Το Υπουργικό Συμβούλιο ανακοίνωσε χθες – και ορθά – σκληρά μέτρα για την πρόληψη του κορωνοϊού. Ακολούθησε σήμερα η ανακοίνωση ότι και το Ανώτατο Δικαστήριο θα πράξει εκείνο που είχα εισηγηθεί από μέρες, δηλαδή τα δικαστήρια να λειτουργούν για το προσεχές χρονικό διάστημα μόνο για επείγουσες διαδικασίες.
Για ένα από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν έχω λάβει από χθες βομβαρδισμό ερωτημάτων. Συγκεκριμένα, προβλέφθηκε ότι η είσοδος στην Κυπριακή Δημοκρατία θα επιτρέπεται μόνο σε όσους πολίτες προσκομίσουν ιατρικό πιστοποιητικό εξέτασης για τον κορωνοϊό από εγκεκριμένο διαπιστευμένο οργανισμό ή και εργαστήριο για θέματα Δημόσιας Υγείας. Το ιατρικό πιστοποιητικό δεν πρέπει να είναι παλαιότερο των τεσσάρων ημερών. Προφανώς είναι ορθό ότι σε πολλές χώρες είναι σχεδόν αδύνατο να λάβεις παρόμοιο ιατρικό πιστοποιητικό εκτός αν είσαι ασθενής. Και ήδη και η Κυβέρνηση ουσιαστικά παραδέχθηκε ότι σκοπός είναι να περιοριστούν οι είσοδοι στη Δημοκρατία.
Τα ερωτήματα που μου αποστέλλονται αφορούν όμως όχι την ορθότητα του μέτρου, αλλά τη νομιμότητά του. Και ήδη εκλεκτοί συνάδελφοι έχουν εκφράσει άποψη ως προς την αντισυνταγματικότητα του μέτρου με το επιχείρημα ότι το άρθρο 14 του Συντάγματος αναφέρει ότι δεν μπορεί να απαγορευθεί η είσοδος οποιουδήποτε πολίτη στη Δημοκρατία. Με πλήρη σεβασμό όμως στην αντίθετη άποψη, θεωρώ πως η προσέγγιση αυτή δεν είναι σε καμιά περίπτωση νομικά ορθή.
Το νυν άρθρο 14 του Συντάγματος συζητήθηκε για πρώτη φορά από την Κοινή Συνταγματική Επιτροπή που κατάρτισε το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας στην εντέκατη συνεδρία της υποεπιτροπής στις 30.5.1959. Στην δέκατη τρίτη συνεδρία στις 3.6.1959 η υποεπιτροπή υιοθέτησε την πρόνοια ‘no citizen shall be banished from the Republic under any circumstances” και παρέμενε προς εξέταση το ερώτημα κατά πόσο ένας πολίτης μπορεί να εμποδιστεί από το να επιστρέψει στο έδαφος της Δημοκρατίας. Το ζήτημα επιλύθηκε τελικά στη πρώτη συνεδρία της Λωζάνης ημερ. 18.1.1960, τα procès-verbaux της οποίας υπάρχουν μόνο στη γαλλική γλώσσα και στην οποία με τη συμμετοχή των Τσάτσου, Χοϊδά, Αποστολίδη, Erim, Bilge, Munir, Bridel, Bagi και Τορναρίτη αποφασίστηκε να προστεθεί η λέξη excluded πριν την λέξη banished, ώστε να καλυφθεί και το ζήτημα της απαγόρευσης επιστροφής στο έδαφος της Δημοκρατίας μετά την εξορία. Θεωρώ πως προκύπτει σαφές πως η απαγόρευση εισόδου σχετίζεται με την εξορία και δεν συνιστά αυτοτελή διάταξη (βλ. και Τορναρίτης, Το Πολιτειακόν Δίκαιον της Κυπριακής Δημοκρατίας).
Σε κάθε περίπτωση το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο τόνισε στην Afamis ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού Συντάγματος και εξέτασε και το αγγλικό κείμενο ενώ τόνισε ότι:
«It is true that the literal meaning of the relevant Greek and Turkish expressions might be more akin to the English term “exiled” but for the purposes of the object of Article 14 of the Constitution it is clear that whether the precise phrase used is “exile” or “banishment”, they connote one and the same idea, namely, a compulsory expulsion from the Republic of a citizen with a prohibition of his return to the Republic for a limited or unlimited period of time. The Court is of the opinion, after having considered the relevant authorities on the subject, that proceedings under the Act would not amount to a “banishment” or “exile” or “exclusion” from the Republic. This being so, the Court is of the opinion that the Act is not contrary to, or inconsistent with, the provisions of Article 14 of the Constitution».
Θεωρώ πως και το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ορθά αντιλήφθηκε το άρθρο 14 του Συντάγματος ως αναφερόμενο σε θέματα εξορίας ή απέλασης. Η αναφορά σε ‘ουδενός πολίτου απαγορεύεται η είσοδος εις την Δημοκρατίαν ουδ’ επιτρέπεται η εξορία υφ’ οιασδήποτε περιστάσεις’ είναι ενιαία και αφορά σε περιπτώσεις κατά τις οποίες απαγορεύεται σε πολίτη της Δημοκρατίας η είσοδος στη Δημοκρατία λόγω απόφασης κήρυξής του ως εξόριστου. Στις περιπτώσεις αλλοδαπών έχουμε το γνωστό παράδειγμα καθημερινής πρακτικής στις οποίες ο νομοθέτης προβλέπει είτε την απέλαση του αλλοδαπού (αν βρίσκεται ήδη στην Δημοκρατία), είτε την απαγόρευση εισόδου (ή επανεισόδου) του στη Δημοκρατία, για συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Η απέλαση αφορά την καθαυτό απέλαση του από την Δημοκρατία, ενώ η απαγόρευση εισόδου αφορά την απαγόρευση εισόδου του σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο. Οι δύο έννοιες είναι συγγενείς, αλλά αφορούν το ίδιο νομικό θέμα, την εξορία ή απέλαση. Δεν αφορούν άλλα θέματα. Το άρθρο 14 του Συντάγματος σκοπό είχε ακριβώς να θέσει απαγόρευση εφαρμογής είτε της καθαυτό απέλασης/εξορίας και εισόδου στη Δημοκρατία για τον λόγο αυτό, κατά τρόπο ώστε να καταστήσει σαφές ότι δεν επιτρέπεται για τους πολίτες της Δημοκρατίας η μεταχείριση που επιφυλάσσεται, καλώς ή κακώς, σε αλλοδαπούς σύμφωνα με τη νομοθεσία εκάστου κράτους. Δεν είναι νοητή η επέκταση του άρθρου 14 του Συντάγματος σε άλλα θέματα πέραν θεμάτων που συνδέονται με εξορία ή απέλαση, όπως επιχειρείται να γίνει στην παρούσα.
Το αγγλικό κείμενο του Συντάγματος είναι βέβαια πιο σαφές: ‘ No citizen shall be banished or excluded from the Republic under any circumstances’. Η ίδια ορολογία χρησιμοποιήθηκε και σε άλλα συνταγματικά κείμενα πρώην αγγλικών αποικιών, όπως το άρθρο 13 του Συντάγματος της Σιγκαπούρης: ‘No citizen of Singapore shall be banished or excluded from Singapore’ ή το άρθρο 9 του Ομοσπονδιακού Συντάγματος της Μαλαισίας ‘No citizen shall be banished or excluded from the Federation’. Σαφώς η ερμηνεία που υιοθετείται είναι ότι το ‘excluded’ αφορά στο δικαίωμα εισόδου ή επανεισόδου λόγω εξορίας/απέλασης και όχι σε κάποιο αυτοτελές δικαίωμα για άλλους σκοπούς. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος της απολυτότητας της διάταξης.
Ως προς το γενικό δικαίωμα μετακίνησης (εξόδου, διακίνησης) στη Δημοκρατία, για λόγους άσχετους με εξορία/απέλαση, εφαρμόζεται το άρθρο 13 του Συντάγματος και όχι το άρθρο 14 αυτού. Το άρθρο 13 ρητά προβλέπει ότι το δικαίωμα ελευθέρας μετακινήσεως εντός του εδάφους της Δημοκρατίας και διαμονής σε οιονδήποτε τμήμα αυτής, ως και το δικαίωμα μόνιμης ή προσωρινής εγκατάλειψης του εδάφους της Δημοκρατίας υπόκειται σε περιορισμούς που επιβάλλονται, μεταξύ άλλων, διότι κρίθηκαν ως αναγκαία για τη δημόσια υγεία. Δεν θα επεκταθώ εδώ περαιτέρω στο θέμα της εφαρμογής του άρθρου 13 του Συντάγματος, διότι εκείνο που θέλησα να τονίσω με το άρθρο αυτό είναι πως οποιοδήποτε επιχείρημα περί συνταγματικότητας προβάλλεται θα πρέπει να προβληθεί στη βάση του άρθρου 13 και όχι στη βάση του άρθρου 14 του Συντάγματος.
Επειδή εξάλλου έγινε αναφορά και στο άρθρο 3.2 του Τέταρτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ που προβλέπει ότι: ‘No one shall be deprived of the right to enter the territory of the State of which he is a national’ τονίζω πως στην επεξηγηματική έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την ερμηνεία του Τετάρτου Πρωτοκόλλου που υιοθετήθηκε στο Στρασβούργο κατά την επικύρωση του Πρωτοκόλλου, και στην οποία φαίνονται και οι τροποποιήσεις που έλαβαν χώρα στο κείμενο του άρθρου 3.2, τονίζεται εμφατικά ότι το υφιστάμενο λεκτικό του άρθρου 3.2 προήλθε από τροποποιήσεις που έγιναν, μεταξύ άλλων, για να καθίσταται σαφές ότι: ‘such temporary measures as quarantine should not be interpreted as a refusal of entry’. Δεν έχω υπόψη μου να έχει ποτέ προταθεί οποτεδήποτε αντίθετη ερμηνεία, η οποία άλλωστε δεν θα ήταν συμβατή και με το γράμμα ή τους σκοπούς του άρθρου 3.2 του Τετάρτου Πρωτοκόλλου. Είναι επομένως σαφές ότι ούτε το άρθρο 3.2 του Τέταρτου Πρωτοκόλλου εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση που πρόκειται για προσωρινά μέτρα που αφορούν στην προστασία της δημόσιας υγείας.
Κατά συνέπεια το εν λόγω μέτρο δεν θεωρώ ότι αντίκειται, για τους λόγους που έχω αναφέρει, είτε στο άρθρο 14 του Συντάγματος, είτε στο άρθρο 3.2 του Τετάρτου Πρωτοκόλλου.