Στις 23 Σεπτεμβρίου 2020, το Διοικητικό Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του σχετικά με την υπ’ αριθμόν προσφυγή 563/2018 δια της οποίας ο αιτητής αιτείτο όπως η πράξη και/ή απόφαση του Καθ’ ου η Αίτηση είναι άκυρη αφού στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Βασικής σημασίας θεωρείται ο προσδιορισμός του αιτήματος του αιτητή ούτως ώστε να προχωρήσει το Δικαστήριο σε εξέταση λόγων ακυρώσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο Διευθυντής της Υπηρεσίας απέρριψε το αίτημα του αιτητή μετά από νέα ισχύοντα κριτήρια που ψηφίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 06/11/2013 στα πλαίσια του Κρατικού Στεγαστικού Σχεδίου παραχώρησης οικοπέδων σε άπορες οικογένειες για στεγαστικούς σκοπούς. Αναφορικά με το αίτημα του αιτητή, είχε ζητηθεί όπως επανεξετασθεί η αίτηση του ημερομηνίας 25/05/2012 με βάση το νομικό καθεστώς που ήταν σε ισχύ κατά τον χρόνο υποβολής της, σχετικά με την παραχώρηση στεγαστικής βοήθειας για αυτοστέγαση σε ιδιόκτητο οικόπεδο. Επικαλούμενος της νομολογίας του Διοικητικού Δικαστηρίου και σχετικού πορίσματος της Επιτρόπου Διοίκησης, ο αιτητής υποστήριξε ότι ο Διευθυντής της Υπηρεσίας έπραξε εσφαλμένα αφού δεν είχε αρμοδιότητα να ζητήσει νομική γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας αλλά ούτε και να ενεργήσει δέσμια προς αυτή. Ως αποτέλεσμα, παραβιάστηκαν και οι αρχές καλής πίστης και ίσης μεταχείρισης.
Σύμφωνα με τα ως άνω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4 του Συντάγματος. Όπως αναφέρεται, το αρμόδιο όργανο για την εξέταση της αίτησης είναι η Επιτροπή η οποία θα έπρεπε να ασκήσει την διακριτική της ευχέρεια αιτιολογώντας την απόφασή της και όχι ο Διευθυντής ο οποίος δεν καθίσταται υπεύθυνος να υποκαταστήσει την Επιτροπή στις αρμοδιότητές της.
Διαβάστε την απόφαση εδώ.