Επίκαιρη είναι η σύσταση της ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του Υπουργείου Δικαιοσύνης με αντικείμενο την «αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου», ενώ η ολοκλήρωση των εργασιών, τουλάχιστον στο ζήτημα σχέσεων γονέων-τέκνων αναμένεται στα τέλη Σεπτεμβρίου 2020. Πραγματική αναμόρφωση των διατάξεων θα υπάρξει μόνο αν τεθεί η κοινή επιμέλεια ως υποχρεωτικός κανόνας για την επιμέλεια των ανηλίκων σε κάθε περίπτωση χωριστής διαβίωσης των γονέων. Ενδεικτικό της κοινωνικής ανάγκης για την θέσπιση της κοινής επιμέλειας είναι ορισμένες αποφάσεις των πρωτοβαθμίων δικαστηρίων που αποφάσισαν με διαφορετικό σκεπτικό και αιτιολογίες την κοινή επιμέλεια κυρίως δια κατανομής του χρόνου ή των αρμοδιοτήτων ακόμη και σε περιπτώσεις αντιδικίας των γονέων (Μον/λες Πρωτοδικείο Αθηνών 34/2020 (ασφ. μετ.) ΝΟΜΟΣ, Εφετείο Αθηνών 4948/2015 ΧρΙΔ 2016.29, Μον/λες Πρωτοδικείο Αθηνών 60/2017 ΝΟΜΟΣ, Μον/λες Πρωτοδικείο Ξάνθης 250/2016 ΝΟΜΟΣ).
Και τούτο παρά τη σημερινή ρητή νομοθετική επιταγή του άρθρου 1513 ΑΚ ότι η γονική μέριμνα μπορεί να ανατεθεί από κοινού στους δύο γονείς αν «αυτοί συμφωνούν ορίζοντας συγχρόνως τον τόπο διαμονής του τέκνου» Ο σημερινός νομοθέτης όμως δεν μπορεί να παραμείνει στη ρύθμιση του Ν. 1329/1983, όπως ισχύει, και να επαφίεται στην καλή θέληση των αντιδίκων πλευρών, έχει υποχρέωση να εξασφαλίσει την ενεργό συμμετοχή αμφοτέρων των γονέων στην ανατροφή του παιδιού, ως δικαίωμα του παιδιού που απορρέει από τις Διεθνείς Συμβάσεις, και υποχρέωση της Πολιτείας να προστατεύσει την παιδική ηλικία που απορρέει από το Σύνταγμα.
Η δημιουργία κουλτούρας συναινέσεων και συμβιβαστικής επιλύσεως των οικογενειακών διαφορών που ξεκίνησε με το άρθρο 22 του Ν. 4509/2017 (συναινετικό διαζύγιο ενώπιον συμβ/φου), είναι θεμιτή και απολύτως απαραίτητη αλλά δεν είναι επαρκής διότι όποιος από τους γονείς έχει εκ του νόμου περισσότερα δικαιώματα ως ασκών αποκλειστικά την επιμέλεια του τέκνου δεν έχει κανένα απολύτως κίνητρο να επιδιώξει συνεργασία και συναίνεση με τον άλλο γονέα. Συνεπώς θα πρέπει να υπάρξει ισχυρό νομοθετικό πλαίσιο το οποίο να ωθεί τις πλευρές σε αμοιβαίο συμβιβασμό.
Η κοινή επιμέλεια των ανηλίκων δεν θα πρέπει να παραμείνει γράμμα κενό περιοριζόμενο απλώς σε κάποια γενικόλογα ευχολόγια περί κοινών αποφάσεων κλπ αλλά επιβάλλεται να προβλέπεται η ουσιαστική άσκηση της και από τους δύο γονείς και στον τομέα της φροντίδας και της καθημερινότητας των ανηλίκων (Σύλλογος ΓΟΝ.ΙΣ).
Προφανώς στα πλαίσια της σκοπούμενης συνολικής αναμόρφωσης, ψηφίστηκε και ισχύει ήδη η διάταξη του άρθρου 139 Ν. 4714/2020 (ΦΕΚ 148 Α) «προσθήκη άρθρου 1519 ΑΚ» με την οποία προβλέπεται ότι η μεταβολή του τόπου διαμονής που επηρεάζει ουσιωδώς το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο απαιτεί προηγούμενη συμφωνία των γονέων ή οριστική δικαστική απόφαση. Ο προσδιορισμός του τόπου κατοικίας του ανηλίκου ανήκει μεν στο γονέα που ασκεί την επιμέλεια, πλην όμως ο προσδιορισμός αυτός δεν είναι πλέον ανεξέλεγκτος και απεριόριστος, όπως πριν την εισαγωγή της παρούσας ρυθμίσεως του άρθρου 1519 ΑΚ, επειδή τίθεται ο σοβαρός περιορισμός να μην επηρεάζεται η επικοινωνία με τον άλλο γονέα.
Η διαφορά είναι κεφαλαιώδης, διότι ο ασκών την επιμέλεια γονέας δεν μπορεί πλέον να απομακρυνθεί σε άλλη χώρα, ή σε άλλη πόλη, με το παιδί αν δεν συμφωνεί ο άλλος γονέας ή αν δεν έχει ληφθεί, οριστική δικαστική απόφαση. Και αυτή την απομάκρυνση δεν μπορεί να την πράξει από την αρχή της διασπάσεως της έγγαμης συμβιώσεως, ακριβώς διότι από την αρχή θα επηρεάζεται η επικοινωνία του άλλου με το τέκνο. Πρακτικά δηλαδή ο τόπος διαμονής του ανηλίκου καθορίζεται και από τους δύο γονείς ή τουλάχιστον χωρίς τη διαφωνία του ενός από αυτούς. Σε περίπτωση διαφωνίας αποφασίζει το Δικαστήριο.
Όπως προκύπτει μάλιστα από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4714/2020 επί του άρθρου 139 « προσθήκη άρθρου 1519 ΑΚ», ο περιορισμός της ελευθερίας προς μετακίνηση του ασκούντος την επιμέλεια γονέα «είναι ανεκτός, ενόψει της ιδιότητας του ως γονέα ανηλίκου, καθώς και ενόψει του δικαιώματος του άλλου γονέα να έχει ομαλή επικοινωνία με το παιδί». Με τη διάταξη αυτή κάμπτονται απολύτως όσα γίνονταν μέχρι σήμερα δεκτά στην περίπτωση της μετακινήσεως του ενός γονέα (αρ.. 1518 ΑΚ, αρ. 5 της Διεθνούς Σύμβασης της Χάγης) Παρατηρούμε εξάλλου την προσπάθεια για συναινετικές λύσεις και μάλιστα κατά την άνω Αιτιολογική Εκθεση με τον τύπο του συμβ/κου εγγράφου όπως ακριβώς και στο συναινετικό διαζύγιο άρθρο 22 Ν. 4509/2017, γεγονός που ίσως προοιωνίζει και ανάλογη αντιμετώπιση όλων των ζητημάτων.
Ιδιαίτερη σημασία όμως έχει και η δικαστηριακή εφαρμογή της διατάξεως. Οι αποφάσεις που θα εκδοθούν επί αντιστοίχων αγωγών κατ άρθρο 1519 ΑΚ δεν θα πρέπει να είναι εισιτήριο νομιμοποίησης της αυθαίρετης μετακινήσεως. Θα πρέπει να εξασφαλίζεται το δικαίωμα του παιδιού να μη στερείται τους γονείς του και όχι να εξασφαλίζεται γραφειοκρατικά η απομάκρυνση του παιδιού από τον ένα γονέα. Πρωτίστως οι γονείς πρέπει να επαγρυπνούν για την άσκηση των δικαιωμάτων τους και την προστασία του παιδιού τους από την γονεϊκή αποξένωση. Η διάταξη του 1519 ΑΚ από τη θέση της στο σύστημα του ΑΚ είναι προφανώς μέρος της αναμενόμενου συνόλου των διατάξεων και ως τέτοια πρέπει να ερμηνευθεί σε σχέση και με τις επερχόμενες διατάξεις, ώστε είναι ακόμη πρώιμο να διακινδυνεύσει κανείς ευρύτερα συμπεράσματα εκτός από το απτό, ότι δεν είναι πλέον δυνατή η αυθαίρετη απομάκρυνση του παιδιού από τον μη ασκούντα την επιμέλεια γονέα. Είναι αυτό αρκετό, όχι, είναι όμως η αρχή…