Η Βενεζουέλα νομιμοποιείται ενεργητικά να προσβάλει κανονισμό, ο οποίος θεσπίζει περιοριστικά μέτρα σε βάρος της, έκρινε με σημερινή του απόφαση το Δικαστήριο της ΕΕ (ΔΕΕ) αναιρώντας προηγούμενη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ΓΔΕΕ) με την οποία είχε κριθεί το αντίθετο και αναπέμπει την υπόθεση στο ΓΔΕΕ προκειμένου αυτό να αποφανθεί επί της ουσίας της προσφυγής ακυρώσεως.
Εν προκειμένω, το ΔΕΕ εξετάζει αυτεπαγγέλτως το αν η Βενεζουέλα μπορεί να θεωρηθεί «νομικό πρόσωπο» κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Συναφώς, επισημαίνει ότι από τη διάταξη αυτή δεν προκύπτει ότι ορισμένες κατηγορίες νομικών προσώπων δεν μπορούν να κάνουν χρήση της δυνατότητας άσκησης προσφυγής ακυρώσεως που προβλέπει το άρθρο αυτό. Εξάλλου, ούτε από την προγενέστερη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η έννοια του «νομικού προσώπου», που χρησιμοποιείται στο άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, πρέπει να ερμηνεύεται στενά.
Το Δικαστήριο υπογραμμίζει στη συνέχεια ότι η αρχή κατά την οποία η Ένωση βασίζεται, ιδίως, στην αξία του κράτους δικαίου προκύπτει τόσο από το άρθρο 2 ΣΕΕ όσο και από το άρθρο 21 ΣΕΕ, στο οποίο παραπέμπει το σχετικό με την ΚΕΠΠΑ άρθρο 23 ΣΕΕ. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο κρίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα των αρχών του αποτελεσματικού δικαστικού ελέγχου και του κράτους δικαίου, το τρίτο κράτος πρέπει να νομιμοποιείται ενεργητικά, ως «νομικό πρόσωπο», κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, όταν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις που προβλέπει η διάταξη αυτή. Διευκρινίζει συναφώς ότι οι υποχρεώσεις της Ένωσης να μεριμνά για την τήρηση του κράτους δικαίου δεν εξαρτώνται από τον όρο της αμοιβαιότητας. Ως εκ τούτου, η Βενεζουέλα, ως κράτος με διεθνή νομική προσωπικότητα, πρέπει να θεωρηθεί ως «νομικό πρόσωπο», κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, κρίνοντας ότι τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα δεν παρήγαν άμεσα αποτελέσματα επί της νομικής κατάστασης της Βενεζουέλας. Συναφώς, διαπιστώνει ότι τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα επιβλήθηκαν σε βάρος της Βενεζουέλας. Συγκεκριμένα, το να απαγορεύεται στις επιχειρήσεις της Ένωσης να διενεργούν ορισμένες συναλλαγές ισοδυναμούσε με απαγόρευση στη Βενεζουέλα να πραγματοποιεί τις εν λόγω συναλλαγές με τις επιχειρήσεις αυτές. Εξάλλου, δεδομένου ότι η έναρξη ισχύος του κανονισμού 2017/2063 είχε ως αποτέλεσμα την άμεση και αυτόματη εφαρμογή των απαγορεύσεων που προβλέπονται στα άρθρα του 2, 3, 6 και 7, οι απαγορεύσεις αυτές εμπόδιζαν τη Βενεζουέλα να προμηθευτεί πολλά αγαθά και υπηρεσίες. Το Δικαστήριο συνάγει εξ αυτού ότι οι διατάξεις αυτές παράγουν άμεσα αποτελέσματα επί της νομικής κατάστασης του εν λόγω κράτους. Επισημαίνει, συναφώς, ότι δεν είναι αναγκαίο να γίνεται διάκριση αναλόγως του αν οι εμπορικές συναλλαγές του κράτους αυτού συνιστούν πράξεις διαχείρισης (iure gestionis) ή πράξεις δημόσιας εξουσίας (iure imperii). Ομοίως, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι δεν ασκεί συναφώς επιρροή το ότι τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα δεν συνιστούν απόλυτο εμπόδιο για τη Βενεζουέλα να προμηθευτεί τα επίμαχα αγαθά και υπηρεσίες.
Ακολούθως, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί της ουσίας επί των λοιπών λόγων απαραδέκτου, που προέβαλε αρχικώς το Συμβούλιο ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Όσον αφορά τον λόγο απαραδέκτου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη εννόμου συμφέροντος της Βενεζουέλας, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον οι απαγορεύσεις που προβλέπονται στα άρθρα του 2, 3, 6 και 7 του κανονισμού 2017/2063 είναι ικανές να θίξουν τα συμφέροντα, ιδίως τα οικονομικά, της Βενεζουέλας, η ακύρωσή τους μπορεί, αφ’ εαυτής, να ωφελήσει την προσφεύγουσα. Όσον αφορά τον λόγο απαραδέκτου με τον οποίο προβάλλεται ότι οι επίμαχες διατάξεις δεν αφορούν άμεσα τη Βενεζουέλα, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι απαγορεύσεις που προβλέπονται στα επίμαχα άρθρα του κανονισμού 2017/2063 εφαρμόζονται χωρίς να καταλείπεται εξουσία εκτίμησης στους αποδέκτες που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή τους και χωρίς να απαιτείται η λήψη εκτελεστικών μέτρων. Καθόσον το Δικαστήριο είχε ήδη διαπιστώσει ότι οι διατάξεις αυτές παράγουν αποτελέσματα στη νομική κατάσταση της Βενεζουέλας, ο λόγος αυτός απαραδέκτου απορρίπτεται.
Τέλος, το ΔΕΕ επισημαίνει ότι ο κανονισμός 2017/2063 συνιστά «κανονιστική πράξη» κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Δεδομένου, εξάλλου, ότι για τα αμφισβητούμενα από τη Βενεζουέλα άρθρα του κανονισμού αυτού δεν απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το εν λόγω τρίτο κράτος νομιμοποιείται ενεργητικά να τα προσβάλει βάσει της διάταξης αυτής, χωρίς να απαιτείται να αποδείξει ότι τα εν λόγω άρθρα το αφορούν ατομικά.
Πηγή : ΚΥΠΕ