Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) επέβαλε στην Ελλάδα, με σημερινή του απόφαση, πρόστιμο ύψους 3,5 εκατομμυρίων ευρώ, λόγω του ότι καθυστέρησε να θέσει σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης περί προστασίας των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προελεύσεως, υπενθυμίζοντας ότι είχε διαπιστώσει για πρώτη φορά την παράβαση εκ μέρους της Ελλάδας με απόφαση του 2015.
Συγκεκριμένα, με απόφαση της 23ης Απριλίου 2015 , το ΔΕΕ αποφάνθηκε ότι “η Ελλάδα, καθόσον δεν χαρακτήρισε ως ευπρόσβλητες ζώνες ορισμένες ζώνες, μεταξύ των οποίων η περιοχή της Θεσσαλικής πεδιάδας και του ποταμού Έβρου (Ελλάδα), στις οποίες παρατηρείται παρουσία μαζών υπόγειων και επιφανειακών υδάτων που προσβάλλονται από συγκεντρώσεις νιτρικών ιόντων μεγαλύτερες από 50 mg/l και/ή από φαινόμενο ευτροφισμού, και καθόσον δεν εκπόνησε τα προγράμματα δράσεως σχετικά με τις ζώνες αυτές εντός ενός έτους μετά τον εν λόγω χαρακτηρισμό, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προελεύσεως”.
Η Κομισιόν στη συνέχεια έλεγξε τη συμμόρφωση της χώρας και διαπίστωσε ότι η Ελλάδα δεν έκανε τίποτα και τον Απρίλιο του 2019 την παρέπεμψε στο ΔΕΕ για πρόστιμο. Η Ελλάδα με κοινή υπουργική απόφαση στις 24 Απριλίου 2019 έλαβε τελικά όλα τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της αποφάσεως εκείνης και αποφάσισε να εμμείνει στην προσφυγή της αποκλειστικά και μόνον όσον αφορά την καταβολή κατ’ αποκοπήν ποσού (και όχι δηλαδή ημερήσιου προστίμου).
Με τη σημερινή απόφασή του, το ΔΕΕ διαπιστώνει ότι η Ελλάδα παρέβη την υποχρέωσή της να εκτελέσει την απόφαση του 2015, καθόσον, κατά τη λήξη της ταχθείσας από την Κομισιόν προθεσμίας (5 Δεκεμβρίου 2017). Τα όποια μέτρα ελήφθησαν μόνον κατόπιν της εκδόσεως της κοινής υπουργικής αποφάσεως, η οποία άρχισε να ισχύει στις 3 Μαΐου 2019, ήτοι μετά τη λήξη της ταχθείσας προθεσμίας. Το Δικαστήριο παρατήρησε στη συνέχεια ότι, δεδομένου ότι δεν εκπονήθηκε εντός της ταχθείσας προθεσμίας κανένα πρόγραμμα δράσεως προβλεπόμενο από την οδηγία, δικαιολογείται να επιβληθεί στην Ελλάδα η υποχρέωση καταβολής κατ’ αποκοπήν ποσού.
Όσον αφορά τον υπολογισμό του κατ’ αποκοπήν ποσού, το Δικαστήριο διαπιστώνει, κατ’ αρχάς, ως προς τη διάρκεια της παραβάσεως, ότι η προσαπτόμενη στην Ελλάδα παράβαση εξακολούθησε επί σημαντικό χρονικό διάστημα, ήτοι διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων ετών από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της αποφάσεως του 2015 μέχρι την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της κοινής υπουργικής αποφάσεως.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει, στην συνέχεια, ως προς τη σοβαρότητα της παραβάσεως, ότι η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί έναν από τους ουσιώδεις σκοπούς της Ένωσης και έχει θεμελιώδη χαρακτήρα και η μη τήρηση της υποχρεώσεως που απορρέει από την οδηγία μπορεί να βλάψει το περιβάλλον και πρέπει να θεωρείται ιδιαίτερα σοβαρή. Το ΔΕΕ ξεκαθαρίζει ότι η η κοινή υπουργική απόφαση δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ως ελαφρυντική περίσταση.
Πηγή ΚΥΠΕ/ Δελτίο Τύπου ΔΕΕ