Ανακοίνωση της Επιτρόπου Νομοθεσίας κας Λουίζας Χριστοδουλίδου Ζαννέτου
Ενημερώθηκα χθες, ότι η Ολομέλεια της Βουλής ψήφισε ομόφωνα το νομοσχέδια με τίτλο, «Ο περί Παιδιών σε Σύγκρουση με το Νόμο, Νόμος του 2021» που θα τεθεί σε ισχύ με τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Ο νόμος αυτός θεσπίζει ένα σύστημα ποινικής δικαιοσύνης φιλικής προς τα παιδιά και επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο αντιμετώπισης των νεαρών παραβατών. Ενόψει της ιδιαίτερής του σπουδαιότητας και παρά το ότι δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ, με την παρούσα ανακοίνωση, θα ήθελα να ενημερώσω το κοινό, τόσο για το ιστορικό του εν λόγω νομοσχεδίου, όσο και για τις αλλαγές που επιφέρει.
Ιστορικό
Το νομοσχέδιο για την ποινική δικαιοσύνη φιλική προς τα παιδιά, που αρχικά έφερε τον τίτλο, «Ο περί Παιδιών σε Σύγκρουση με τον Νόμο (Πρόληψη, Μεταχείρισή τους στο Σύστημα Ποινικής Δικαιοσύνης και Αντιμετώπιση της Παραβατικότητας) Νόμος», είχε αποφασιστεί η σύνταξή του από τον πρώην Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Ι. Νικολάου το 2014. Ανατέθηκε δε στην τέως Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού. Σε κάποιο σημείο και κατά τη διάρκεια της νομοπαρασκευαστικής επεξεργασίας, εισάχθηκαν και οι πρόνοιες της Οδηγίας της ΕΕ 2016/800, σχετικά με τις δικονομικές εγγυήσεις για τα παιδιά που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών. Είχε, ακολούθως, γίνει η επίσημη παρουσίασή του και απαραίτητη διαβούλευση και στάλθηκε στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας για νομοτεχνικό έλεγχο και ακολούθως, το 2019 κατατέθηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων και άρχισε η συζήτησή του, το Φθινόπωρο του 2019, ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών.
Μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου, ως Επίτροπος Νομοθεσίας ενδιαφέρθηκα να ενημερωθώ για την εξέλιξή του και απευθύνθηκα στον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπή Νομικών όπου ζήτησα να συμμετέχω στις συνεδρίες της Επιτροπής. Ενημερώθηκα ότι κατά τη συζήτηση του νομοσχέδιου υπήρχαν αρκετές διαφωνίες από τους εμπλεκόμενους και ουσιαστικές παρεμβάσεις από βουλευτές, σχετικά με τις διατάξεις του και τις καινοτόμες διαδικασίες, αλλά και κάποιες πολύπλοκές διαδικασίες και νέες δομές που εισήγαγε. Αξίζει να αναφερθεί, ότι, το διάστημα εκείνο και η νέα Επίτροπος των Δικαιωμάτων του Παιδιού, είχε κάποιες χρήσιμες νέες θέσεις επί του νομοσχεδίου.
Ανέλαβα να μελετήσω το κείμενο εξ υπαρχής και προέβηκα σε διορθώσεις και εισηγήσεις, με στόχο την καλυτέρευση, απλοποίησή του, και γεφύρωση των όποιων διαφωνιών. Ενημέρωσα, επίσης, το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, στο οποίο τελικά προώθησα τις λεπτομερείς παρατηρήσεις μου. Τον Μάιο του 2020, ανέλαβα, σε συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας και το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, την εκ νέου συζήτηση του κειμένου, επί των ήδη αποσταλέντων παρατηρήσεών μου, καθώς και τη διαμόρφωση του τελικού κειμένου, με δέσμευσή μου την παράδοση της εργασίας προς την Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως μέχρι το τέλος Ιουλίου 2020.
Προσπάθειά μου, ήταν να μελετήσω όλο το κείμενο από μια ανεξάρτητη σκοπιά, αφού θα έπρεπε να υπάρχει μία αναλογική προσέγγιση του όλου θέματος, για να μην επιφέρει το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Δηλαδή, να μην δημιουργηθεί ένα σύστημα, που τελικά να οδηγήσει σε αύξηση της παιδικής παραβατικότητας ή της εκμετάλλευσής τους από ενήλικες, χρησιμοποιώντας τα παιδιά για διάπραξη αδικημάτων.
Αφαίρεσα τις επαναλήψεις που υπήρχαν, την επικάλυψη με άλλα νομοθετήματα, προέβηκα σε ορθότερη και ακριβέστερη εναρμόνιση με την Οδηγία, αφού οι πρόνοιες σε πολλά σημεία ξεπερνούσαν κατά πολύ την Οδηγία, πρόσθεσα την ίδρυση του Δικαστηρίου Παιδιών που θα απαρτίζουν Δικαστές των Επαρχιακών Δικαστηρίων και όχι του Οικογενειακού, που ήταν στο αρχικό κείμενο. Επιπλέον, με τη συμβολή της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας διαμορφώσαμε τις πρόνοιες με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην υπάρχει καθυστέρηση στην ανακριτική διαδικασία για τον ειδικό χειρισμό του παιδιού παραβάτη. Προέβηκα, επίσης, σε μείωση κάποιων χρονοβόρων διαδικασιών, που αφορούσαν διοικητικές διαδικασίες και συμβούλια παιδιών και γενικά αφαίρεσα πρόνοιες που θα προκαλούσαν ταλαιπωρία στο παιδί και την οικογένειά του.
Το νομοσχέδιο
Ο πιο απλουστευμένος τίτλος που εισηγήθηκα και έγινε αποδεκτός, «Ο περί Παιδιών σε Σύγκρουση με τον Νόμο, Νόμος του 2021», μεταφέρει ακριβώς την πρόθεση και τον σκοπό του πολύ σημαντικού αυτού Νόμου, που εμφαίνεται στο άρθρο 3, δηλαδή, την εγκαθίδρυση συστήματος δικαιοσύνης φιλικού προς τα παιδιά παραβάτες, τη ρύθμιση των θεμάτων που αφορούν στην παιδική παραβατικότητα, την πρόληψη, αντιμετώπιση και καταστολή της, την εγκαθίδρυση των απαραίτητων δομών και μηχανισμών πρόληψης και αντιμετώπισης της παιδικής παραβατικότητας, καθώς και τη ρύθμιση της μεταχείρισης των παιδιών στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, σύμφωνα με τις αρχές και διατάξεις της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Παιδιού και άλλων διεθνών πρότυπων κανόνων αναφορικά με τη μεταχείριση των παιδιών παραβατών στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.
Ο νόμος περιέχει, όπως προαναφέρθηκε, και εναρμονιστικές διατάξεις με την Οδηγία 800/2016 ΕΕ, σχετικά με τις δικονομικές εγγυήσεις για τα παιδιά που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι, στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών.
Ο σκοπός της Οδηγίας 2016/800 της ΕΕ είναι η θέσπιση δικονομικών εγγυήσεων, που θα εξασφαλίζουν ότι τα παιδιά, δηλαδή, άτομα κάτω των 18 ετών, που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, είναι ικανά να κατανοούν και να παρακολουθούν την εν λόγω διαδικασία και να ασκούν το δικαίωμά τους σε δίκαιη δίκη, και θα προλαμβάνουν την υποτροπή των παιδιών και θα προωθούν την κοινωνική τους ένταξη. Το σημαντικό σημείο της Οδηγίας, είναι ότι από τη στιγμή που ένα πρόσωπο καθίσταται ύποπτο ή κατηγορούμενο σε ποινική διαδικασία και το πρόσωπο αυτό έχει συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών, αλλά το ποινικό αδίκημα διεπράχθη όταν το πρόσωπο ήταν παιδί, τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να εφαρμόζουν τις δικονομικές εγγυήσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, έως ότου το εν λόγω πρόσωπο φθάσει στην ηλικία των 21 ετών. Επομένως, παιδί που διαπράττει αδίκημα τυγχάνει μεταχείρισης στη βάση του νόμου αυτού και της φιλικής δικαιοσύνης που εγκαθιδρύει, μέχρι την ηλικία των 21 ετών. Η οδηγία προάγει τα δικαιώματα του παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του Συμβουλίου της Ευρώπης για μια φιλική προς τα παιδιά δικαιοσύνη. Τα δικαιώματα αυτά είναι το δικαίωμα στην ενημέρωση, αμέσως μόλις τα παιδιά πληροφορούνται ότι είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι, το δικαίωμα να ενημερωθεί ο ασκών τη γονική μέριμνα, το δικαίωμα ιατρικής εξέτασης, το δικαίωμα σε ατομική αξιολόγηση, το δικαίωμα συνδρομής από δικηγόρο, το δικαίωμα σε δικαστική συνδρομή, το δικαίωμα συνοδείας από τον ασκούντα τη γονική μέριμνα σε στάδια της διαδικασίας άλλα από την ακροαματική διαδικασία, το δικαίωμα περιορισμού της στέρησης της ελευθερίας και χρήσης εναλλακτικών μέτρων, το δικαίωμα αυτοπρόσωπης παράστασης στη δίκη, το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής, το δικαίωμα σε αποτελεσματικά μέσα ένδικης προστασίας, από τη στέρηση της ελευθερίας όσον αφορά το δικαίωμα σε ειδική μεταχείριση κατά τη διάρκεια της στέρησης της ελευθερίας.
Το νομοσχέδιο έχει ως επίκεντρο το παιδί και τα δικαιώματά του και ρυθμίζει το πώς τυγχάνει χειρισμού ένα παιδί που δεν έχει ποινική ευθύνη, δηλαδή, ένα παιδί κάτω των 14 ετών, αλλά και τον τρόπο αντιμετώπισης νεαρών παραβατών άνω των 14 , οι οποίοι έρχονται σε σύγκρουση με τον νόμο. Σημαντικό είναι ότι «παιδί» σημαίνει, εκτός οπουδήποτε αλλού στο Νόμο προβλέπεται διαφορετικά, πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών (18) και περιλαμβάνει πρόσωπο έως είκοσι ενός ετών (21), όταν πρόκειται να εφαρμοστούν τα μέτρα που προβλέπονται στον Νόμο αναφορικά με αδίκημα που διαπράχθηκε από το εν λόγω πρόσωπο πριν από τη συμπλήρωση του δέκατου όγδοου έτους της ηλικίας του.
Το κείμενο του νομοσχεδίου εισάγει όλα τα προβλεπόμενα από την Οδηγία αλλά και πέραν από αυτή, αφού προβλέπει για ειδικά Δικαστήρια Παιδιών, εναλλακτικές ποινές και διάφορα συμβούλια που στόχο έχουν την υποβοήθηση του παιδιού και των γονέων του και γενικά την προστασία του. Δηλαδή, ο στόχος δεν είναι μόνο η τιμωρία του παιδιού αλλά ο εντοπισμός της παραβατικής συμπεριφοράς, η αξιολόγηση του παιδιού, αποφυγή επανάληψης της συμπεριφοράς και καλυτέρευση των συνθηκών του παιδιού και η προστασία του υπό την καθοδήγηση ειδικών.
Το Μέρος ΙΙΙ του Νομοσχεδίου ρυθμίζει τη μεταχείριση παιδιών κάτω των 14, που δεν φέρουν οποιαδήποτε ποινική ευθύνη. Επίσης, ρυθμίζει τις υποχρεώσεις των κρατικών λειτουργών σε σχέση με αυτά, όπως και για Οικογενειακά Συμβούλια, στα οποία συμμετέχει και το παιδί και οι γονείς του και τα οποία αξιολογούν το παιδί και την παραβατική του συμπεριφορά και εισηγούνται τρόπους για προστασία του και αποφυγή τέτοιας μελλοντικής συμπεριφοράς.
Πιο συγκεκριμένα, καθορίζονται οι υποχρεώσεις των λειτουργών των δημόσιων αρχών σε περίπτωση διάπραξης αδικήματος από παιδί ηλικίας κάτω των 14 ετών. Οι λειτουργοί δημόσιων αρχών, όταν έχουν εύλογες υποψίες ότι ένα παιδί έχει διαπράξει ποινικό αδίκημα, οφείλουν να αποταθούν στην Αστυνομία, η οποία με τη σειρά της, φροντίζει όπως ο επιμελητής παιδιού ενημερώσει τους γονείς ή κηδεμόνες του παιδιού αλλά και τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι στην περίπτωση που ο επιμελητής παιδιού δεν είναι δυνατό να παραδώσει αμέσως το παιδί στους γονείς ή κηδεμόνες του, αυτό το παιδί σε καμία περίπτωση δεν παραμένει σε αστυνομικό σταθμό. Μεταφέρεται από τον εν λόγω επιμελητή, στις Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας, οι οποίες θέτουν το παιδί προσωρινά υπό την φροντίδα τους, μέχρι να διευθετηθεί η παράδοση του παιδιού στους γονείς ή κηδεμόνες του.
Όταν περιέρχεται στην αντίληψη των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ότι ένα παιδί δεν λαμβάνει ικανοποιητική φροντίδα και προστασία, οι υπηρεσίες προχωρούν άμεσα στη σύγκληση ενός Οικογενειακού Συμβουλίου Ευημερίας. Κύρια αρμοδιότητα του Συμβουλίου είναι η αξιολόγησή του κατά πόσο ένα παιδί χρειάζεται ειδική φροντίδα ή προστασία, την οποία είναι απίθανο να λάβει υπό τις συνθήκες που επικρατούν στο οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον. Απώτερος στόχος του Συμβουλίου είναι η προστασία του παιδιού και η πρόληψη εμφάνισης μελλοντικής παραβατικής συμπεριφοράς.
Επιπλέον, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας έχουν τη δυνατότητα να εκδώσουν διάταγμα επιτροπείας του παιδιού, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, κατά τις οποίες συντρέχει άμεσος κίνδυνος για την υγεία και ευημερία του παιδιού και οι οποίες κρίνονται από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, είναι δυνατό να τοποθετηθεί το παιδί σε χώρο όπου διασφαλίζεται η προστασία και η ευημερία του, μέχρι την έκδοση του εν λόγω διατάγματος.
Το Μέρος ΙV του Νομοσχεδίου, αφορά τα παιδιά άνω των δεκατεσσάρων (14) ετών. Σε περίπτωση σύλληψης παιδιού, υπόπτου για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος, το παιδί δεν θα έρθει σε επαφή με οποιοδήποτε ενήλικα συλληφθέντα. Επιπλέον, το παιδί δεν κρατείται σε κελί, αλλά σε άλλο χώρο του Σταθμού και ο λειτουργός ενημερώνει αμέσως τους γονείς ή κηδεμόνες του, αλλά και το τοπικό γραφείο ευημερίας, για τη σύλληψη ή/και κράτησή του. Η προφυλάκιση παιδιού απαγορεύεται. Προβλέπεται ο τρόπος μεταχείρισής του κατά το ανακριτικό στάδιο και η συμμετοχή του λειτουργού ευημερίας, ποιοι είναι παρόντες κατά τη λήψη κατάθεσης, η δυνατότητα αντί ποινικής δίωξης η παραπομπή σε πρόγραμμα αποδικαστικοποίησης που περιλαμβάνει την επιβολή επίσημης ή ανεπίσημης προειδοποίησης ή την υπαγωγή του παιδιού υπό την εποπτεία κηδεμονευτικού λειτουργού ή την σύγκληση Συμβουλίου Παιδιού. Υπεύθυνος για το πρόγραμμα αυτό είναι ο Αστυνομικός Διευθυντής. Επίσης, το παιδί υπόκειται σε επίβλεψη από κηδεμονευτικό λειτουργό. Το Συμβούλιο Παιδιού, αξιολογεί και εισηγείται την περίοδο και επίπεδα επίβλεψης του παιδιού από κηδεμονευτικό λειτουργό και καθορίζει σχέδιο δράσης για το παιδί.
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, αναστέλλει την ποινική δίωξη και το παιδί δύναται να παραπέμπεται σε Πρόγραμμα Αποδικαστικοποίησης. Το πρόγραμμα στοχεύει στο να βοηθήσει το παιδί να αντιληφθεί τις συνέπειες του αδικήματος, αλλά και να αποτρέψει την εμφάνιση μελλοντικών παραβατικών συμπεριφορών.
Ο κηδεμονικός λειτουργός δύναται να εισηγηθεί τη σύγκληση Συμβουλίου Παιδιού σε σχέση με το παιδί το οποίο επιβλέπει. Αρμοδιότητα του Συμβουλίου είναι η αξιολόγηση του τρόπου επίβλεψης του παιδιού, ενώ σε συνεργασία με τους γονείς ή κηδεμόνες του δύναται να διατυπωθεί σχέδιο δράσης για το παιδί, το οποίο έχει ως στόχο την προστασία και φροντίδα του.
Η παραπομπή του παιδιού στο Δικαστήριο Παιδιών αποτελεί έσχατο μέτρο, όμως ακόμη και όταν οδηγηθεί ενώπιον Δικαστηρίου, το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης δεν παύει να είναι φιλικό προς αυτό. Υπάρχουν λεπτομερείς διατάξεις για τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Παιδιών και τις εξουσίες του Δικαστηρίου, που είναι, είτε τριμελές, είτε μονομελές, αναλόγως του αδικήματος. Το Δικαστήριο δεν στεγάζεται στον ίδιο χώρο με τα Δικαστήρια οποιασδήποτε άλλης δικαιοδοσίας, αλλά σε ειδικό χώρο. Το Δικαστήριο Παιδιών διατηρεί δική του Υπηρεσία επιτηρητών δοκιμασίας για να ασκούν τα καθήκοντα και αρμοδιότητες που προβλέπονται στον Νόμο. Το Δικαστήριο μπορεί να ζητά εκθέσεις από κηδεμονευτικό λειτουργό, να ελέγχει όλη τη διαδικασία που γίνεται για χειρισμό του παιδιού από Συμβούλια Παιδιών με σχέδια δράσης τη συμμόρφωση του παιδιού με αυτά και ακολούθως, να προχωρεί σε επιβολή ποινής, με τελευταία επιλογή την κράτηση η οποία γίνεται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο. Γίνεται, δηλαδή, εξατομικευμένη αντιμετώπιση του παιδιού.
Επιπλέον, όταν ένα παιδί αντιμετωπίζει κατηγορίες με ένα άλλο ενήλικα, είναι δηλαδή συγκατηγορούμενοι, οι υποθέσεις εναντίον του παιδιού σε σύγκρουση με τον νόμο εκδικάζονται από το Δικαστήριο Παιδιών ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα του αδικήματος και λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον του παιδιού. Αντίθετα, οι υποθέσεις εναντίον των ενηλίκων παραβατών εκδικάζονται από το Επαρχιακό Δικαστήριο ή το Κακουργιοδικείο, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα του αδικήματος.
Το Δικαστήριο, εάν κρίνει ότι είναι απαραίτητος ο περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας παιδιού, έτσι ώστε να αποφευχθεί η διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος ή ο περιορισμός παιδιού είναι απαραίτητος για σκοπούς διευκόλυνσης των ανακρίσεων ή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος απόκρυψης στοιχείων ή διακινδύνευσης της ασφάλειας του παιδιού ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου και αφού λάβει υπόψη του την ηλικία και ατομική κατάσταση του παιδιού, καθώς και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της περίπτωσης, δύναται να διατάσσει τον περιορισμό παιδιού σε χώρο περιορισμού παιδιών ως έσχατο μέτρο.
Το Δικαστήριο Παιδιών, απαρτίζεται από δικαστές που θα εξειδικεύεται και εκπαιδεύεται σε θέματα νεανικής παραβατικότητας. Το Δικαστήριο θα μπορεί να αναβάλει την ενώπιόν του διαδικασία και να παραπέμψει το παιδί σε Οικογενειακό Συμβούλιο Ευημερίας Παιδιού. Επιπλέον, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, το Δικαστήριο δύναται με διάταγμά του να διατάξει τη σύγκληση Συμβουλίου Παιδιού, το οποίο θα καταβάλει προσπάθεια για να υιοθετήσει σχέδιο δράσης για το παιδί, το οποίο θα ανταποκρίνεται στις προσωπικές ανάγκες και περιστάσεις του.
Παραδείγματα εναλλακτικών ποινών που προβλέπονται, είναι: (α) επίπληξη του παιδιού, (β) επιβολή προστίμου ή/και επιβολή καταβολής των εξόδων ή/και αποζημίωσης στο θύμα από το παιδί, (γ) διάταγμα που υποχρεώνει τον γονέα ή κηδεμόνα να καταβάλει αποζημίωση στο θύμα, (δ) διάταγμα γονικής επιτήρησης, (ε) διάταγμα επιβολής κοινοτικής επιτήρησης, (στ) διάταγμα κράτησης σε χώρο κράτησης παιδιών, (ζ) αναστολή ποινής κράτησης, (η) διάταγμα παρακολούθησης με ηλεκτρονικό βραχιόλι.
Τα Δικαστήρια Παιδιών είναι κάτι που έλειπε από το σύστημά μας. Θα κατέχει δε την απαιτούμενη εξειδίκευση για χειρισμό παιδιών, με δυνατότητα επιβολής εναλλακτικών ποινών με την κράτηση σε ειδικούς χώρους, αντί φυλάκιση, που αποτελεί έσχατο μέτρο.
Το νομοσχέδιο έτυχε ενδελεχούς συζήτησης στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων. Όπως έχει λεχθεί από βουλευτές, η ισχύς του θα αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Πηγή : Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών