Περισσότερες από 16.000 Χριστιανικές φορητές εικόνες, ψηφιδωτά και τοιχογραφίες, τα οποία χρονολογούνται στον 6ο και 5ο αιώνα, έχουν βίαια κλαπεί και πωληθεί στο εξωτερικό μετά την τουρκική εισβολή του 1974, σύμφωνα με τον Υπεύθυνο του Γραφείου Καταπολέμησης Παράνομης Κατοχής και Διακίνησης Αρχαιοτήτων της Αστυνομίας, Μιχάλη Γαβριηλίδη.
Μιλώντας κατά τη διάρκεια διάλεξης που έδωσε τη Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου στην Ερευνητική Μονάδα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, με θέμα “Αρχαιοκαπηλία στην Κύπρο, Δράσεις και Ενέργειες για την Πρόληψη και Καταπολέμηση του εγκληματικού φαινομένου”, ο κ. Γαβριηλίδης είπε πως μετά τη λεηλασία της Κύπρου το 1974, έργα Βυζαντινής τέχνης εντοπίστηκαν ακόμη και στην Ιαπωνία (Βημόθυρα της Περιστερωνοπηγής, στο Πανεπιστημιακό Κολλέγιο Kinazawa).
Όπως επεσήμανε ο κ. Γαβριηλίδης, η παράνομη εμπορία/διακίνηση πολιτιστικών αγαθών αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά είδη εγκλήματος που αντιμετωπίζει ο κόσμος σήμερα. «Το ετήσιο κόστος από την παράνομη εμπορία/διακίνηση έργων τέχνης και πολιτιστικών αγαθών παγκοσμίως, υπολογίζεται να είναι περισσότερο από δέκα δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ δεκάδες χιλιάδες τεχνήματα, έργα τέχνης υπόκεινται σε κλοπή μόνο στην Ευρώπη, κάθε χρόνο. Την ίδια στιγμή, η παράνομη εμπορία/διακίνηση έργων Τέχνης αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά αδικήματα, παγκοσμίως. Αυτό το γεγονός υποχρεώνει τις αστυνομικές αρχές και άλλες υπηρεσίες επιβολής του νόμου, να χειριστούν επαγγελματικά το θέμα και να αντιμετωπίσουν αυτή τη μορφή εγκληματικότητας», ανέφερε.
«Η παράνομη διακίνηση πολιτιστικής κληρονομιάς, είναι ένα διεθνές έγκλημα από το οποίο υποφέρουν πάρα πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Κύπρος, κυρίως μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Πρόκειται για μια μάστιγα που πλήττει, τόσο τις χώρες προέλευσης, όσο και τις χώρες διέλευσης και τελικού προορισμού των κλεμμένων έργων. Μόνο και μόνο να απαριθμήσουμε τις χώρες των οποίων η πολιτιστική κληρονομιά γίνεται λεία των αρχαιοκάπηλων τα τελευταία χρόνια, θα διαπιστωθεί το μέγεθος του εγκλήματος: Συρία, Αίγυπτος, Αφγανιστάν, Ιράκ και Κύπρος και άλλες πολλές παγκόσμια», επεσήμανε.
Είπε ακόμη πως αν αναλογιστούμε τις συλλογές των μεγαλύτερων μουσείων του κόσμου ή ξεφυλλίσουμε τους καταλόγους τους θα διαπιστώσουμε ότι αυτά είναι γεμάτα από έργα τέχνης άλλων χωρών (Βρετανικό Μουσείο, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης, Λούβρου κα). Αναφέρθηκε εξάλλου στον διπλωμάτη και αυτοσχέδιο αρχαιολόγο Cesnola, ο οποίος, τον 19ο αιώνα, ανέσκαψε 65 νεκροπόλεις (60.932 τάφους 35.573 έργα τέχνης) στην Κύπρο, και διέπραξε μια απ’ τις φρικαλεότερες τυμβωρυχίες της ιστορίας της ανθρωπότητας.
Αναφερόμενος στη δράση του Γραφείου για Καταπολέμηση της Παράνομης Κατοχής και Διακίνησης Αρχαιοτήτων της Αστυνομίας που δημιουργήθηκε τον Αύγουστο του 1998, ο κ. Γαβριηλίδης είπε, μεταξύ άλλων, πως εφαρμόζεται μια πολυτομειακή προσέγγιση, η οποία διαδραματίζει τον σημαντικότερο ρόλο στην στενή συνεργασία με κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς.
Ανέφερε πως η ίδρυση της “Εθνικής Επιτροπής για την Καταπολέμηση των Κλοπών και της Παράνομης Διακίνησης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς” έχει καταστήσει τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών πιο αποτελεσματική και έχει άμεσο αντίκτυπο στις προσπάθειες περιορισμού της παράνομης διακίνησης και συντονισμού των προσπαθειών επιστροφής και αποκατάστασης. Η Επιτροπή αποτελείται από εμπειρογνώμονες/ εκπροσώπους του Τμήματος Αρχαιοτήτων, του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, της Νομικής Υπηρεσίας, της Αστυνομίας, του Τμήματος Τελωνείων, του Υπουργείου Εξωτερικών, των Πολιτιστικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού και της Εκκλησίας.
Ο κ. Γαβριηλίδης σημείωσε πως στον τομέα της πρόληψης, η Αστυνομία παρακολουθεί και προστατεύει συστηματικά ευαίσθητες περιοχές και κτίρια, πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς (μουσεία, εκκλησίες, αρχαιολογικούς χώρους κλπ.). Επιπλέον, η Ναυτική Αστυνομία εκτελεί συχνές θαλάσσιες περιπολίες και ελέγχους σε θαλάσσια σκάφη, επεσήμανε, ενώ αναφέρθηκε και στην πολύ αποτελεσματική συνεργασία με το Γραφείο του Εθνικού Γραφείου της INTERPOL. Όσον αφορά τη διεθνή συνεργασία, είπε πως υπάρχει συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών με ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς, όπως η EUROPOL, η INTERPOL, ο WCO και η UNESCO, καθώς και με τρίτες χώρες.«Έχουμε συμβάλει στην υπογραφή διμερών συμφωνιών με άλλες χώρες σχετικά με την αστυνομική συνεργασία για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και άλλων μορφών εγκληματικότητας, συμπεριλαμβανομένης της παράνομης διακίνησης έργων τέχνης και αρχαιοτήτων», είπε, αναφερόμενος ενδεικτικά στη συνεργασία της Κύπρου με τις ΗΠΑ και την Ελβετία.
Ο κ. Γαβριηλίδης αναφέρθηκε επίσης στη σχετική εθνική νομοθεσία που θεσπίστηκε, σημειώνοντας, παράλληλα, πως η Κύπρος έχει υπογράψει και εφαρμόζει πολυάριθμες σχετικές διεθνείς συμβάσεις. Είπε πως ωστόσο οι διεθνείς συμβάσεις δεν λύνουν το πρόβλημα της διεκδίκησης κλεμμένων θησαυρών.
Δείτε τη σχετική νομοθεσία:
- Οι περί Αρχαιοτήτων (Τροποποιητικοί) Κανονισμοί του 2019
- Ο περί επιστροφής των πολιτιστικών αγαθών νόμος του 2016
- Μνημόνιο Συναντίληψης μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και Κυπριακής Δημοκρατίας, επ. 2017
- Ο περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως δια την Προστασίαν της Αρχαιολογικής Κληρονομιάς (Κυρωτικός) Νόμος του 1970
- Ο περί της Ευρωπαϊκής Σύμβσης για την Προστασία της Αρχαιολογικής Κληρονομιάς (Αναθεωρημένη) (Κυρωτικός) Νόμος του 2000
Πηγή: KYΠΕ