Το Cyprus Papers είναι η διαρροή μέσω της Al Jazeera, περισσότερων από 1400 εμπιστευτικών αιτήσεων διαβατηρίων που έχουν εγκριθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία μεταξύ 2017-2019 και εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα. Από την έναρξη του το 2013, όταν η Κύπρος ξανα υπήρξε πρώτη είδηση διεθνώς για το κούρεμα καταθέσεων, το πρόγραμμα δέχθηκε επανειλλημένα κριτική από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Βάσει των κριτηρίων του επενδυτικού προγράμματος, για να υποβάλουν αίτηση οι αιτούντες, πρέπει, μεταξύ άλλων, να έχουν καθαρό ποινικό μητρώο. Παρόλα αυτά, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου διαβατήρια εκδόθηκαν σε άτομα που ή είχαν οδηγηθεί προηγουμένως στη φυλακή, ή καταδικάστηκαν μετέπειτα (σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα από την έκδοση Κυπριακού διαβατηρίου) ή και ακόμα που βρίσκονται σήμερα στη φυλακή για εγκλήματα διαφθοράς και δωροδοκίας. Χωρίς να απαριθμούμε όλα τα ονόματα καταζητουμένων, υπό διεθνείς κυρώσεις, καταδικασθέντων ή υπό διερεύνηση για διαφθορά προσώπων που πέτυχαν Κυπριακή ιθαγένεια, τουλάχιστο «φαίνεται» ότι όταν υπάρχει η ευκαιρία επένδυσης, η Κύπρος δεν κάνει διακρίσεις.
Τον Μάιο του 2019 η Κύπρος εισήγαγε αυστηρότερα κριτήρια και απαγόρευσε σε οποιονδήποτε υπό διερεύνηση, καταδικασθέντα, ή υπό διεθνείς κυρώσεις πρόσωπο από το να «αγοράσει» Κυπριακό διαβατήριο. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, η Βουλή Αντιπροσώπων ενέκρινε νέα νομοθεσία δίνοντας στη χώρα εξουσία μέχρι και να αφαιρεί ιθαγένεια, καταψηφίζοντας όμως οποιεσδήποτε κινήσεις δημοσίευσης ονομάτων σχετικών προσώπων. Τα αυστηρότερα αυτά κριτήρια δεν επήλθαν «προληπτικά» από την μεριά της Κύπρου αλλά ως αντιδραστική απάντηση σε αρκετά σκάνδαλα που αφορούν διαβόητους επενδυτές που πήραν Κυπριακή ιθαγένεια.
Όσο αμφισβητήσιμη κι αν είναι η φήμη της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Δύση ως νησί που κλείνει τα μάτια στη διαφθορά και στο ξέπλυμα παράνομου χρήματος, δεν παύει να επικρατεί αυτή η αντίληψη σε αρκετές χώρες, τουλάχιστο της Ευρώπης, οι οποίες θεωρούν δικαιοδοσίες όπως το Λουξεμβούργο ως ασφαλέστερες και προτιμότερες από άποψη φήμης και υπόληψης, ασχέτως του ότι η Κύπρος νομοθετικά ακολουθεί τις Ευρωπαϊκές οδηγίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Όταν τα ονόματα διαφόρων ατόμων (επενδυτών) υπό διερεύνηση για διαφθορά, καταζητούμενων, καταδικασθέντων, μέχρι και συγγενείς του Μπιν Λάντεν, συνδέονται με Κυπριακά διαβατήρια και κατά συνέπεια την Κυπριακή Δημοκρατία, είναι επόμενο ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα αποκτήσει και θα διατηρεί φήμη ως κράτος ανεκτικό στη διαφθορά και στο ξέπλυμα. Αυτή η πολιτική πραγματικότητα θα έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις τόσο στον τομέα των υπηρεσιών στην Κύπρο, όπου θα επηρεαστούν χιλιάδες δικηγόροι, λογιστές και τράπεζες, όσο και στην υπόληψη και εκτίμηση των διαβατηρίων της Κυπριακής Δημοκρατίας και κατά επέκταση των Κύπριων πολιτών στη διεθνή κοινότητα. Δεν θα ήταν ακραίο σενάριο να ισχυριστεί κάποιος ότι πιθανόν να επηρεαστεί και η υπόληψη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή κοινότητα ως κράτους δικαίου που σέβεται «κανόνες» και που αντιμάχεται το ξέπλυμα, τη διαφθορά και την τρομοκρατία.
Δεν είναι αρκετό να τοποθετούμαστε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο τα υπό διερεύνηση πρόσωπα που απέκτησαν Κυπριακή ιθαγένεια δεν είχαν καταδικασθεί ακόμα (στις πλείστες περιπτώσεις) σαν Πόντιος Πιλάτος που νίπτει τας χείρας για κάθε «εκ παραδρομής» έκδοση διαβατηρίου. Πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε σαν κράτος και σαν κοινωνία ότι η Κύπρος χρειάζεται σοβαρή, μελετημένη διαχείριση φήμης βασισμένη σε προληπτικά μέτρα και όχι σε αντιδραστικά «εγώ εν τζαι». Και ο νοών νοείτω.