Όπως κάθε χρόνο στο Φεστιβάλ Κύπρια παρουσιάζονται παραστάσεις καλλιτεχνών με διεθνή αναγνώριση, έτσι και φέτος το φεστιβάλ φιλοξένησε παράσταση του κορυφαίου Ιταλού Romeo Castelluci με τίτλο «Ιούλιος Καίσαρ – Σπαράγματα», μια ανατρεπτική παράσταση που όπως φαίνεται δεν απευθυνόταν «εν μέρει» στο θεατρικό κοινό της Κύπρου.
Πρωταγωνιστής στη σκηνή εκτός από τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Μάρκο Αντώνιο ήταν και ένα άλογο. Η παραγωγή του θεατρικού έργου δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τις προγραμματισμένες παραστάσεις εφόσον δέχθηκε πόλεμο καταγγελιών.
Για το ιστορικό της υπόθεσης σημειώνουμε ότι το Κόμμα για τα Ζώα δέχθηκε καταγγελία από πολίτη που υπήρξε θεατής της παράστασης ότι το άλογο επί σκηνής ήταν εμφανέστατα ανήσυχο για δεκαπέντε λεπτά και προσπαθούσε να ξεφύγει. Επομένως, με ανακοίνωση του έδωσε τη σκυτάλη στην Αστυνομία και στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες να διερευνήσουν την υπόθεση ως προς τη νομική πλευρά του θέματος, ώστε εάν τίθεται θέμα κακομεταχείρισης, να αποσυρθεί το άλογο από τη σκηνή.
Σε τηλεφωνική διαμάχη στο ραδιοφωνικό σταθμό ACTIVE μεταξύ του Προέδρου του Κόμματος των Ζώων και του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Φεστιβάλ έγινε αναφορά στις λεπτομέρειες που οδήγησαν στην καταγγελία και στις πιέσεις για την απόσυρση του αλόγου, με τον διευθυντή του Φεστιβάλ να απαντά πως λήφθηκαν τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του ζώου.
Το Υπουργείο Γεωργίας και οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες Κύπρου από τη μεριά τους δεν προέβησαν σε επίσημες ανακοινώσεις επί του θέματος παρά μόνο σε ανάρτηση ανακοίνωσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με αφορμή την παγκόσμια μέρα των ζώων. Σε αυτή αναγράφεται η φράση «Τα ζώα, όπως και οι άνθρωποι, μπορούν να αισθάνονται, να πονούν και να υποφέρουν», η οποία συνοδευόταν από φωτογραφία αλόγου. Σε επικοινωνία μας με λειτουργό του Υπουργείου Γεωργίας, ενημερωθήκαμε πως η ανάρτηση ήταν τυχαία και ασύνδετη με το περιστατικό.
Ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ, Άντης Παρτζίλης με ανακοίνωση του, αναφέρθηκε σε αναγκαστική ακύρωση των παραστάσεων και απεύθυνε δημόσια συγγνώμη προς το δημιουργό και το κοινό μιλώντας για λογοκρισία και υπερβολές που πλήττουν τον πολιτιστικό κόσμο, δηλώντας περήφανος για τη συμμετοχή του έργου του Castellouci στο Φεστιβάλ.
Το Υπουργείο Παίδειας Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, με δική του ανακοίνωση, ενημέρωσε το κοινό πως η απόφαση για την ακύρωση δεν ήταν του Υπουργού Παιδείας και ότι οφείλεται στο γεγονός ότι ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του αλόγου αποφάσισε να αποσύρει το άλογο από την παράσταση εξαιτίας της προέκτασης που πήρε το όλο θέμα.
Ο ίδιος ο διεθνούς φήμης σκηνοθέτης σχολίασε με καυστικότητα το όλο σκηνικό και τα γεγονότα που οδήγησαν στην απόφαση για ακύρωση των παραστάσεων. Επεξηγεί στην επιστολή του την παρουσία του αλόγου επί σκηνής βάσει του κειμένου της παράστασης και θέτει φιλοσοφικά ερωτήματα προς απάντηση από τους φιλόζωους που διαμαρτυρήθηκαν χωρίς καν να δουν την παράσταση. Σύμφωνα με τον ίδιο καταπατείται η ελευθερία έκφρασης. Δηλώνει ότι η παράσταση δέχθηκε λογοκρισία και γι’ αυτό το λόγο αρνήθηκε να αλλάξει τη φύση της παράστασης.
Από πλευράς μας επικοινωνήσαμε με τον Αναπληρωτή Καθηγητή Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, Κώστα Στρατηλάτη, ο οποίος τοποθετήθηκε επί του θέματος και λόγω της πληρότητας του σχολίου, το παραθέτουμε κατωτέρω:
Επί νομικής απόψεως τοποθέτηση για το άλογο επί σκηνής
1.Από την πληροφόρηση που έχω, δεν προκύπτει ότι κάποια κρατική Αρχή έλαβε κάποια απόφαση με αντικείμενο τον τερματισμό των παραστάσεων, ούτε προκύπτει ότι αυτό αποφασίστηκε από τους διευθύνοντες του φεστιβάλ. Σε κάποια ρεπορτάζ γίνεται αναφορά σε πιέσεις που ασκήθηκαν στους τελευταίους και στον ιδιοκτήτη του αλόγου από το Υπουργείο Παιδείας και από τις κτηνιατρικές υπηρεσίες, όμως το Υπουργείο Παιδείας με ανακοίνωσή του αρνήθηκε ότι η απόφαση να ακυρωθούν οι παραστάσεις ήταν δική του. Αυτό που προκύπτει από τη συγκεκριμένη ανακοίνωση είναι ότι, έπειτα από τις καταγγελίες για κακοποίηση του αλόγου, ο ιδιοκτήτης του το “απέσυρε” από την παράσταση. Εν όψει αυτών των δεδομένων, δεν εντοπίζω άμεση εκ πρώτης όψεως κρατική επέμβαση στην ελευθερία έκφρασης και στην ελευθερία της τέχνης –οπότε καταρχάς δεν μπορεί να γίνει λόγο για κρατική “λογοκρισία” (όρος αδόκιμος νομικά, του οποίου οι καταχρήσεις στο δημόσιο λόγο είναι τέτοιες και τόσο ευρείες ώστε καταντά και αδόκιμος πρακτικά).
2.Η γνώμη μου θα ήταν τελείως διαφορετική αν επιβεβαιωνόταν ότι, έστω και άτυπα, έστω και έμμεσα, έστω και σε απλό λεκτικό επίπεδο,υπήρξαν πιέσεις ή έστω παρεμβάσεις από κρατικούς ή ημι-κρατικούς φορείς, τέτοιες που θα ήταν ικανές να εξωθήσουν τον ιδιοκτήτη του αλόγου να το αποσύρει από την παράσταση, με αποτέλεσμα την ακύρωσή της. Σε αυτή την περίπτωση ισχύουν όσα αναφέρω παρακάτω (και η έννοια “επέμβαση” που πρόκειται να χρησιμοποιήσω περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία της υπογραμμισμένης έκφρασης παραπάνω).
3.Το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), όπως αυτό έχει ερμηνευθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), κατοχυρώνει καθέναν έναντι βλαπτικών επεμβάσεων στην άσκηση της ελευθερίας έκφρασης (περιλαμβανομένης της τέχνης) εκ μέρους κρατικών οργάνων. Τα τελευταία έχουν επιπρόσθετα, υπό συγκεκριμένες συνθήκες (λ.χ. επιθέσεις ή απειλές σε βάρος δημοσιογράφων ή εφημερίδων ή άλλων ΜΜΕ, απολύσεις εργαζομένων από εταιρείες λόγω των απόψεων που εξέφρασαν κ.λπ.), θετική υποχρέωση να προβαίνουν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προκειμένου να προστατεύεται η ελευθερία έκφρασηςστην οποία περιλαμβάνεται κατά το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ και η ελευθερία τέχνης. Με τα δεδομένα που έχω υπόψη μου, και βάσει της νομολογίας του ΕΔΔΑ, στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν φαίνεται καταρχάς να συντρέχουν προϋποθέσεις ικανές ώστε να μπορεί βάσιμα να γίνει λόγος για θετική υποχρέωση των κρατικών οργάνων να προστατεύσουν τους συντελεστές της παράστασης και τους ιθύνοντες του φεστιβάλ από βλαπτικές ενέργειες. Ωστόσο, η αξιολόγηση αυτή θα μπορούσε να είναι τελείως διαφορετική εάν επιβεβαιωθεί το σενάριο των παρεμβάσεων ή/και πιέσεων (βλ. ανωτέρω υπό 2).
4.Σημειωτέον ότι, για να κριθεί ότι συνέτρεξε επέμβαση στην ελευθερία έκφρασης και στην ελευθερία τέχνης, θα αρκούσε ακόμα και η απλώς άτυπη λεκτική παρέμβαση κάποιου εκπροσώπου δημοσίας Αρχής (πόσο μάλλον, η άσκηση πίεσης) ώστε να συνεχιστεί η παράσταση χωρίς το άλογο. Επέμβαση θα συνιστούσε και υπόδειξη συνέχισης της παράστασης χωρίς το άλογο. Τούτο διότι, βάσει πάγιας και ξεκάθαρης νομολογίας του ΕΔΔΑ, το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης δεν κατοχυρώνει μόνον το περιεχόμενο της έκφρασης (εδώ, το περιεχόμενο της παράστασης, το οποίο ούτως ή άλλως θα αλλοιωνόταν βέβαια χωρίς την παρουσία του αλόγου), αλλά επίσης τον τρόπο που επιλέγει ο εκάστοτε φορέας του δικαιώματος να εκφραστεί. Τούτο ισχύει ιδίως όταν πρόκειται για έργο τέχνης. Για να το θέσω απλά, αν ένα έργο τέχνης περιέχει σε ένα συγκεκριμένο σημείο του κάτι που οι Αρχές κρίνουν λ.χ. άσεμνο, η επέμβασή τους δεν “θεραπεύεται” με το να απαιτήσουν από τον καλλιτέχνη να καλύψει το άσεμνο τμήμα (με κάποιο φύλλο συκής, ενδεχομένως).
5.Εάν λοιπόν δεχθούμε ότι συνέτρεξε εκ πρώτης όψεως επέμβαση δημοσίων (ή ημι-κρατικών) Αρχών στην ελευθερία έκφρασης ή/και πλημμελής εκπλήρωση της υποχρέωσης των κρατικών Αρχών (εδώ του Υπουργείου Παιδείας) να προβούν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες ώστε να συνεχιστούν οι παραστάσεις (φυσικά, με το άλογο και όχι χωρίς αυτό), τότε, για να κριθεί η επέμβαση αυτή αποδοκιμαστέα, θα πρέπει να εξετάσουμε (α) αν είχε νόμιμο έρεισμα, κάτι που περιλαμβάνει και την απαίτηση το συναφές νομικό πλαίσιο να είναι επαρκώς σαφές ώστε οι συντελεστές της παράστασης να είναι σε θέση να προβλέψουν ότι η συγκεκριμένη χρήση του ζώου ήταν νόμιμη ή όχι, (β) αν η συγκεκριμένη επέμβαση (= χονδρικά, παραίνεση ή και πίεση συνέχισης της παράστασης χωρίς το άλογο) υπηρετούσε κάποιον από τους θεμιτούς λόγους περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης που παρατίθενται στο άρθρο 10 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, και (γ) αν η συγκεκριμένη επέμβαση ήταν ανάλογη προς το σκοπό που υπηρετούν οι σχετικές νομικές διατάξεις. Αναλυτικά:
6.Ως προς το (α): Το Κόμμα για τα Ζώα επικαλέστηκε καταρχάς τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων Νόμου 46(Ι)/1994. Κατά το άρθρο 4(3) του εν λόγω νόμου: “Απαγορεύεται σ’ οποιοδήποτε πρόσωπο να εκθέτει ή υποβάλλει, χωρίς εύλογη αιτία, οποιοδήποτε ζώο σε πόνο, ταλαιπωρία, τραυματισμό ή φόβο”. Κατά το άρθρο 5(2)(ε) του ίδιου Νόμου: ” Απαγορεύεται η χρήση ζώων για εκθέσεις, διαφημίσεις, παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών ή για παρόμοιους σκοπούς, όταν αυτό συνεπάγεται την πρόκληση πόνου, ταλαιπωρίας ή τραυματισμού σ’ αυτά”. Παρότι δεν παρακολούθησα την παράσταση, πιστεύω ότι δεν είναι δυνατό να γίνει εδώ λόγος για πρόκληση πόνου ή τραυματισμού ή φόβου, παρά μόνον οριακά για πρόκληση ταλαιπωρίας. Δεν αποκλείω να υπάρχουν και άλλες νόμιμες βάσεις για την επέμβαση στην ελευθερία έκφρασης και τέχνης (στην ανακοίνωση του Κόμματος για τα Ζώα γίνεται λόγος για παρουσία κτηνιάτρου, εκπαίδευση κ.λπ.). Δεν έχω μελετήσει τη σχετική νομοθεσία επισταμένως, οπότε αρκούμαι στις ως άνω διατάξεις του Νόμου 46(Ι)/1994. Υπό τις δεδομένες συνθήκες, και εάν πάντα θεωρήσουμε ότι υπήρξε επέμβαση δημοσίων Αρχών (έστω και άτυπη), θα θεωρούσα ότι μόνον πολύ οριακά εκπληρώνεται η προϋπόθεση της προβλεψιμότητας και κατ’ επέκταση της νομιμότητας.
7.Ακόμα και αν δεχθούμε ότι η εικαζόμενη επέμβαση πληροί την προϋπόθεση (α), εκτιμώ ότι η ίδια επέμβαση δεν υπηρετεί κανέναν από τους σκοπούς του άρθρου 10 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, δηλαδή την προϋπόθεση (β). Ένας από αυτούς τους σκοπούς είναι η “προάσπιση της τάξης”, ωστόσο το ΕΔΔΑ έχει ερμηνεύσει τη ρήτρα αυτή στενά ώστε να μην αντιστοιχεί παρά μόνον στη διασάλευση της τάξης μέσα από ταραχές λ.χ. κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων. Οπότε, ακόμα κι αν οι ρυθμίσεις του Νόμου 46(Ι)/1994 συσχετιστούν με αυτό που στις ηπειρωτικές έννομες τάξεις ονομάζουμε “δημόσια τάξη”, και πάλι τούτο δεν είναι αρκετό για να δικαιολογηθεί η όποια επέμβαση στην ελευθερία έκφρασης και στην ελευθερία της τέχνης. Άλλος θεμιτός λόγος περιορισμού της ελευθερίας έκφρασης κατά την παρ. 2 του άρθρου 10 είναι “τα δικαιώματα των άλλων”, όμως δεν θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε οιοδήποτε ζώο, όσο αγαπητό και ανεπτυγμένο, ως “άλλον” υπό την έννοια της ΕΣΔΑ. Ο μόνος λόγος περιορισμού της ελευθερίας έκφρασης τον οποίο θα μπορούσα να συνδέσω, και πάλι τελείως οριακά, με τη συγκεκριμένη επέμβαση (αν υπήρξε τέτοια, βλ. ανωτέρω υπό 1 και 2), είναι η προστασία της ηθικής, υπό την έννοια ότι οι κρατούσες ηθικές αντιλήψεις στην Κύπρο αποδοκιμάζουν τη χρήση ζώων σε θεατρικές παραστάσεις. Αυτό θα ήταν παρατραβηγμένο!
8.Ακόμα κι αν γίνουν (τελείως οριακά) αποδεκτά όλα τα παραπάνω, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιον ότι η εικαζόμενη ταλαιπωρία του ζώου δεν ήταν τέτοια ώστε να υπερκεράσει το δημόσιο συμφέρον για προστασία της ελευθερίας της έκφρασης και της τέχνης. Με άλλα λόγια, ακόμα κι αν γίνει δεκτό ότι η (εικαζόμενη, δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω) επέμβαση των δημοσίων Αρχών βασιζόταν σε προβλέψιμο νόμο και αποσκοπούσε στην προστασία της ηθικής, πάντως δεν ήταν σε καμία περίπτωση ανάλογη προς τον σκοπό της (δεν πυροβολούμε σπουργίτια με κανόνια, κατά την στερεότυπη έκφραση που χρησιμοποιούμε στα μαθήματα της νομικής). Αντί της παρέμβασης ή της άσκησης πιέσεων ώστε να διεξαχθεί η παράσταση χωρίς το άλογο, οι Αρχές θα μπορούσαν πολύ απλά λ.χ. να θέσουν στη διάθεση των ιθυνόντων της παράστασης κάποιον κτηνίατρο για να διαπιστώσει αν το ζώο εταλαιπωρείτο σε βαθμό ικανό ώστε να δικαιολογείται η απόσυρσή του.
9.Εάν λοιπόν γίνει δεκτό το σενάριο ότι υπήρξε άσκηση πιέσεων ή και απλή άτυπη παρέμβαση δημόσιας Αρχής (του Υπουργείου ή άλλης Αρχής) ώστε να “αποσυρθεί” το άλογο από τις παραστάσεις (είτε από τον ιδιοκτήτη του, είτε από τους ιθύνοντες), τότε συμπεραίνω ότι επρόκειτο για αθέμιτο περιορισμό της ελευθερίας έκφρασης και της ελευθερίας της τέχνης. Με δύο λόγια, αν υπήρξε οιαδήποτε επέμβαση δημόσιας Αρχής, αυτή ήταν εν αδίκω (εκτός αν αποδεικνυόταν ότι συνέτρεχε “ισχυρή” ταλαιπωρία του αλόγου, τέτοια που να καθιστά ανυπόφορη την εκ μέρους του συμμετοχή στην παράσταση, κάτι που δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω, πολύ λιγότερο να πιστοποιήσω, κάτι που δυστυχώς δεν θα μάθουμε ποτέ, εφόσον δεν εστάλη κτηνίατρος να δει την παράσταση και να εξετάσει ενδεχομένως το ζώο, ώστε να κρίνει πόση ταλαιπωρία αυτό υπέστη).