Η ανάγκη αναγέννησης της υπαίθρου: Το παράδειγμα των αμπελώνων

Η ανάγκη αναγέννησης της υπαίθρου αποδεικνύεται επιτακτική ανάγκη όχι μόνο για την ίδια την βιωσιμότητα των κοινοτήτων μας και για πολλούς άλλους λόγους που δεν είναι του παρόντος αλλά και για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, όπως ήταν, για παράδειγμα η πρόσφατη φονική πυρκαγιά στην ορεινή επαρχία Λεμεσού. Μέσα στο ζοφερό, αποκαρδιωτικό μαύρο που άφησε πίσω της η φονική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου 2025, μια αλήθεια αναδύεται ολοένα και πιο έντονα: τα αμπέλια, σε αρκετές περιπτώσεις, λειτούργησαν ως φυσικές αντιπυρικές ζώνες. Η παρατήρηση αυτή δεν είναι απλώς συγκυριακή, αλλά αποκαλύπτει έναν βαθύτερο συσχετισμό ανάμεσα στην καλλιέργεια της γης και στην προστασία της.

Τα αμπέλια έχουν συγκεκριμένες αντιπυρικές ιδιότητες, όντας καλλιέργειες χαμηλού ύψους, μα αραιή βλάστηση και υψηλή περιεκτικότητα σε υγρασία, ειδικά κατά τους κρίσιμους για την εκδήλωση πυρκαγιών θερινούς μήνες. Σε αντίθεση με τα πευκοδάση που φλέγονται εύκολα λόγω των ρητινών και των ξερών υλικών και τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης και ξεχωριστής προστασίας, οι αμπελώνες αποτελούν φυσικό εμπόδιο στην εξάπλωση της φωτιάς. Δεν είναι λοιπόν υπερβολή να πούμε πως η ύπαρξη καλλιεργούμενης γης, ειδικά με φυτά όπως το αμπέλι, μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο στην αντιπυρική προστασία.

Οι ίδιοι οι αμπελοκαλλιεργητές έχουν πολλές φορές κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, θέτοντας θέμα έλλειψης κρατικής κοινωνικής πολιτικής. Γενικότερα, παρουσιάζονται φαινόμενα όπου ο πρωτογενής τομέας αντί να αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας, τείνει προς εξαφάνιση. Ειδικότερα, για τα αμπέλια, η πτωτική πορεία ξεκίνησε την περίοδο 1988 – 1989 με ξερίζωμα πολλών καλλιεργειών. Τότε, το Υπουργικό Συμβούλιο είχε εγκρίνει Σχέδιο κινήτρων για εκρίζωση 38.651,72 δεκαρίων ντόπιου μαύρου σταφυλιού καταβάλλοντας το ποσό των 11.445.526 Ευρώ. Σε συνάρτηση με άλλους παράγοντες, όπως η ευρύτερη υποβάθμιση του αγροτικού χώρου, η αστυφιλία, η ελλιπής στήριξη των αγροτών και η γενικότερη απαξίωση της αγροτικής ζωής, οδήγησαν στην εγκατάλειψη, κατά το μάλλον ή ήττον, της υπαίθρου, με συνεπακόλουθο την εγκατάλειψη χιλιάδων στρεμμάτων γης, που  μετατράπηκε σε άγρια βλάστηση, με χόρτα, θάμνους και ξερά δέντρα. Μαζί με την εγκατάλειψη της υπαίθρου, επήλθε και η εγκατάλειψη της διαχείρισης της γης, της πρόληψης και της φροντίδας. Τα χωράφια που άλλοτε έδιναν καρπούς, σήμερα δίνουν προσανάμματα. Τα μονοπάτια που άλλοτε οδηγούσαν στους αγρούς, σήμερα είναι καλυμμένα με βάτα και κλαδιά, και αρκετές φορές με απορρίμματα, έχοντας μετατραπεί σε παράνομους σκυβαλότοπους. Το κόστος όλης αυτής της εγκατάλειψης, μαζί με άλλες αδυναμίες και αστοχίες των διαδικασιών πυροπροστασίας, πλέον μετριέται σε στρέμματα καμένης γης, χαμένες περιουσίες, ακόμα και σε ανθρώπινες ζωές, όπως στην πυρκαγιά του Αρακαπά το 2021 και την πρόσφατη της Μαλλιάς.

Η επαναφορά των αμπελιών και γενικότερα των καλλιεργειών στην ύπαιθρο δεν αποτελεί μόνο μια παραγωγική επιλογή, αλλά και μια στρατηγική περιβαλλοντικής αναγέννησης και προστασίας. Η επιστροφή στην αμπελοκαλλιέργεια, ειδικά σε περιοχές με παράδοση στον αμπελώνα και ποιοτική παραγωγή, μπορεί να αναστρέψει την εγκατάλειψη της υπαίθρου και ταυτόχρονα να θωρακίσει τον τόπο από τις φλόγες. Παράλληλα, ενεργοποιούνται οι τοπικές κοινωνίες, δημιουργούνται θέσεις εργασίας, ενισχύεται ο αγροτουρισμός και προστατεύεται η βιοποικιλότητα. Το οικοσύστημα γίνεται δυναμικό και συντηρείται και ανανεώνεται από τον άνθρωπο.

Τα πιο πάνω απαιτούν, φυσικά, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με πρακτικά και εφαρμόσιμα μέτρα, συνέργειες μεταξύ κράτους – ιδιωτικού τομέα, στοχευμένα κίνητρα και, προφανώς, πολιτική βούληση. Η ύπαιθρος δεν είναι παρελθόν, αλλά μέλλον. Η συζήτηση για τις φωτιές, για την πρόληψη και την αντιμετώπισή τους, δεν μπορεί να μείνει μόνο στο επίπεδο της πολιτικής προστασίας. Είναι ζήτημα βαθιά κοινωνικό, πολιτιστικό, πολιτικό και παραγωγικό. Η ύπαιθρος, όταν είναι ζωντανή, είναι από μόνη της μια μορφή άμυνας απέναντι στη φωτιά. Και τα αμπέλια, με τον παραδοσιακό και οικολογικά ωφέλιμο χαρακτήρα τους, μπορούν να είναι στην πρώτη γραμμή αυτής της άμυνας.

Οφείλουμε, λοιπόν, να δούμε την αναγέννηση της υπαίθρου όχι απλώς ως νοσταλγία για το παρελθόν, αλλά ως αναγκαιότητα για ένα βιώσιμο μέλλον που να συνδυάζει την περιβαλλοντική προστασία με την παραγωγή, την ποιότητα ζωής με την καινοτομία, την παράδοση με τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Print Friendly, PDF & Email
Ετικέτες: , ,