Το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο που προβλέπει μονομερή τροποποίηση προνοιών του Πρωτοκόλλου Βόρειας Ιρλανδίας της συμφωνίας του Brexit παρουσίασε η βρετανική κυβέρνηση.
Στόχος του Λονδίνου είναι να χαλαρώσει τους ελέγχους σε προϊόντα που διακινούνται από τη Μεγάλη Βρετανία προς τη Βόρεια Ιρλανδία, έλεγχοι που συμφωνήθηκαν μεταξύ Βρυξελλών και Λονδίνου ώστε να αποτραπεί η επαναφορά «σκληρών» συνόρων στο νησί της Ιρλανδίας μετά από την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ.
Η ΕΕ αντιδρά στις μονομερείς αλλαγές, όπως επίσης η βρετανική αντιπολίτευση και ορισμένα στελέχη των Συντηρητικών του Μπόρις Τζόνσον, κάνοντας λόγο για παραβίαση του διεθνούς δικαίου από το Λονδίνο.
Η Βρετανίδα Υπουργός Εξωτερικών Λιζ Τρας είπε ότι το νομοσχέδιο είναι μια «λογική, πρακτική λύση» στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Βόρεια Ιρλανδία και ότι η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις μπορεί να γίνει μόνο αν η ΕΕ είναι πρόθυμη να κάνει η ίδια αλλαγές στο Πρωτόκολλο. «Αυτή τη στιγμή δεν είναι», συμπλήρωσε η κα Τρας, τονίζοντας ότι το νομοσχέδιο συνάδει με το νόμο.
Πρόσθεσε ότι οι αλλαγές είναι αναγκαίες για να διαφυλαχθεί η ειρηνευτική συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, η οποία «υπονομεύεται» από το ισχύον Πρωτόκολλο και για να υποστηριχθεί η πολιτική σταθερότητα στη Βόρεια Ιρλανδία.
Νομικές σημειώσεις που δημοσιεύθηκαν από την κυβέρνηση μαζί με το νομοσχέδιο επικαλούνται το «δόγμα της αναγκαιότητας» για τις αλλαγές λόγω του «κινδύνου» που ελλοχεύουν για το μέλλον της Βόρειας Ιρλανδίας στο ισχύον Πρωτόκολλο. Αναφέρουν πως πρόκειται για μία πραγματικά ιδιάζουσα κατάσταση και ότι «είναι μόνο υπό τις δύσκολες, σύνθετες και μοναδικές συνθήκες της Βόρειας Ιρλανδίας που η κυβέρνηση, διστακτικά, αποφάσισε να εισαγάγει νομοθετικά μέτρα τα οποία, με την έναρξη ισχύος τους, προβλέπουν τη μη εφαρμογή ορισμένων υποχρεώσεων».
Ο αρμόδιος Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μάρος Σέφτσοβιτς έγραψε στο Twitter ότι οι ενέργειες της βρετανικής κυβέρνησης «πλήττουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη και είναι μια φόρμουλα για αβεβαιότητα». Αργότερα εξέφρασε τη «σημαντική ανησυχία» της ΕΕ και προειδοποίησε με τη λήψη «αναλογικής δράσης», η οποία θα αρχίσει με την επανέναρξη των νομικών διαδικασιών κατά του Λονδίνου που ανεστάλησαν το Σεπτέμβριο του 2020.
«Ιδιαίτερα χαμηλό σημείο» στη βρετανική προσέγγιση του Brexit χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ο Ιρλανδός Υπουργός Εξωτερικών Σάιμον Κόβενι.
Αντικρουόμενες θέσεις για την κίνηση της βρετανικής κυβέρνησης εξέφρασαν ηγετικά στελέχη των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της Βόρειας Ιρλανδίας. Η Μισέλ Ο’Νιλ από το ρεπουμπλικανικό Σον Φέιν είπε ότι η κίνηση του Μπόρις Τζόνσον είναι «παράνομη», ενώ ο σερ Τζέφρι Ντόναλντσον από το ενωτικό DUP είπε ότι το νομοσχέδιο προσφέρει αυτό που χρειάζεται, «δηλαδή λύσεις».
Μεταξύ άλλων, το νομοσχέδιο προβλέπει την κατάργηση ελέγχων στα προϊόντα από τη Μεγάλη Βρετανία που προορίζονται να μείνουν στη Βόρεια Ιρλανδία και όχι να περάσουν στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, δηλαδή σε έδαφος της ΕΕ.
Επιτρέπει επίσης σε εταιρείες στη Βόρεια Ιρλανδία να παράγουν και να πωλούν προϊόντα που δε συνάδουν με τους τρέχοντες ή μελλοντικούς κανονισμούς της ΕΕ.
Προβλέπεται δε περιορισμός του ρόλου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε εμπορικές διαφωνίες που άπτονται του Πρωτοκόλλου και δυνατότητα αλλαγής του ΦΠΑ στη Βόρεια Ιρλανδία ώστε να εναρμονιστεί με αυτόν που επιβάλλεται στο υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο.
Πάντως η πρόταση νόμου αφήνει ένα παράθυρο για μια συμφωνία με την ΕΕ για αμοιβαία τροποποίηση του Πρωτοκόλλου, η οποία θα υπερτερεί του νέου νόμου. Οι αλλαγές μάλιστα δε θα ισχύσουν αυτομάτως με την έγκριση του νομοσχεδίου από τη βρετανική Βουλή, αλλά θα πρέπει να προηγηθούν εφαρμοστικές διατάξεις από τους αρμόδιους υπουργούς.
Πηγή: ΚΥΠΕ