Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης δήλωσε ότι τα μέτρα που θα ανακοινωθούν την Παρασκευή κατά της διαφθοράς θα αποτελούν την μεγαλύτερη παρέμβαση που έγινε ποτέ στην Κυπριακή Δημοκρατία.
“Τα μέτρα που θα εξαγγελθούν, αποτελούν την μεγαλύτερη παρέμβαση που έγινε ποτέ στην Κυπριακή Δημοκρατία, προκειμένου να δημιουργήσουμε το ισχυρότερο κατά το δυνατόν, δίκτυο προστασίας από την διαφθορά. Καλώ όλους, με πλήρη σεβασμό στις διαφορετικές απόψεις, μέσα σε κλίμα εποικοδομητικής πολιτικής αντιπαράθεσης, από κοινού να αντιμετωπίσουμε τόσο το πρόβλημα της διαφθοράς, όσο και τα άλλα κρίσιμα προβλήματα ύπαρξης, που ο λαός μας αντιμετωπίζει” τόνισε ο Πρόεδρος, προσθέτοντας ότι αυτό αναμένουν οι πολίτες από το πολιτικό σύστημα και διαβεβαίωσε ότι προς αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσει να εργάζεται έτσι ώστε για άλλη μία φορά να ανταποκριθεί στις προσδοκίες.
Σε διάγγελμά του το βράδυ της Πέμπτης, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι θεώρησε πως προτού ανακοινωθούν τα νέα μέτρα και η στρατηγική πάταξης της διαφθοράς, δεν θα μπορούσε να μην σχολιάσει την κρατούσα σήμερα κατάσταση στην Κύπρο, όχι για να αρνηθεί την ύπαρξη του φαινομένου της διαφθοράς, αλλά για να αναδείξει “την ενορχηστρωμένη προσπάθεια κάποιων, μέσα από διαστρέβλωση γεγονότων ή ψιθυρολογία, να δημιουργήσουν την αντίληψη, είτε πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι εμπλεκόμενος σε πράξεις διαφθοράς είτε για την έκταση του φαινομένου, κάτι που δεν ανταποκρίνεται ποσώς στην πραγματική διάσταση του προβλήματος”.
Πρόσθεσε ότι με αφορμή τις υπαρκτές αδυναμίες και κενά ενός προγράμματος που στόχο είχε την επανεκκίνηση της οικονομίας, σε ώρες που η χώρα αντιμετώπιζε τον κίνδυνο χρεωκοπίας, που η ανεργία έφτανε το 16%, που λειτουργούσαν κοινωνικά παντοπωλεία, απέδωσαν στην Κυβέρνηση τις ευθύνες διαφθοράς και διαπλοκής των ελαχίστων που καταχράστηκαν το πρόγραμμα.
Και αυτό, είπε, “παρά το γεγονός ότι με ήχο και εικόνα, η κοινωνία έγινε μάρτυρας των προσώπων που εξέθεσαν την Κύπρο διεθνώς και που βεβαίως δεν ανήκαν σε μέλη της Κυβέρνησης ή της κυβερνητικής παράταξης”.
“Ηθελημένα και αγνοώντας τις πιο πάνω πραγματικότητες, επιλέγηκε η διαφθορά ως το πεδίο συνένωσης όσων στόχο είχαν, είτε την εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων, είτε όσων διαφωνούν με τους χειρισμούς του Προέδρου στο εθνικό πρόβλημα, έστω και αν οι θέσεις τους στο Κυπριακό αλληλοσυγκρούονται, είτε ακόμη και κάποιων που καλή τη πίστει, υιοθέτησαν όσα επί 24ωρου προβάλλονται”, είπε.
Αυτό που προκαλεί θλίψη, συνέχισε ο Πρόεδρος, είναι η μεγιστοποίηση ενός προβλήματος, αναδεικνύοντας το ως το μόνο που αντιμετωπίζει ο τόπος, αγνοώντας τις απειλές της Τουρκίας που θέτουν σε κίνδυνο την ύπαρξη του Κυπριακού Ελληνισμού, αγνοώντας την πανδημία και τα προβλήματα που συσσώρευσε, τα οποία απειλούν να γονατίσουν επιχειρήσεις, εργαζόμενους και ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.
“Το πιο θλιβερό είναι πως παραγνωρίζοντας τις πιο πάνω συνθήκες, κάποιοι έφτασαν στο σημείο με πρόσχημα την δήθεν πάταξη της διαφθοράς, να επιχειρήσουν την παράλυση και κατάρρευση του κράτους, αρνούμενοι την ψήφιση του προϋπολογισμού, χωρίς να έχουν ουσιαστικά διαφωνία επί της φιλοσοφίας του, εργαλειοποιώντας προς τούτο, έναν ανεξάρτητο αξιωματούχο του κράτους” είπε.
Αναφερόμενος στο Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα, είπε ότι είναι ένα πρόγραμμα, το οποίο το σύνολο των πολιτικών ηγεσιών είχε υιοθετήσει από το 2007 και μέχρι την κατάργηση του, δεν είχε αμφισβητήσει.
Είπε ότι δεν παραγνωρίζει την ύπαρξη κενών και αδυναμιών του προγράμματος, κυρίως ως προς τους μηχανισμούς εποπτείας και ελέγχου και πρόσθεσε:
“Με παρρησία αναγνωρίζω και αναλαμβάνω τις πολιτικές ευθύνες που βαρύνουν την κυβέρνηση. Γεγονός που όχι μόνο δεν αγνοήσαμε αλλά οδήγησε την κυβέρνηση να τροποποιήσει το πρόγραμμα έξι φορές μέσα σε χρονικό διάστημα οχτώ χρόνων. Παρά ταύτα, δεν απετράπη η κατάχρηση αλλά και εγκληματικές ενέργειες από μία μερίδα επιτηδείων. Αυτό που με τα πιο πάνω θέλω να υπογραμμίσω είναι την πολιτική μας βούληση για άμεση διερεύνηση όλων των υποθέσεων και λήψη με αποφασιστικότητα δραστικών μέτρων προς τιμωρία όσων δόλια ενήργησαν, αλλά και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας”.
Υπενθύμισε ότι μετά τα πρώτα δημοσιεύματα, διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, Επιτροπή υπό την κα Δήμητρα Καλογήρου, η έρευνα της οποίας οδήγησε στον εντοπισμό αδυναμιών, ενδεχόμενων ποινικών αδικημάτων ή και άλλων ευθυνών από συγκεκριμένα πρόσωπα, τα οποία σήμερα διερευνώνται για τις πράξεις τους.
“Επισημαίνω ακόμη πως αμέσως μετά την δημοσιοποίηση των γεγονότων που έλαβαν χώρα σε οικία μέλους της Βουλής, αποφασίστηκε: (α) ο άμεσος τερματισμός του Επενδυτικού προγράμματος, (β) ο διορισμός Ανεξάρτητης Επιτροπής Εξέτασης Αποστέρησης υπηκοότητας, (γ) ενώ ζητήθηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα ο διορισμός Διερευνητικής Επιτροπής, η οποία προχωρεί ήδη με διαφάνεια και δημόσιες συνεδριάσεις, στην πλήρη διερεύνηση του όλου Επενδυτικού Προγράμματος”.
Σημείωσε ότι συναφής με τον πιο πάνω διορισμό ήταν και η παρέμβαση στις αρχές Σεπτεμβρίου, του Ευρωπαίου Επιτρόπου για θέματα Δικαιοσύνης, ο οποίος διεμήνυσε ότι ανέμενε από την Κυπριακή Δημοκρατία, τον διορισμό Ερευνητικής Επιτροπής με διευρυμένες και οιονεί δικαστικές εξουσίες.
“Και δεν είναι τυχαίες οι αναφορές μου γιατί όπως έχω προαναφέρει, μέσα από τη συστηματική διαστρέβλωση των πραγματικών γεγονότων, επιχειρείται καθημερινά η δημιουργία της εντύπωσης πως η Κυβέρνηση αρνείται ή δήθεν φοβάται τον έλεγχο από τον Γενικό Ελεγκτή. Την απάντηση σ’ όσους έχουν υιοθετήσει τα ψεύδη ως τρόπο πολιτικής επιβίωσης, δίδει ο ίδιος ο Γενικός Ελεγκτής σε γραπτά του κείμενα” είπε ο Πρόεδρος και έφερε σειρά παραδειγμάτων.
Τόνισε ότι η Κυβέρνηση ουδεμία ένσταση έφερε ή φέρει, όπως ο Γενικός Ελεγκτής παραλάβει τους φακέλους των πολιτογραφήσεων ευθύς μετά την ολοκλήρωση του έργου της Διερευνητικής Επιτροπής, προκειμένου και ο ίδιος να προβεί στους ελέγχους σύμφωνα με τις συνταγματικές του αρμοδιότητες και διερωτήθηκε “πόσα ακόμη τερατώδη ψεύδη θα επιστρατεύσουν όσοι έθεσαν σε κίνδυνο την κατάρρευση του κράτους ή την φυσική ή οικονομική επιβίωση χιλιάδων συμπολιτών μας”.
Μίλησε για προσπάθεια αμφισβήτησης του ήθους, του κύρους και της εντιμότητας των τεσσάρων προσωπικοτήτων που συνιστούν την Ερευνητική Επιτροπή την οποία ο Γενικός Εισαγγελέας διόρισε, μία προσπάθεια που είναι απόλυτα ταυτισμένη με την εργαλειοποίηση του Γενικού Ελεγκτή, με στόχο την ανάδειξη του ως ως του μόνου έντιμου και αξιόπιστου να διενεργεί ελέγχους, εν γνώσει τους ότι οι εξουσίες του εκ του Συντάγματος είναι περιορισμένες
“Ποιος αλήθεια μπορεί να αμφισβητήσει πλέον την στοχευμένη εκστρατεία διαστρέβλωσης και χειραγώγησης της κοινής γνώμης, η οποία στόχο είχε και έχει να εμπεδώσει στους πολίτες ότι ο Πρόεδρος και η Κυβέρνηση του επειδή είναι διεφθαρμένοι φοβούνται δήθεν τον έλεγχο”.
Φτάσαμε, είπε ο Πρόεδρος, “στο κατάντημα, δημοσιογράφος που παραδέχεται ότι δεν κατέχει τα οποιαδήποτε στοιχεία, να ισχυρίζεται δημόσια, στηριζόμενος σε φήμες, ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετέφερε δήθεν εκτός Κύπρου εκατοντάδες εκατομμύρια κέρδη από το επενδυτικό πρόγραμμα και γι’ αυτό, μη συμβάλλοντας στη λύση του Κυπριακού, ως ισχυρίζεται, χάσαμε την Αμμόχωστο και τη Μόρφου”.
“Το εξίσου απαράδεκτο, αντί να απολογηθεί για την ύβρη που εκστόμισε, αφού όλες οι πηγές που επικαλέστηκε τον διέψευσαν, είχε το θράσος να καλεί εμένα να αποδείξω δεν είναι κακοήθη ψεύδη και λάσπη τα όσα ισχυρίστηκε”.
Την ίδια ώρα, συνέχισε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, “κάποιοι άλλοι, χωρίς να ντρέπονται, προβάλλουν τον ισχυρισμό πως το επενδυτικό πρόγραμμα υιοθετήθηκε χάριν του δικηγορικού γραφείου που φέρει το όνομά μου ή μελών της οικογενείας μου.
Αγνοώντας τα οφέλη που είχαν εκατοντάδες επιχειρήσεις, χιλιάδες εργαζόμενοι, εκατοντάδες δικηγόροι, ελεγκτές και άλλα συναφή επαγγέλματα, από τους οποίους μόνο μία ελάχιστη μερίδα καταχράστηκαν και εκμεταλλεύτηκαν τα κενά και τις αδυναμίες του προγράμματος.Αγνοώντας ακόμη, πως κάποιοι εξ’ αυτών που εκστομούν ανάλογες ύβρεις, ήσαν μεταξύ εκείνων που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα”.
Αφού επανέλαβε ότι δεν αποποιείται των όποιων πολιτικών ευθυνών φέρει η Κυβέρνηση για την εποπτεία και έλεγχο του προγράμματος, είπε ότι δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής πως οι σημερινοί επικριτές, δεν ήσαν μόνο γνώστες των προνοιών των προγραμμάτων για κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεων, αλλά ήσαν και απολύτως ενήμεροι τόσο για τις εκάστοτε αποφάσεις, όσο και για τα στοιχεία των επενδυτών, που αποκτούσαν την κυπριακή υπηκοότητα από την υιοθέτηση του προγράμματος το 2007.
Σημειώνοντας ότι ο θεσμικός έλεγχος της ορθότητας των αποφάσεων της εκτελεστικής εξουσίας, συνταγματικά ανήκει στην Βουλή, ενώ του δημοσιονομικού ελέγχου στην Ελεγκτική Υπηρεσία, είπε ότι εάν τα κοινοβουλευτικά κόμματα, που σήμερα εμφανίζονται ως πρωταγωνιστές πάταξης της διαφθοράς, ασκούσαν διαχρονικά τις εκ του συντάγματος εξουσίες και υποχρεώσεις τους τότε
θα υιοθετούσαν έγκαιρα τα νομοσχέδια που εκκρεμούν για χρόνια ενώπιον τους, με στόχο την πάταξη της διαφθοράς και θα υιοθετούσαν τις συστάσεις της GRECO που αφορούν το νομοθετικό σώμα σε σχέση με ζητήματα διαφάνειας και πάταξης της διαφθοράς.
Επίσης, ειπε ότι δεν θα στήριζαν ένα πρόγραμμα που σήμερα ισχυρίζονται πως έγινε για λόγους διαφθοράς, αλλά αντίθετα θα έπρεπε να ζητούσαν την κατάργηση του και θα ασκούσαν ως όφειλαν αποτελεσματικά τον θεσμικό ελεγκτικό τους ρόλο, με βάση τα στοιχεία που εναλλιπώς τους παρέχονταν.
“Ο ισχυρισμός πως τάχα τα στοιχεία δεν ήσαν επαρκή για έλεγχο, καταρρίπτεται από το γεγονός ότι η έρευνα του διεθνούς τηλεοπτικού δικτύου, βασίστηκε σε έγγραφα που φέρουν την σφραγίδα της Βουλής” επισήμανε.
Πρόσθεσε ότι η εγγραφή δέκα θεμάτων για συζήτηση στη Βουλή, μετά την κατάργηση του προγράμματος, είναι πασιφανές πως οφείλεται στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, ύστερα από την αποκάλυψη πως μεταξύ των πρωταγωνιστών του σκανδάλου ήσαν δικά τους στελέχη.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τόνισε ότι “η αποφασιστικότητα του ιδίου αλλά και της κυβέρνησης για πάταξη της διαφθοράς, καταγράφεται και από τον μεγάλο αριθμό διώξεων αξιωματούχων της πολιτείας και όχι μόνο, που είχαν εμπλακεί σε αδικήματα διαφθοράς”.
Είπε πως μία σύγκριση του αριθμού των καταδικασθέντων κατά τη δική του διακυβέρνηση, σε σύγκριση με όσους καταδικάστηκαν από εγκαθιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα ήταν αρκετή για να πείσει για τα όσα λέει.
“Όπως όμως έχω προαναφέρει, άλλη είναι η δημιουργηθείσα αντίληψη για το μέγεθος της διαφθοράς και άλλες οι πραγματικές διαστάσεις του φαινομένου, όπως τούτο αποτυπώνεται στις εκθέσεις Ευρωπαϊκών και Διεθνών Οργανισμών εποπτείας” και αναφέρθηκε σε εκθέσεις όπως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου, της Moneyvall, της GRECO μεταξύ άλλων.
Αυτό, είπε, “που ως άνθρωπος και όχι ως πολιτικός δεν μπορώ να αποδεχτώ, είναι την όποια συστηματική και ενορχηστρωμένη προσπάθεια, μέσα από ψεύδη και φήμες, να τρωθεί το ήθος, το κύρος και η αξιοπρέπεια μου”.
Στο διάγγελμά του, ο Πρόεδρος είπε ότι “ήμουν αιχμηρός στις αναφορές μου. Όμως επί μήνες ανέχομαι και υπομένω μία χωρίς προηγούμενο προσπάθεια διασυρμού, με υποτιμητικά υπονοούμενα, προσβολές και αήθεις ισχυρισμούς που υπερβαίνουν κάθε όριο πολιτικού πολιτισμού και δεοντολογίας”.
“Ανέχθηκα και υπέμενα, γιατί γνωρίζω καλά πως οι απαιτήσεις σας από τον όποιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δεν είναι να αναλώνεται σε διαμάχες αλληλοεπίρριψης ευθυνών, αλλά την ώρα της κρίσης, με την τόλμη και τις αποφάσεις του, να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα μεγάλα προβλήματα της χώρας.Είναι για τούτο που αντιπαρέρχομαι προσωπικά αισθήματα πικρίας που είναι φυσικό να μου δημιουργούνται”.
Γι’ αυτό, κατέληξε, “και δεν προτίθεμαι να επανέλθω στο κεφάλαιο αυτό, μέχρι την ολοκλήρωση των εργασιών της Διερευνητικής Επιτροπής”.
Πηγή : ΚΥΠΕ