Οι Αμερικανικές Εκλογές της 5ης Νοεμβρίου 2024 θεωρούνται ιδιαίτερα ιστορικές, για πολλούς λόγους. Το αποτέλεσμά τους, το οποίο ειρήσθω εν παρόδω, προκρινόταν να είναι οριακό και αμφίρροπο, τελικά δεν ήταν, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιτυγχάνει μια καθαρή, θριαμβευτική νίκη γενικά, κερδίζοντας και την λαϊκή ψήφο (σε αντίθεση με το 2016 για παράδειγμα), την ασφαλή του νίκη στο εκλεκτορικό σώμα αλλά και σε όλες τις πολιτείες – κλειδιά (swing states), διαρρηγνύοντας το «μπλε τείχος» των Δημοκρατικών.
Οι Ρεπουμπλικάνοι, πέραν της νίκης του υποψηφίου Προέδρου τους, νίκησαν και στις εκλογές της Γερουσίας και ως δείχνουν τα πράγματα μέχρι σήμερα και την Βουλή των Αντιπροσώπων. Αυτό, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ ελέγχεται επίσης από τους Ρεπουμπλικάνους μετά και τον διορισμό νέων δικαστών στο πλαίσιο της πρώτης θητείας του Τραμπ, σημαίνει ότι οι Ρεπουμπλικάνοι (ο Τραμπ ουσιαστικά) ελέγχουν όλα τα ανώτατα θεσμικά όργανα, που λειτουργούν ως θεσμικά αντίβαρα στο πλαίσιο αυτού που ονομάζεται checks and balances και αυτό είναι αξιοσημείωτο, καθιστώντας το έργο του νέου Προέδρου πολύ ευκολότερο και πλήρως συγκεντρωτικό.
Η προεκλογική του Τραμπ στηρίχθηκε ουσιαστικά σε δυο βασικούς άξονες, ήτοι της οικονομίας και της μετανάστευσης σε αντίθεση με διάφορα άλλα θέματα που έφερε στο προσκήνιο η Αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρρις, όπως είναι, για παράδειγμα, οι αμβλώσεις. Και εκ του αποτελέσματος διαφάνηκε ότι οι πολίτες επέλεξαν στη βάση αυτών των αξόνων, κυρίως της οικονομίας. Αν και οι δείκτες της Αμερικανικής οικονομίας είναι καλοί επί διακυβέρνησης Μπάιντεν, λαμβάνοντας μάλιστα τις επιπτώσεις της κρίσης της πανδημίας του κορονοϊού, οι δείκτες αυτοί δεν αντανακλώνται στην καθημερινότητα των απλών πολίτων, με την ακρίβεια να ενυπάρχει έντονα, την μείωση της αγοραστικής αξίας των μισθών, την αγορά κατοικίας κ.α.
Ο Τραμπ υποσχέθηκε ενίσχυση της αξίας της καθημερινότητας των πολιτών, με μείωση φόρων, για παράδειγμα αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων, την επιστροφή του προστατευτισμού για τα αμερικανικά προϊόντα και την επιβολή δασμών για εισαγωγές προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών και ασιατικών αγορών που θα εξισορροπήσουν τις μειώσεις των φόρων τόσο σε φυσικά όσο και σε νομικά πρόσωπα, γεγονός που επιζητούν ιδίως οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες. Σε αυτό το πλαίσιο ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στις δυνατότητες που δημιουργούνται έτι περισσότερο με την εκλογή του Τραμπ ως Προέδρου των ΗΠΑ στις εταιρείες καινοτομίας και τεχνολογίας που εκ των πραγμάτων έχουν έντονη αναπτυξιακή τάση στις ΗΠΑ λόγω και των κανονιστικών ζητημάτων που υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τις ΗΠΑ να είναι ηγέτιδα στον ιδιαίτερα σημαντικό τομέα αυτό, που αποτελεί ούτως ή άλλως το μέλλον.
Σε ένα άλλο πλαίσιο, η προσήλωση του Τραμπ στις παραδοσιακές πηγές ενέργειας (πετρέλαιο, άνθρακα, φυσικό αέριο) σημαίνει ότι θα υπάρξουν νέες αδειοδοτήσεις για εξορύξεις ορυκτών καυσίμων που προφανώς έχουν αρνητικές επιπτώσεις σε σχέση με την αντιμετώπιση των κλιματικών εκλογών, την ίδια ώρα που υποστηρίζει ένθερμα την ενίσχυση και ενδυνάμωση της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Ειδικότερα, σε σχέση με τις πολιτικές του Τραμπ για το κλίμα και την ενέργεια, αναλυτές και ακτιβιστές έχουν ήδη εκφράσει τις έντονές τους ανησυχίες για τις επιπτώσεις τους στην προσπάθεια περιορισμού των εκπομπών ρύπων στην ατμόσφαιρα, την ίδια στιγμή που αναγνωρίζεται, φυσικά, ότι οι εταιρείες καθαρής ενέργειας έχουν ήδη εδραιωθεί στο παγκόσμιο στερέωμα και οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι συγκεκριμένες και στοχοπροσηλωμένες προς την διαδικασία της απανθρακοποίησης αν και η μετάβαση προς νέες, καθαρές μορφές ενέργειας δεν κινείται με γρήγορους ρυθμούς ή με τους πραγματικούς ρυθμούς που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Αν και τα μηνύματα των αμερικανικών εκλογών είναι πολλά και ποικίλα, κλείνοντας, θα πρέπει να γίνει μνεία σε θέματα εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Ο Τραμπ θα προχωρήσει με οποιαδήποτε πολιτική που θα έχει πρωτίστως οικονομικό όφελος προς τις ΗΠΑ. Αυτό σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής έχει επιπτώσεις για το ΝΑΤΟ, για παράδειγμα, με τον Τραμπ να αναφέρει ότι δεν θα στηρίξει χώρες που δεν είναι συνεπείς προς τις οικονομικές τους υποχρεώσεις στον Οργανισμό. Επιπρόσθετα, προφανώς θα υπάρξουν εξελίξεις σε σχέση με την τεράστια οικονομική στήριξη που προσφέρουν οι ΗΠΑ προς την Ουκρανία και εκεί θα πρέπει να αναμένουμε πως η πολιτική του Τραμπ θα προσαρμοστεί στα σημερινά δεδομένα. Παράλληλα, δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η έτι περισσότερη στήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ, με ό,τι και αν αυτό συνεπάγεται για τα ζητήματα που αφορούν στις εξελίξεις στην Μέση Ανατολή.
Εν κατακλείδι, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής γυρίζουν, από την 20η Ιανουαρίου 2025 οπόταν και θα ορκιστεί ο 47ος Πρόεδρος τους, μια νέα σελίδα που επί του παρόντος δεν μπορεί επακριβώς να προβλεφθεί ή να οριοθετηθεί πέραν των δηλώσεων του Ντόναλντ Τραμπ. Θα πρέπει να αναμένουμε επί του πρακτέου την μετουσίωσή τους σε πράξεις.