Η πανδημία του νέου κορονοϊού, πέραν των ανθρωπίνων απωλειών και της έκτασής της, προκαλεί επίσης συνέπειες στο καθεστώς εξαιρέσεων από διεθνείς συμβάσεις προστασίας και προώθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παρόλο το γεγονός ότι οι πλείστες συνταγματικές τάξεις των κρατών επιτρέπουν παρεκκλίσεις για σκοπούς προστασίας και διασφάλισης της δημόσιας υγείας (βλ. για παράδειγμα σχετικό άρθρο μου για τον Περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμο της Κυπριακής Δημοκρατίας) το μείζον ερώτημα που προκαλείται είναι κατά πόσον όντως επιτρέπονται τέτοιου είδους εξαιρέσεις από διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επί του προκειμένου, εξετάζεται το καθεστώς εξαιρέσεων και η πρακτική των κρατών – μελών στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Τονίζεται εξ υπαρχής ότι οι συνθήκες τις οποίες διάγουμε είναι καινοφανείς, πρωτόγνωρες και χωρίς προηγούμενο στην σύγχρονη εξελικτική πορεία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υπενθυμίζεται ότι η σύγχρονη αντίληψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα προέκυψε πρωτίστως μέσα από τον ορυμαγδό των γεγονότων του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και εξελίχθηκε ραγδαία στην περίοδο μετά της ίδρυσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, την υιοθέτηση πρωτίστως της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1948 και τις επιμέρους συνθήκες, σύμφωνα και πρωτόκολλα που εξειδίκευσαν τον τομέα των διεθνών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκ προοιμίου, φυσικά, τονίζεται ότι αντιλαμβανόμαστε την παρούσα πανδημία του νέου κορονοϊού ως μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, αν και από αυστηρά νομικής άποψης, μια τέτοια κατάσταση δεν έχει κηρυχθεί στις πλείστες χώρες που έχουν λάβει περιοριστικά μέτρα και μέτρα τα οποία άπτονται των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Τονίζεται, επίσης, ως θεμελιώδης αρχή που διέπει το παρόν, ότι οι επιπτώσεις των μέτρων, επιφυλάξεων και παρεκκλίσεων από το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι αντικείμενο εξέτασης που θα λάβει χώραν μετά την παρέλευση της παρούσης κρίσης, η οποία συνεχίζει να μαστίζει την διεθνή κοινότητα με τραγικό απολογισμό όσον αφορά τον αριθμό των ανθρωπίνων απωλειών και των κρουσμάτων. Επί του παρόντος αναφερόμαστε ενδεικτικά σε ήδη υπάρχουσες αναλύσεις επί του προκείμενου αντικειμένου αναφοράς.
Ένα από τα βασικότερα ζητήματα που προκύπτουν στον τομέα των διεθνών ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι κατά πόσον τα κράτη – μέλη σε διεθνείς συμβάσεις οφείλουν να αναφέρουν και να υποβάλουν τις επιφυλάξεις / παρεκκλίσεις (derogations) από συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσον αφορά στον περιορισμό των ατομικών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αποφασίζουν μονομερώς στα πλαίσια των εθνικών τους σχεδίων για αντιμετώπιση και περιορισμό της πανδημίας στις εδαφικές τους επικράτειες. Μια προς αναφορά απόφαση εθνικού δικαστηρίου αποτελεί αυτή της BP v. Surrey County Council & Anor [2020] (25 Μαρτίου 2020), στην οποία ο εθνικός δικαστής στην Αγγλία και Ουαλία, αποπειράθηκε ο ίδιος να προβεί σε εξαίρεση του Άρθρου 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη βάση του Άρθρου 15 εκ μέρους του Ηνωμένου Βασιλείου. Υπενθυμίζεται ότι το Άρθρο 5 της ΕΣΔΑ αναφέρεται στο δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια, ενώ το Άρθρο 15 αναφέρεται σε παρεκκλίσεις σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης «εν περιπτώσει πολέμου ή ετέρου δημοσίου κινδύνου απειλούντος την ζωήν του έθνους.»
Στην υπόθεση της ΒP [2020], ο εθνικός δικαστής κρίθηκε να κρίνει κατά πόσον τα περιοριστικά μέτρα που τέθηκαν από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν δυσανάλογα με τα Άρθρα 5 και 8 λαμβάνοντας υπόψιν το Άρθρο 14 της ΕΣΔΑ και σε αυτή του την προσπάθεια ο εθνικός δικαστής φαίνεται να προέκρινε ότι το Άρθρο 5 ΕΣΔΑ θα πρέπει να τύχει παρέκκλισης σύμφωνα με το Άρθρο 15 ΕΣΔΑ από το Ηνωμένο Βασίλειο. Σημειώνεται ότι η διαδικασία ενημέρωσης του Συμβουλίου της Ευρώπης για παρεκκλίσεις από το Άρθρο 5 οριοθετείται από το Άρθρο 15(3) και σχετικές οδηγίες που εκδόθηκαν από το Συμβούλιο της Ευρώπης και αποσκοπούν στην ενημέρωση των λοιπών συμβαλλομένων για τις παρεκκλίσεις που τίθενται από μεμονωμένα κράτη – μέλη του Συμβουλίου.
Τα βασικά ερωτήματα που προκύπτουν εκ των πιο πάνω είναι κατά πόσον τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να δεσμεύσουν ή να δημιουργήσουν εν γένει υποχρεώσεις στα κράτη όπως προβούν στις σχετικές κοινοποιήσεις των παρεκκλίσεων από διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κατά πόσον τα κράτη έχουν όντως νομική υποχρέωση να προβούν σε παρεκκλίσεις των διεθνών τους υποχρεώσεων χωρίς την προηγούμενη κοινοποίηση τους στον αρμόδιο διεθνή οργανισμό που έχει ενταλθεί για την παρατήρηση υλοποίησης των υποχρεώσεων των συμβαλλομένων κρατών στις διεθνείς συμβάσεις που έχουν προσυπογράψει.
Ειδικά σε σχέση με την ΕΣΔΑ και το Άρθρο 15 που αφορά στις παρεκκλίσεις από τις πρόνοιες της για λόγους εθνικού συμφέροντος όπως παρατέθηκε πιο πάνω, αναφέρεται ότι μέχρι στιγμής εννιά κράτη έχουν επίσημα καταθέσει τις παρεκκλίσεις τους από τις πρόνοιες της ΕΣΔΑ λόγω του νέου κορονοϊού (Αλβανία, Αρμενία, Εσθονία, Γεωργία, Λιθουανία, ΠΓΔΜ, Μολδαβία, Ρουμανία και Σερβία) μέσω ρηματικών διακοινώσεων (notes verbal) προς τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Στη βάση των πιο πάνω το μείζον ερώτημα είναι κατά πόσον τα κράτη μπορούν να εφαρμόσουν τους σχετικούς περιορισμούς των προνοιών των διεθνών συμβάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων χωρίς να έχουν προηγουμένως ενημερώσει, ως προβλέπεται, τον ελεγκτικό μηχανισμό του διεθνούς οργάνου. Η απάντηση, συνοπτικά, είναι ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχει σαφής νομολογία που να απαντά το ερώτημα και ότι λόγω των έκτακτων συνθήκων που διάγουμε το θέμα προφανώς μετακυλείται σε μεταγενέστρο στάδιο, ενδεχομένως υπό μορφή προσφυγής σε ένα δικαιοδοτικό όργανο, όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για να αποφανθεί επί τούτης της νομιμότητας. Μέχρι τότε, η κρατική πρακτική ολοένα και δημιουργεί δεδομένα που θυμίζουν την δημιουργία κρατικής πρακτικής υπό την μορφή εθιμικού διεθνούς δικαίου ως προς το ότι υπό τοιαύτες συνθήκες εκτάκτων καταστάσεων τα κράτη μπορούν, ενδεχομένως, να εκφεύγουν των διαδικαστικών – υπό μορφή όμως ασφαλιστικών δικλείδων ως προς την προστασία, προώθηση και σεβασμό των διεθνών τους υποχρεώσεων όσον αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα – ρητρών κοινοποίησης παρεκκλίσεων από τα διεθνή ανθρώπινα δικαιώματα. Μια τέτοια εξέλιξη είναι, φυσικά, ανησυχητική όσον αφορά την περαιτέρω προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά είναι κάτι το οποίο συνδέεται με τις επίκαιρες συζητήσεις για την δημιουργία μιας γενικότερης νέας τάξης πραγμάτων στο διεθνές δίκαιο (βλ. «Η νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων και ο κορονοϊός», Δικαιοσύνη, 14/04/2020 )