυτών ελλείψει προέγκρισης, ακόμη και υπό τις προαναφερθείσες περιστάσεις, έστω και αν συνέτρεχαν κατά τα λοιπά οι προϋποθέσεις για την κάλυψη των εξόδων αυτών, συνεπάγεται δυσανάλογο περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και αντιβαίνει στην οδηγία”.
Πηγή : ΚΥΠΕ