Η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία που ξεκίνησε την 9η Οκτωβρίου 2019 με τον βομβαρδισμό περιοχών της βορείου Συρίας και την είσοδο χερσαίων δυνάμεων εντός της εδαφικής επικρατείας της Συρίας αποτελεί την μεγαλύτερη στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας εκτός των συνόρων της και οφείλει να κριθεί υπό το πρίσμα των κανόνων του διεθνούς δικαίου που άπτονται των ζητημάτων χρήσης βίας εναντίον της εδαφικής επικρατείας κυρίαρχου κράτους. Ως προς τούτο και πρωτίστως θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τις αρχές του διεθνούς δικαίου που αφορούν στην απαγόρευση χρήση βίας και τις εξαιρέσεις που προβλέπονται από το διεθνές δίκαιο για τούτην την απαγόρευση.
Σχετικές είναι οι πρόνοιες δυο θεμελιωδών και βασικών άρθρων του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και συγκεκριμένα των άρθρων 2(4) και 2(7) αλλά και του Κεφαλαίου VII του Καταστατικού Χάρτη και συγκεκριμένα των άρθρων 42 και 51 που αναφέρονται στην εξουσιοδότηση χρήσης βίας από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και το εγγενές δικαίωμα στην αυτοάμυνα.
Δείτε επίσης: Η Τουρκική Επέμβαση στη Συρία και το Διεθνές Δίκαιο
Το άρθρο 2(4) αναφέρει ότι «Πάντα τα Μέλη θα απέχωσι εις τας διεθνείς αυτών σχέσεις της απειλής ή χρήσεως βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητος ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οιουδήποτε Κράτους ή καθ΄ οιονδήποτε άλλον τρόπον ασυμβίβαστον προς τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών», ενώ το άρθρο 2(7) «Ουδεμία διάταξις εκ των διαλαμβανομένων εις τον παρόντα Χάρτην θα παρέχη το δικαίωμα εις τα Ηνωμένα Εθνη να επεμβαίνωσιν εις ζητήματα ανήκοντα ουσιαστικώς εις την εσωτερικήν δικαιοδοσίαν οιουδήποτε Κράτους ή θα υποχρεοί τα Μέλη να υποβάλλωσι παρόμοια ζητήματα προς διακανονισμόν κατά τον παρόντα Χάρτην. Η αρχή αύτη εν τούτοις δεν θα παρεμποδίζη την εφαρμογήν εξαναγκαστικών μέτρων κατά το κεφάλαιον VII.» Συνδυαστικά, οι πιο πάνω ρήτρες αποτελούν την θεμελιώδη αρχή του διεθνούς δικαίου, όπως εκπηγάζει από τον ίδιο τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και τις βασικές του αρχές, σύμφωνα με την οποία η χρήση βίας και η επέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα άλλου κράτους απαγορεύονται ρητώς. Τονίζεται, επίσης, ότι οι αρχές αυτές αποτελούν κανόνες του διεθνούς αναγκαστικού δικαίου, ήτοι κανόνες jus cogens, οι οποίοι δεν επιδέχονται οποιουδήποτε περιορισμού πέραν των ρητών περιορισμών που δύνανται να έχουν από το διεθνές εθιμικό δίκαιο ή / και τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, όπως τονίστηκε στην υπόθεση Νικαράγουα ν. ΗΠΑ (1986).
Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω, η επέμβαση της Τουρκίας στην επικράτεια της Συρίας θα πρέπει να εξεταστεί στη βάση της επίκλησης της Τουρκίας με επιστολή της στον ΟΗΕ στο δικαίωμα της αυτοάμυνας. Το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ αναφέρει σχετικά:
Καμιά διάταξη αυτού του Χάρτη δε θα εμποδίζει το φυσικό δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής νόμιμης άμυνας, σε περίπτωση που ένα Μέλος των Ηνωμένων Εθνών δέχεται ένοπλη επίθεση, ως τη στιγμή που το Συμβούλιο Ασφαλείας θα πάρει τα αναγκαία μέτρα για να διατηρήσει τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Τα μέτρα που θα παίρνουν τα Μέλη των Ηνωμένων Εθνών κατά την άσκηση αυτού του δικαιώματος της νόμιμης άμυνας θα ανακοινώνονται αμέσως στο Συμβούλιο Ασφαλείας, και σε καμία περίπτωση δε θα θίγουν την εξουσία και την υποχρέωση που έχει το Συμβούλιο Ασφαλείας, σύμφωνα μí αυτόν το Χάρτη, να αναλαμβάνει οποτεδήποτε τη δράση που κρίνει αναγκαία για τη διατήρηση ή για την αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.
Είναι προφανές ότι μια απλή ανάγνωση του πιο πάνω άρθρου υποβάλλει το γεγονός ότι η χρήση του δικαιώματος νόμιμης άμυνας αφορά περιπτώσεις που ένα κράτος δέχεται ένοπλη επίθεση. Στην περίπτωση της Τουρκίας, όμως, είναι εξίσου προφανές ότι η Τουρκία δεν δέχθηκε επίθεση (α) από την Συρία και (β) από το YPG (τους Κούρδους πολιτοφύλακες) εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις που η Τουρκία ισχυρίζεται ότι έχουν επισυμβεί. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα κατά πόσον το άρθρο 51 ή ο αντίστοιχος κανόνας στο διεθνές εθιμικό δίκαιο προβλέπει το δικαίωμα προληπτικής χρήσης βίας σε σχέση με απειλή για επίθεση. Τονίζεται εξ υπαρχής ότι ένα τέτοιο δικαίωμα δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί στο διεθνές δίκαιο και ότι σε όλες τις περιπτώσεις υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες που πρέπει να συνυπάρχουν για να αιτιολογούν την χρήση βίας σε περιπτώσεις αυτοάμυνας, ήτοι οι κανόνες της αναλογικότητας, της αναγκαιότητας και του κατά πόσον η επίθεση είναι άμεσα επικείμενη ή μπορεί να αποτραπεί με άλλα μέσα πέραν της χρήσης βίας.
Ειδικά όσον αφορά το στοιχείο της αναλογικότητας, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το μέγεθος της απειλής που επικρέμεται στο ένα μέρος και η αντίδραση του μέρους εκείνου απέναντι στην απειλή. Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως το μέγεθος των απωλειών και των ζημιών αλλά και οι προεκτάσεις της άσκησης βίας στον άμαχο πληθυσμό. Γνωρίζουμε, εκ των πραγμάτων και στη βάση εκτιμήσεων του ίδιου του ΟΗΕ, ότι μέχρι στιγμής, στο μέτωπο επιχειρήσεων στη βόρειο Συρία, υπάρχουν πέραν των 165,000 εκτοπισμένων και ότι αυτό, σε σχέση με τις ανθρώπινες απώλειες και τις επιπτώσεις μιας μακρόχρονης επιχείρησης, θα δημιουργήσει μια τεράστια και ενδεχομένως ανεξέλεγκτης ανθρωπιστικής κρίσης, την ίδια στιγμή μάλιστα, που ο τομέας ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ κρίνει ότι ενδεχομένως να υπάρχουν σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου ή δικαίου του πολέμου από την Τουρκία η οποία θα είναι υπόλογη στη βάση του δικαίου της διεθνούς ευθύνης κρατών για τέτοιου είδους παραβιάσεις.