Με τον Αναστάση Αντωνίου δημοσιεύσαμε εντός του 2021 από τις εκδόσεις Kluwer και το International Encyclopedia of Laws το βιβλίο Competition Law in Cyprus που κυκλοφόρησε αρχικά σε ηλεκτρονική μορφή, και πλέον κυκλοφορεί και σε έντυπη. Ένα από τα ζητήματα που πραγματεύθηκα εκεί ήταν τα διαχρονικά προβλήματα στη συγκρότηση/σύνθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού (‘ΕΠΑ’) τα οποία οδήγησαν σε επανειλημμένες δικαστικές ακυρώσεις των αποφάσεών της.
Η ΕΠΑ ξεκίνησε τη λειτουργία της στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με πρώτο Πρόεδρο τον πρώην Υπουργό Δικαιοσύνης και δικηγόρο Χριστόδουλο Χρυσάνθου, ο οποίος υπηρέτησε μέχρι το 1998. Εντούτοις, ο συνολικός αριθμός υποθέσεων που χειρίστηκε η ΕΠΑ κατά τη δεκαετία του 1990 ήταν μικρός, όπως και η επιρροή της. Με νομοθετικές μεταρρυθμίσεις ενόψει της επικείμενης τότε ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, οι εξουσίες της ΕΠΑ ενδυναμώθηκαν σημαντικά και διορίστηκε πλέον Πρόεδρος της ΕΠΑ πλήρους (αντί μερικής) απασχόλησης, ο Χριστόδουλος Τσέλεπος, επίσης δικηγόρος. Ο Τσέλεπος υπηρέτησε μέχρι το 2005, αλλά το Υπουργικό Συμβούλιο τερμάτισε πρόωρα τη θητεία του όταν κατηγορήθηκε για κατ’ ισχυρισμό πλαστογραφία των πρακτικών της ΕΠΑ σε υπόθεση που αφορούσε στα τηλεοπτικά δικαιώματα ποδοσφαιρικών αγώνων. Ο Τσέλεπος καταδικάστηκε πρωτοδίκως, αλλά η καταδίκη του ανατράπηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο κατά πλειοψηφία. Παρά την αθώωσή του όμως, η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου έκρινε τον τερματισμό της θητείας του ως νόμιμο.
Η ΕΠΑ έγινε περισσότερο γνωστή στο ευρύ κοινό με το διορισμό του επίσης δικηγόρου και πρώην βουλευτή Γιώργου Χριστοφίδη. Η θητεία όμως και του Χριστοφίδη διακόπηκε απότομα εν μέσω απεργίας του προσωπικού της ΕΠΑ και καταγγελιών ότι είχε εγκαταστήσει σύστημα κρυφών καμερών με το οποίο βιντεοσκοπούσε διαδίκους και δικηγόρους, όπως και προσωπικό της ΕΠΑ. Ο τέταρτος Πρόεδρος της ΕΠΑ, πρώην δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου Παναγιώτης Καλλής, παραιτήθηκε μερικούς μόλις μήνες μετά τον διορισμό του θεωρώντας ότι δεν του παρέχονταν τα αναγκαία εφόδια για να ασκήσει την αποστολή του. Επιπρόσθετα, η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου αποφάσισε πως η συγκρότηση της ΕΠΑ έπασχε λόγω του διορισμού του δικηγόρου και νυν βουλευτή Κωστή Ευσταθίου που υπηρετούσε ταυτόχρονα ως μέλος δημοτικού συμβουλίου και ακύρωσε όλες τις σημαντικές αποφάσεις που είχαν στο ενδιάμεσο εκδοθεί.
Η ψήφιση νέου εναρμονιστικού νόμου το 2008 προέβλεψε ότι τόσο ο Πρόεδρος, όσο και τα τέσσερα μέλη της ΕΠΑ θα είναι πλήρους απασχόλησης. Διορίστηκε ως Πρόεδρος της ΕΠΑ ο πρώην Γενικός Διευθυντής της Βουλής των Αντιπροσώπων Κωστάκης Χριστοφόρου, πλην όμως ο διορισμός του κρίθηκε ως παράνομος από την Πλήρη Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου λόγω αμφισβήτησης ότι αυτός κατείχε τα αναγκαία νομοθετικά προσόντα. Η Λουκία Χριστοδούλου είναι η μοναδική πρόεδρος που φαίνεται να ολοκληρώνει τη θητεία της ομαλά, αλλά η ακύρωση στο μεσοδιάστημα των αποφάσεων της ΕΠΑ, πρώτα λόγω του διορισμού του Χρίστου Τσίγκη (σε μια απόφαση που τελικά ανατράπηκε κατά πλειοψηφία από την Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου, μετά την υποβολή παραίτησης από τον Τσίγκη) και πρόσφατα λόγω αναρμοδιότητας κατά την επανεξέταση των υποθέσεων για καρτέλ κατά των εταιρειών πετρελαίου.
Τρεις δεκαετίες επομένως μετά την ίδρυση της ΕΠΑ οι στόχοι της δεν έχουν επιτευχθεί, σε μεγάλο βαθμό και λόγω των συνεχιζόμενων προβλημάτων που αφορούν στη συγκρότηση/σύνθεσή της. Είναι μέσα σε αυτό το πλαίσιο που πρόσφατα υπήρξε αντιπαράθεση στη Βουλή κατά τη ψήφιση του νέου εναρμονιστικού νόμου, ως προς τα προσόντα του Προέδρου της ΕΠΑ. Ως ήδη αναφέρθηκε όλοι οι μέχρι σήμερα Πρόεδροι της ΕΠΑ ήταν νομικοί. Προτάθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο όπως δοθεί η εναλλακτική διορισμού στη θέση του Προέδρου προσώπου που κατέχει πτυχίο οικονομικών και αναγνωρισμένη πείρα στην οικονομική επιστήμη. Όπως θα αναμενόταν ο ΠΔΣ διαφώνησε με τη δυνατότητα διορισμού οικονομολόγου στη θέση του προέδρου της ΕΠΑ θεωρώντας ότι «με τον διορισμό αυτό ελλοχεύει ο κίνδυνος ανεπαρκούς αξιολόγησης της αποδεικτικής αξίας των στοιχείων που τίθενται ενώπιον της ΕΠΑ ή/και εσφαλμένης ερμηνείας των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, με αποτέλεσμα την έκδοση εσφαλμένων αποφάσεων». Οι κοινοβουλευτικές εκθέσεις και το σχετικό νομοσχέδιο βρίσκονται διαθέσιμα στην πλατφόρμα nomoplatform. Μετά από παρέμβαση του Γενικού Εισαγγελέα αποφασίστηκε τελικά όπως διορίζεται στη θέση του Προέδρου της ΕΠΑ πρόσωπο που έχει τα προσόντα για διορισμό στη θέση επαρχιακού δικαστή. Η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση συνοψίζεται ΕΔΩ.
Ομολογώ ότι δεν αντιλαμβάνομαι την επιμονή όπως ο Πρόεδρος της ΕΠΑ είναι δικηγόρος ή πρώην δικαστής. Η ΕΠΑ δεν είναι δικαστική αρχή, αλλά ένα διοικητικό όργανο που ασκεί εξουσίες που δεν είναι μόνο νομικές, αλλά στηρίζονται σε καθορισμό κρίσιμων μεικτής νομικής και οικονομικής φύσης κριτηρίων, όπως η σχετική αγορά, η δεσπόζουσα θέση, και πολλά κατ’ εξοχήν τεχνικά οικονομικής φύσης κριτήρια. Υπάρχουν δικηγόροι που έχουν ασχοληθεί σοβαρά με μελέτη οικονομικών θεωριών και κατανοούν επαρκώς οικονομική ορολογία ώστε να μπορούν να ασκήσουν με πλήρως επαρκή τρόπο τα καθήκοντά του Προέδρου της ΕΠΑ ακόμα και αν δεν έχουν πτυχίο οικονομικών. Αντίστοιχα, υπάρχουν οικονομολόγοι που έχουν εντρυφήσει σοβαρά στο δίκαιο του ανταγωνισμού και μπορούν να ασκήσουν με πλήρως επαρκή τρόπο τα καθήκοντα του Προέδρου της ΕΠΑ (οπωσδήποτε με περισσότερα εφόδια από ένα δικηγόρο που έχει τα προσόντα για διορισμό ως Επαρχιακός Δικαστής, δηλαδή ορισμένα χρόνια άσκησης δικηγορίας, αλλά που ουδέποτε ασχολήθηκε με δίκαιο του ανταγωνισμού).
Η έμφαση θα έπρεπε να είναι στη γνώση του αντικειμένου και όχι στο αν κάποιος ασκεί δικηγορία ή όχι. Ο Πρόεδρος της ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού Ιωάννης Λιανός είναι Καθηγητής Ανταγωνισμού στο University College London και θεωρείται διεθνώς αυθεντία στο δίκαιο του ανταγωνισμού. Μια αντίστοιχη προσωπικότητα από τον ακαδημαϊκό χώρο θα θεωρείτο όμως στην Κύπρο ως ανεπαρκής για διορισμό επειδή δεν θα κατείχε τα προσόντα για διορισμό ως Επαρχιακός Δικαστής διότι δεν θα ασκούσε δικηγορία. Αυτό θεωρώ πως είναι εντελώς παράλογο. Προσθέτω πως στον ακαδημαϊκό χώρο έχουμε εδώ και πολλές δεκαετίες συνειδητοποιήσει πως σε πολλά πεδία της νομικής επιστήμης, όπως το δίκαιο του ανταγωνισμού, το εργατικό δίκαιο, το διεθνές δίκαιο κοκ υπάρχουν μη νομικοί που λόγω της φύσης του αντικειμένου μπορούν να καταστούν αυθεντίες στο αντικείμενο.
Ο τρόπος με τον οποίο συζητούμε για προσόντα στην κυπριακή πολιτεία είναι κατά την γνώμη μου παρωχημένος. Προφανώς ως Καθηγητής Νομικής και δικηγόρος θεωρώ πως το πτυχίο νομικής και η άσκηση δικηγορίας είναι εξαιρετικά προσόντα. Αλλά σίγουρα δεν είναι τα μόνα. Αντί να προβλέπεται ότι ο Πρόεδρος της ΕΠΑ θα έχει προσόντα Επαρχιακού Δικαστή, η έμφαση θα έπρεπε να είναι στη συνάφεια προς το αντικείμενο, ανεξαρτήτως αν ο διορισθείς είναι νομικός ή οικονομολόγος. Και γενικότερα στα διοικητικά όργανα, αλλά και στα σχέδια υπηρεσίας, θα πρέπει να αποβλέπουμε στην ύπαρξη ουσιαστικών προσόντων και όχι τυπικών προσόντων που τις περισσότερες φορές απολήγουν απλώς σε πολιτικής φύσης διορισμούς.