Την κατάθεση στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς έγκριση του ετήσιου προϋπολογισμού για το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ζητούν με πρόταση νόμου βουλευτές του ΔΗΣΥ και του ΔΗΚΟ. Η κυβερνητική πλευρά δεν φέρνει ένσταση επί της αρχής, ωστόσο εξετάζονται κάποια νομικά και διαδικαστικά ζητήματα σε σχέση και με άλλα Ταμεία που εντάσσονται στη Γενική Κυβέρνηση.
Η συγκεκριμένη πρόταση νόμου που κατατέθηκε εκ μέρους των βουλευτών του ΔΗΣΥ Χάρη Γεωργιάδη, Ονούφριου Κουλλά και Σάβιας Ορφανίδου και εκ μέρους των βουλευτών του ΔΗΚΟ Χριστιάνας Ερωτοκρίτου και Χρύση Παντελίδη συζητήθηκε τη Δευτέρα κατά τη διάρκεια συνεδρίας της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών.
Ο εκ των εισηγητών, Βουλευτής του ΔΗΣΥ Χάρης Γεωργιάδης ανέφερε ότι τα τελευταία χρόνια ένα πολύ μεγάλο μέρος των δημοσίων δαπανών αφορά τη Γενική Κυβέρνηση παρά την Κεντρική Κυβέρνηση μετά και την εισαγωγή του ΓεΣΥ. Αυτό το γεγονός, όπως είπε, καθιστά διπλά αναγκαίο τον έλεγχο και τη διαφάνεια. Όπως ο προϋπολογισμός του ΓΕΣΥ έρχεται στη Βουλή, συμπλήρωσε, πρέπει και ο προϋπολογισμός του ΤΚΑ να μην σταματά στη μέση της διαδρομής και να έρχεται και στη Βουλή.
O Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας, Κώστας Χατζηπαναγιώτου, ανέφερε ότι δεν υπάρχει ένσταση επί της αρχής της πρότασης νόμου και ότι ήταν στις άμεσες και μεσοπρόθεσμες ενέργειες του Υπουργείου να υλοποιήσει κάτι τέτοιο για σκοπούς διαφάνειας. Εισηγήθηκε, ωστόσο, αυτό να υλοποιηθεί για τον προϋπολογισμό του 2027 και αφού προηγηθεί η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού.
Ωστόσο οι βουλευτές ζήτησαν να κατατίθεται από τον προϋπολογισμό του 2026.
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών ανέφερε ότι το Υπουργείο συμφωνεί με τη φιλοσοφία της πρότασης νόμου και δεν θεωρεί σωστό η έγκριση του προϋπολογισμού να σταματά στον Υπουργό Οικονομικών. Ωστόσο, εξέφρασε ερωτηματικά σχετικά με το κατά πόσον η ρητή υποχρέωση του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων να φέρνει προϋπολογισμό στη Βουλή, θα δημιουργήσει την ίδια υποχρέωση και για άλλα Ταμεία που εμπίπτουν στην Γενική Κυβέρνηση.
Η Πρόεδρος της Επιτροπής, Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, ζήτησε να υπάρξει η απαραίτητη συνεννόηση μεταξύ Υπουργείου Εργασίας, Υπουργείου Οικονομικών και Νομικής Υπηρεσίας, ώστε να μπορέσει να επανέλθει η Επιτροπή και να χειριστεί το θέμα αναλόγως της συνεννόησης που θα υπάρξει.
πηγή: ΚΥΠΕ