Η πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου θα εκδώσει στις 12 το μεσημέρι της ερχόμενης Παρασκευής (10/4) τις αποφάσεις της επί των εφέσεων που καταχωρήθηκαν κατά των αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου αναφορικά με τις αποκοπές των μισθών και συντάξεων στο δημόσιο τομέα.
Το Ανώτατο Δικαστήριο επιφύλαξε την 01/11/2019 τις αποφάσεις του επί των εφέσεων αφού πρώτα άκουσε τις θέσεις και τα επιχειρήματα των δυο πλευρών στο πλαίσιο αγορεύσεων.
Η πλευρά των εφεσειόντων υποστήριξε ότι το Άρθρο 23 του Συντάγματος διασφαλίζει μεν το δικαίωμα του κάθε εργαζομένου να λαμβάνει μισθό, κάτι που αποτελεί ιδιοκτησιακό δικαίωμα, ωστόσο δεν κατοχυρώνει δικαίωμα ως προς το ύψος του μισθού ή τον τρόπο καταβολής του μισθού. Δεν μπορεί, όπως υποστήριξαν οι εφεσείοντες, κάθε μείωση του μισθού να συνιστά παραβίαση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Υποστήριξαν επίσης ότι οι αποκοπές δεν επηρέασαν τον πυρήνα του ιδιοκτησιακού δικαιώματος του μισθού παρά μόνο ένα ποσοστό του μισθού και άρα δεν επηρεάστηκε η αξιοπρεπής διαβίωση των αιτητών.
Όπως ανέφεραν, το Άρθρο 23 προστατεύει από την αυθαίρετη και χωρίς οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση ουσιώδη μείωση του μισθού, προσθέτοντας ότι στην προκειμένη περίπτωση ο πυρήνας του δικαιώματος του μισθού παρέμεινε άθικτος και δεν επηρεάστηκε η αξιοπρεπής διαβίωση. Σημείωσαν ακόμη ότι οι επίδικες αποκοπές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αυθαίρετη στέρηση του δικαιώματος του μισθού και κατά συνέπεια ότι παραβιάζουν το Άρθρο 23 του Συντάγματος, καλώντας το δικαστήριο να ανατρέψει τις πρωτόδικες αποφάσεις και να κρίνει τις νομοθεσίες ως συνταγματικές.
Η πλευρά των εφεσίβλητων προέβαλε τη θέση ότι το άρθρο 23 του Συντάγματος προστατεύει κατά απόλυτο τρόπο το ιδιοκτησιακό δικαίωμα του μισθού και απέρριψε τα όσα προέβαλε η πλευρά των εφεσειόντων περί μη επηρεασμού του πυρήνα του δικαιώματος του μισθού και της αξιοπρεπούς διαβίωσης. Υποστήριξε, επίσης, ότι δεν μπορεί να γίνεται λόγος για τμηματική στέρηση ή περιορισμός του δικαιώματος της ιδιοκτησίας, προβάλλοντας τη θέση ότι το ύψος του μισθού και των συντάξεων είναι κατοχυρωμένο και συμβατικά και νομοθετικά.
Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν επίσης ότι το κυπριακό σύνταγμα καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο το κράτος μπορεί να αντλεί έσοδα για τις ανάγκες του και για άσκηση οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής με φορολογικές νομοθεσίες βάση του Άρθρου 24 του Συντάγματος. Χαρακτήρισαν ακόμη παράνομες και αντισυνταγματικές τις νομοθεσίες που θεσπίστηκαν ως μέτρα για αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, σημειώνοντας ότι τα μέτρα που αποφασίστηκαν να ληφθούν θα έπρεπε να ήταν νόμιμα και να συνάδουν με το Σύνταγμα. Υποστήριξαν, τέλος, ότι θα έπρεπε να είχε τροποποιηθεί το Σύνταγμα.
Για τους εφεσείοντες εμφανίστηκαν ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας Κώστας Κληρίδης, η Α. Κουντουρή για Τ. Παπαδόπουλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. εκπροσωπώντας την Αρχή Λιμένων Κύπρου και ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης για Α. Τριανταφυλλίδη & Υιοί Δ.Ε.Π.Ε εκπροσωπώντας την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου.
Για τους εφεσίβλητους εμφανίστηκαν οι δικηγόροι Αλέκος Μαρκίδης μαζί με τον Φ. Καμένο, ο Α. Παναγιώτου για Παναγιώτου & Πελεκάνος, ο Ανδρέας Αγγελίδης, ο Βραχίμης Χατζηχάννας, ο Γιώργος Χατζηπέτρου, ο Χριστόδουλος Κληρίδης για Χρ. Βασιλειάδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., ο Σαουρής Αλέξανδρος, ο Δημοσθένης Στεφανίδης και το δικηγορικό γραφείο Μ. Ηλιάδη & Συνεταίροι Δ.Ε.Π.Ε.
Το Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε στις 29/3/2019 ως αντισυνταγματικές τις νομοθεσίες που θεσπίστηκαν κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης για αποκοπές μισθών και μειώσεις των συντάξεων των υπαλλήλων και συνταξιούχων του δημοσίου και ευρύτερου δημοσίου τομέα.
Οι νόμοι κρίθηκαν αντισυνταγματικοί διότι παραβιάζουν το άρθρο 23 του Συντάγματος που αφορά στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας, αφού οι αιτητές υποστήριξαν στο Δικαστήριο και δικαιώθηκαν ότι οι απολαβές αποτελούν περιουσιακό στοιχείο.
Πηγή: KYΠΕ