Κάθε φορά που το Υπουργικό Συμβούλιο ή ο Γενικός Εισαγγελέας, αναλόγως, αισθάνονται την ανάγκη να προστρέξουν στον περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμο (Κεφ. 44) και να διορίσουν ένα ομώνυμο όργανο για να εξετάσει συγκεκριμένο γεγονός, είναι προφανές πως πρόκειται για ένα γεγονός ειδικής βαρύτητας, το οποίο περιβάλλεται από δραστηριότητες εκ πρώτης όψεως εγκληματικές. Είναι, επίσης, προφανές πως το γεγονός αυτό συνδέεται με ένα ουσιώδες δημόσιο συμφέρον, πως η απαιτούμενη εξέταση ξεπερνά τις δυνάμεις της αστυνομίας και πως η κοινή γνώμη έχει ήδη συγκλονιστεί και δικαιούται να πληροφορηθεί.
2. Οι Ερευνητικές Επιτροπές, οι οποίες διορίζονται και αναλαμβάνουν έργο δυνάμει του Κεφ.44, δεν είναι δικαστήρια και ούτε είναι πειθαρχικές αρχές. Είναι όργανα με αποκλειστική αρμοδιότητα να εξετάσουν διεξοδικά το αντικείμενό τους και να συντάξουν έκθεση που να περιέχει τα ευρήματά τους για τα κρίσιμα γεγονότα καθώς και τα συμπεράσματά τους. Το πλήρες κείμενο της έκθεσης δημοσιοποιείται. Κατ΄εξαίρεσιν, δεν δημοσιοποιείται τμήμα της έκθεσης εάν το περιεχόμενό του είναι επικίνδυνο για την εθνική ασφάλεια. Όμως, σε τέτοια περίπτωση, η πλήρης έκθεση υποβάλλεται ενώπιον και του Προέδρου της Βουλής [άρθρο 7 (ιβ)].
Οι Ερευνητικές Επιτροπές λειτουργούν και διεκπεραιώνουν το έργο τους κινούμενες εντός των όρων εντολής τους και έχουν ευρείες εξεταστικές αρμοδιότητες. Όσον αφορά στην διαδικασία και τα ζητήματα απόδειξης, αυτές εφαρμόζουν κανόνες και πρότυπα που ισχύουν στις δικαστικές διαδικασίες [παραδείγματος χάριν, κλήσεις μαρτύρων και αναγκαστική εμφάνισή τους, ένορκες καταθέσεις μαρτύρων, διενέργεια αυτοψίας και πραγματογνωμοσύνης σύμφωνα με τη ποινική δικονομία, άρθρο 7(β), (ββ), (γ) και (δ)]. Το πράττουν, όμως, με ελαστικότητα, χωρίς να δεσμεύονται από την αυστηρή δικονομική τάξη και χωρίς δεσμεύονται από τους αυστηρούς κανόνες απόδειξης [άρθρο 7(στ)].
3. Οι ιδιαίτερες συνθήκες που οδηγούν στον διορισμό Ερευνητικών Επιτροπών καθώς και η δυνατότητα διεξαγωγής των εργασιών τους με απόκλιση από την δικονομική τάξη που ισχύει στις δικαστικές διαδικασίες προσφέρει έρεισμα στην πρόταση για την τηλεοπτική μετάδοση των συνεδριάσεών τους. Η δυνατότητα της τηλεοπτικής μετάδοσης μπορεί να ρυθμιστεί νομοθετικά και να τεθεί υπό όρους και προϋποθέσεις.
Σημειώνεται πως οι Ερευνητικές Επιτροπές έχουν την εξουσία να επιτρέπουν την παρουσία, στις συνεδριάσεις τους, του κοινού και του τύπου [άρθρο 7(ζ) και (θ)]. Η εξουσία αυτή ασκείται σύμφωνα με την παραδοσιακή έννοια της αρχής της δημοσιότητας της δικαστικής διαδικασίας: κατά την εκδίκαση μίας υπόθεσης επιτρέπεται στο κοινό και στους δημοσιογράφους να είναι παρόντες στην αίθουσα του δικαστηρίου και να παρακολουθούν την διαδικασία, εκτός εάν συντρέχουν ειδικοί και νόμιμοι λόγοι για το αντίθετο (παραδείγματος χάριν, η ανάγκη προστασίας ανήλικου κατηγορούμενου ή ανήλικου μάρτυρα).
Η παραδοσιακή έννοια της αρχής της δημοσιότητας των δικαστικών διαδικασιών δεν επεκτείνεται στην τηλεοπτική μετάδοσή τους. Θεωρείται πως η μετάδοση του ήχου και της εικόνας της δικαστικής διαδικασίας σε χώρους άλλους, και μάλιστα σε άγνωστο και απεριόριστο αριθμό προσώπων, πλήττει την πιστότητα των όσων λέγονται και διαδραματίζονται στην δικαστική αίθουσα και διαστρεβλώνει την πραγματικότητα. Θεωρείται, επίσης, πως τέτοια μετάδοση πλήττει τα συμφέροντα των παραγόντων της δίκης (ιδίως, πλήττει το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου), δημιουργεί μεγάλο άγχος στους μάρτυρες και προκαλεί δυσχέρειες στην ορθή και ανεπηρέαστη λειτουργία των δικαστών. Τέλος, δεν αποκλείεται ο κίνδυνος πρωταγωνιστές της δίκης να επιχειρήσουν να εκμεταλλευτούν την τηλεοπτική μετάδοσής της, να απευθυνθούν στα συναισθήματα, την ενδιάθετη κατάσταση και την ιδεολογία μελών της κοινής γνώμης και να προβάλουν τις θέσεις και τις υπερασπίσεις τους εκτός του θεσμοθετημένου πλαισίου. Στον κίνδυνο αυτό φαίνεται να οφείλεται η απόρριψη του αιτήματος των κατηγορουμένων στην δίκη των μελών της τρομοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέμβρη» (Εφετείο Αθηνών 699, 780, 809, 3244/2003) για την τηλεοπτική μετάδοσή της.
4. Πιστεύουμε πως οι ακόλουθες σκέψεις δίδουν έρεισμα στην πρόταση για την αναθεώρηση της αρχής της δημοσιότητας των συνεδριάσεων των Ερευνητικών Επιτροπών, έτσι ώστε να επιτρέπεται και η τηλεοπτική μετάδοσή τους:
-
Ενώπιον των Ερευνητικών Επιτροπών καλούνται πρόσωπα υπό την ιδιότητα του μάρτυρα και όχι υπό την ιδιότητα του κατηγορουμένου. Συνεπώς, δεν ισχύει, στην περίπτωσή τους, η ανάγκη περιφρούρησης του τεκμηρίου της αθωότητας και η ανάγκη αποφυγής έκθεσης του κατηγορουμένου και των στοιχείων της προσωπικότητάς του σε άγνωστο και απροσδιόριστο αριθμό ακροατών και θεατών.
-
Στον σύγχρονο κόσμο οι άνθρωποι, ακόμη και αυτοί που ιδιωτεύουν, είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στην δημοσιότητα. Μάλιστα, πολλοί την επιδιώκουν αφού τηρούν προσωπικούς λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
-
Η κοινή γνώμη δικαιούται να έχει ιδίαν αντίληψη και γνώση για τα όσα διαδραματίζονται και διαμείβονται κατά τις συνεδριάσεις των Ερευνητικών Επιτροπών και να καταλήγει στα δικά της συμπεράσματα. Στα σύγχρονα κράτη δικαίου, η αρχή της διαφάνειας της λειτουργίας των πολιτειακών οργάνων και των θεσμών είναι πλέον ισχυρότερη. Άλλωστε, ο ίδιος ο διορισμός των Ερευνητικών Επιτροπών αναγνωρίζει το νόμιμο, άμεσο και έντονο συμφέρον της κοινής γνώμης να εξεταστεί το αντικείμενο της εκάστοτε Ερευνητικής Επιτροπής διεξοδικά και να διαπιστωθεί η αλήθεια. Θα πρέπει, συνεπώς, να αναγνωριστεί το δικαίωμα της κοινής γνώμης να βλέπει και να ακούει ότι, πράγματι, αυτά γίνονται.
-
Η κοινή γνώμη, η οποία παρακολουθεί τις συνεδριάσεις των Ερευνητικών Επιτροπών να γίνονται με τάξη, επιμέλεια και γνώση, τηρουμένων των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, αποκτά εμπιστοσύνη στον θεσμό.
-
Προς αποφυγή του κινδύνου εκτρόπων και για να διασφαλισθεί το κύρος της διαδικασίας, η τηλεοπτική μετάδοση μπορεί να μην είναι ζωντανή. Όμως, ακόμη και στην περίπτωση της ζωντανής τηλεοπτικής μετάδοσης, η κατάσταση μπορεί να ελεγχθεί εφ’ όσον η τεχνολογία επιτρέπει την μεσολάβηση κάποιου χρονικού διαστήματος μεταξύ της λήψης και της μετάδοσης.
-
Η απαγόρευση της τηλεοπτικής μετάδοσης των συνεδριάσεων των Ερευνητικών Επιτροπών δεν προστατεύει πάντοτε από τον κίνδυνο δραματοποίησης των όσων λαμβάνουν χώρα κατά τις συνεδριάσεις αυτές και έκπτωσής τους στο επίπεδο ενός ανάξιου θεάματος. Και ούτε προστατεύει πάντοτε από τον κίνδυνο η κοινή γνώμη να παρασυρθεί από έντονα συναισθήματα και υποβολές. Η παρουσία του τύπου στην αίθουσα των συνεδριάσεων των Ερευνητικών Επιτροπών ενδέχεται να οδηγήσει σε επιλεκτική κάλυψη και υποκειμενική παρουσίαση των διαδικασιών, σε καταιγιστική ροή κάθε είδους ειδήσεων και, κατά συνέπειαν, σε προκατάληψη ή, ακόμη, σε χειραγώγηση της κοινής γνώμης.
-
Τα γεγονότα που περιβάλλουν τα αντικείμενα των Ερευνητικών Επιτροπών έχουν οπωσδήποτε και ιστορικό ενδιαφέρον. Η τηλεοπτική λήψη και μετάδοση των συνεδριάσεων των Ερευνητικών Επιτροπών θα εμπλουτίσει το κρατικό ιστορικό αρχείο και θα βοηθήσει στην διάσωση της ιστορικής μνήμης.
5. Στην Μεγάλη Βρετανία, το ζήτημα τέθηκε στο πλαίσιο των εργασιών των εξεταστικών επιτροπών υπό την προεδρεία του Lord Hutton (Hutton Inquiry) και του Lord Levenson (Levenson Inquiry). Οι αποφάσεις που λήφθηκαν διαφέρουν. Συνοπτικά αναφέρονται τα ακόλουθα:
Η εξεταστική επιτροπή υπό την προεδρεία του Lord Hutton (Hutton Inquiry) ξεκίνησε τις εργασίες της το 2003 και είχε ως αντικείμενο τις συνθήκες θανάτου του Δρ David Kelly, εμπειρογνώμονα πολεμικών συρράξεων και επιθεωρητή οπλικών συστημάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στο Ιράκ. Κατά την έναρξη της διαδικασίας, ο Lord Hutton ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επιτρέψει την τηλεοπτική μετάδοση των εναρκτήριων και των τελικών αγορεύσεων. Συγκεκριμένοι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί υπέβαλαν κοινή αίτηση για να επιτραπεί η πλήρης ραδιοτηλεοπτική μετάδοση των εργασιών της επιτροπής. Προς τούτο έγινε επίκληση της αρχής του κοινοδικαίου περί ανοικτής δικαιοσύνης (the common law principle of open justice) και της ελευθερίας της έκφρασης δυνάμει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Προβλήθηκε, επίσης, το επιχείρημα πως η ενημέρωση του κοινού διαμέσου της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης θα ήταν καλύτερη από την ενημέρωση διαμέσου του τύπο και μόνον. Ο Lord Hutton απέρριψε την αίτηση αποφαινόμενος ως εξής:
– πρώτον, γνωρίζοντας ότι οι καταθέσεις τους, στο πλαίσιο της έρευνας, μεταδίδονται τηλεοπτικά, οι μάρτυρες (Υπουργοί της Κυβέρνησης, δημοσιογράφοι του BBC και μέλη της οικογένειας του Δρ DavidKelly) θα τελούσαν υπό πρόσθετη ένταση και
– δεύτερον, η απαγόρευση της τηλεοπτικής μετάδοσης των καταθέσεων των μαρτύρων δεν σήμαινε πως η έρευνα δεν ήταν δημόσια, όπως επιβάλλει η αρχή περί ανοικτής δικαιοσύνης.
Η εξεταστική επιτροπή υπό την προεδρεία του Lord Levenson (Levenson Inquiry), ξεκίνησε τις εργασίες της το 2011 και είχε ως αντικείμενο τις μεθόδους, τις διαδικασίες και τον κώδικα ηθικής και δεοντολογίας που ακολουθούν τα Βρετανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αιτία για τον διορισμό της επιτροπής υπήρξε σκάνδαλο τηλεφωνικών υποκλοπών και παρεμβάσεων. Ο Lord Levenson επέτρεψε την ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση ολόκληρης της διαδικασίας, αναφέροντας πως επιθυμούσε την μέγιστη δυνατή διαφάνεια όσον αφορά στον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας.
6. Πρόσφατο παράδειγμα απόκλισης από την δικονομική τάξη, επειδή αυτό κρίθηκε αναγκαίο, αποτελεί η εκ μέρους της Ερευνητικής Επιτροπής για την εξέταση των κατ’ εξαίρεσιν πολιτογραφήσεων αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιών από το 2007 έως και τις 17 Αυγούστου, 2020 (η Επιτροπή), έκδοση και κοινοποίηση, στον Γενικό Εισαγγελέα, ενδιάμεσης έκθεσης. Η Επιτροπή διορίστηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο και οι εργασίες της παρατάθηκαν μέχρι τις 7 Ιουνίου, 2021. Η έκδοση και η κοινοποίηση της ενδιάμεσης έκθεσης έγιναν ενώ οι ακροάσεις μαρτύρων ενώπιον της Επιτροπής δεν είχαν ολοκληρωθεί.
Η ενδιάμεση έκθεση, η οποία δημοσιεύθηκε (με την απόκρυψη ευαίσθητων στοιχείων), μεταξύ άλλων, καταγράφει και αξιολογεί αποδεικτικό υλικό, διαπιστώνει την αδυναμία διαδοχικών κυβερνήσεων να θεσπίσουν ένα οριστικό και σταθερό κανονιστικό πλαίσιο για τις κατ’ εξαίρεσιν πολιτογραφήσεις, διαπιστώνει πως από τις 11 Ιουλίου, 2007, έως και τον Αύγουστο του 2020, ένας πολύ μεγάλος αριθμός πολιτογραφήσεων αποφασίστηκε, από το Υπουργικό Συμβούλιο, παράτυπα και/ή παράνομα και υποδεικνύει ενδεχόμενες ευθύνες διαφόρων.
Η έκδοση και η κοινοποίηση της ενδιάμεσης έκθεσης αποκλίνει από τρείς θεμελιώδεις δικονομικές αρχές:
-
την αρχή της απαγόρευσης της επικοινωνίας των μαρτύρων,
-
την αρχή της απαγόρευσης της ενδιάμεσης (δηλ. πριν από το τέλος της ακροαματικής διαδικασίας) αξιολόγησης του μαρτυρικού υλικού και της αποδεικτικής του αξίας και
-
την αρχή της απαγόρευσης της δημοσιοποίησης ενδιάμεσης (δηλ. πριν από το τέλος της ακροαματικής διαδικασίας) κρίσης επί της ουσίας της υπόθεσης.
Στην σελίδα 16 της ενδιάμεσης έκθεσης καταγράφονται οι λόγοι για τους οποίους η Επιτροπή έκρινε αναγκαία την έκδοσή της. Πρόκειται για τους εξής:
(α) Η έγκαιρη ενημέρωση του Γενικού Εισαγγελέα για χρήσιμα ευρήματα και συμπεράσματα, ώστε να ληφθούν διορθωτικά διοικητικά μέτρα.
(β) Η έγκαιρη ενημέρωση του Γενικού Εισαγγελέα για ευρήματα που σχετίζονται με ποινικές, πειθαρχικές και άλλες ευθύνες, ώστε να διευκολυνθεί η περαιτέρω αρμόδια διερεύνηση
(γ) Η εξέταση του ενδεχομένου ανάκλησης κατ΄εξαίρεσιν πολιτογραφήσεων οι οποίες αποφασίστηκαν παράνομα, με υπαιτιότητα των πολιτογραφηθέντων .
(δ) Η μεγιστοποίηση της διαφάνειας εν σχέσει με τις εργασίες της Επιτροπής και η ικανοποίηση του δικαιολογημένου αιτήματος της κοινωνίας, η οποία έχει αναστατωθεί, για τάχιστη διερεύνηση.
(ε) Η ενημέρωση των Ευρωπαϊκών αρχών για το έργο το οποίο επιτελεί η Επιτροπή.
Διαρκούσης της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής και ενώ είχαν κληθεί και κατέθεταν άλλοι μάρτυρες, η ενδιάμεση έκθεση λάμβανε μεγάλη δημοσιότητα και, ως ήταν αναμενόμενο, απασχολούσε την κοινή γνώμη και τον τύπο, και σχολιαζόταν εκτενώς και ποικιλοτρόπως.
6. Η τηλεοπτική μετάδοση των συνεδριάσεων των Ερευνητικών Επιτροπών θα βοηθήσει την καλόπιστη και αισιόδοξη κοινή γνώμη, η οποία τις εμπιστεύεται και εναποθέτει σε αυτές ελπίδες, να κατανοήσει καλύτερα την πραγματικότητα και τις συνθήκες που προκάλεσαν την καταστροφή. Η δικονομική αρχή που απαγορεύει τέτοια μετάδοση δικαιολογείται να παρακαμφθεί εφ’ όσον έτσι εξυπηρετούνται καλύτερα τα νόμιμα και υπέρτερα συμφέροντα της κοινής γνώμης.