Με την ευκαιρία της νέας παράνομης συμπεριφοράς των μελών του πειθαρχικού συμβουλίου (ΠΣ) της ΕΔΕΚ και της ηγεσίας της, να καταστρέψουν τα τεκμήρια που είχαν κατατεθεί στην «θεατρική παράσταση» του ΠΣ, δεδομένου ότι αυτά αποτελούσαν και αντικείμενο έρευνας σε δικαστικές διαδικασίες που κατέθεσε ο σ. Παπαδάκης εναντίον του προέδρου του κόμματος για δυσφημιστικές καταγγελίες εναντίον του.
Να υπενθυμίσω τους αναγνώστες ότι ένα κρίσιμο ζήτημα που είχε αναδειχθεί κατά την περίοδο εκείνη της πειθαρχικής παράστασης ήταν το επιχείρημα του προέδρου ότι ο Παπαδάκης αθέτησε γραπτή υποχρέωση να συνεισφέρει από το μισθό του στα ταμεία της ΕΔΕΚ. Για να υπενθυμίσω, περαιτέρω, τους αναγνώστες, ο σ. Παπαδάκης υπόγραψε, κατά την προεκλογική περίοδο, το ισχυριζόμενο έγγραφο, ωστόσο έθεσε τις ρητές του επιφυλάξεις καθώς οι διατάξεις του εν λόγω εγγράφου, παραβίαζαν τους κανονισμούς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στο σημείο αυτό, θέλω να επισημάνω ότι ο σ. Παπαδάκης έθεσε ενώπιον των μελών του ΠΣ την πιθανότητα έγκρισης του εγγράφου από την ΕΕ, ώστε να αποφύγει τυχόν περιπέτειες εναντίον του αλλά και του κόμματος, έχοντας υπόψη τη λειτουργία και τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), αλλά δυστυχώς, υπήρχε σθεναρή αντίσταση και αντίδραση.
Εάν οι σοφοί της ηγεσίας της ΕΔΕΚ, με πρωτοστάτη τον πάνσοφο πρόεδρο, γνώριζαν ότι δεν είναι νόμιμη η διασπάθιση των κονδυλίων της ΕΕ με τον τρόπο που επέβαλαν στο σ. Παπαδάκη, να μεταφέρει, δηλαδή, κονδύλια του προϋπολογισμού της ΕΕ στον κομματικό μηχανισμό της ΕΔΕΚ, τότε η πρόθεσή τους είχε δολιότητα, να τον οδηγήσουν, δηλαδή, στη δίωξη του από την υπηρεσία της OLAF. Η υπηρεσία της OLAF «διερευνά περιπτώσεις απάτης εις βάρος του προϋπολογισμού της ΕΕ, διαφθοράς και σοβαρών παραπτωμάτων στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα». Επομένως, εάν ο Παπαδάκης παρανομούσε τότε θα ετίθετο κάτω από το μηχανισμό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF). Αυτό είναι που επιδίωξαν τα λαμπρά μυαλά της ΕΔΕΚ, να διασύρουν ένα καταξιωμένο πετυχημένο ευρωβουλευτή, ότι καταδολιεύει κονδύλια της ΕΕ και, άρα, διαπράττει απάτη, αγνοώντας, όμως, ότι θα είχε και το κόμμα συνέπειες (αλλά ποιος γνοιάζεται για το κόμμα εδώ που φθάσαμε;).
Τα όσα υποστηρίζονται πιο πάνω θεμελιώνονται από δύο υποθέσεις που εξετάστηκαν από την ΟΛΑΦ. Συγκεκριμένα η εν λόγω υπηρεσία είχε ενώπιον της δύο καταγγελίες, ότι μέλη πολιτικών κομμάτων, από δύο διαφορετικές χώρες, ενθάρρυναν μέλη τους να μεταφέρουν μέρος των μισθών τους στα ταμεία των εθνικών τους κομμάτων, πράξη που ήταν αντίθετη με τους κανονισμούς του ευρωκοινοβουλίου. Στην πρώτη περίπτωση μέλη του ευρωκοινοβουλίου, για μια περίοδο πέντε ετών, μετάφεραν στα κομματικά ταμεία €640,000, πράξη που δεν αποτελούσε εκούσια απόφαση των μελών αλλά συμμόρφωσης προς μια καταστατική οικονομική χάρτα που τους επιβλήθηκε από το κόμμα. Επειδή η ΟΛΑΦ δεν είχε εξουσίες επιβολής κυρώσεων εισηγήθηκε, όμως, στο ευρωκοινοβούλιο να προβεί στην επιβολή πειθαρχικών μέτρων.
Η δεύτερη περίπτωση αφορά, πάλιν, επιβολή υποχρεωτικής συνεισφοράς από μέλη και συνεργάτες βουλευτών και, μάλιστα, με αύξηση του μισθού τους ώστε να αποστέλλονται μεγαλύτερα ποσά στα κομματικά ταμεία. Η ΟΛΑΦ έκρινε ένοχο το κόμμα και το εμπλεκόμενα μέλη και συνέστησε στο ευρωκοινοβούλιο να ληφθούν πειθαρχικά μέτρα αλλά, στην περίπτωση αυτή, ζήτησε να απαιτηθεί και η επιστροφή των χρημάτων. Μια σημαντική σύσταση της ΟΛΑΦ προς το Κοινοβούλιο ήταν να λαμβάνονται πειθαρχικά μέτρων εναντίον μελών του κοινοβουλίου που συμμορφώνονται με τις υποδείξεις των κομμάτων τους που έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές και τους κανονισμούς του ευρωκοινοβουλίου.
Συμπερασματικά, λοιπόν, ο σ. Παπαδάκης δεν είχε νομική ευθύνη να συμμορφωθεί προς την επιβληθείσα από την ηγεσία της ΕΔΕΚ παράνομη υποχρέωση συνεισφοράς στο κόμμα και ούτε παραβίασε οποιαδήποτε απόφαση του κόμματος που απαιτούσε από τον Παπαδάκη να παρανομήσει κατά του κοινοβουλίου.