Τις διαχρονικές διακρίσεις και τις συνεχιζόμενες προκλήσεις για τις γυναίκες στην εργασία και την κοινωνία παρουσίασε η Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Στυλιανού Λοττίδη, μιλώντας στην εκδήλωση που διοργάνωσε η Αστυνομία Κύπρου, τιμώντας τις γυναίκες της Αστυνομίας.
Σημειώνοντας ότι υπάρχει χάσμα μεταξύ του νομοθετικού πλαισίου και της ορθής εφαρμογής του, η κ. Λοττίδου ανέφερε ότι διατηρούνται ακόμη σημαντικές έμφυλες ανισότητες, όπως, το χάσμα αμοιβών και συντάξεων, περισσότερη μη αμειβόμενη εργασία στο σπίτι, η υποεκπροσώπηση στην πολιτική, η έμφυλη βία και ενδοοικογενειακή βία, το trafficking, η σεξουαλική εκμετάλλευση, η παρενόχληση, ο μεγαλύτερος αντίκτυπος των κρίσεων πάνω στις γυναίκες, ενώ έχουν περισσότερη ανάγκη εξισορρόπησης προσωπικής και επαγγελματικής ζωής.
Η Επίτροπος σημείωσε ότι, παρά την κύρωση από την Κυπριακή Δημοκρατία της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, εξακολουθούν να καταγράφονται κενά και αδυναμίες σε διάφορα ζητήματα, στα οποία χρειάζεται να ληφθεί άμεση δράση από το κράτος. Σε αυτά περιλαμβάνεται η απουσία κέντρου αναφοράς για θύματα βιασμού ή σεξουαλικής βίας, το οποίο να παρέχει ολιστική και ολοκληρωμένη υποστήριξη στα θύματα σεξουαλικής βίας/βιασμού, η ανυπαρξία κεντρικής βάσης δεδομένων για όλες τις μορφές βίας κατά των γυναικών, η ανεπαρκής συλλογή στατιστικών στοιχείων, η ελλιπής καταγραφή περιστατικών βίας κατά των γυναικών από πλευράς της αστυνομίας και η μη ικανοποιητική συνεκτίμηση του παράγοντα «φύλο» στα πλαίσια της εξέτασης αιτήσεων ασύλου και των συνθηκών διαμονής των αιτητριών ασύλου, καθώς και επιμέρους ζητήματα που άπτονται της ποινικής διερεύνησης των περιστατικών και του τρόπου απονομής της δικαιοσύνης.
Παρουσιάζοντας παραδείγματα παραπόνων που χειρίστηκε το Γραφείο της, η Επίτροπος έδειξε τον βαθμό στον οποίο οι διακρίσεις κατά των γυναικών εξακολουθούν να υφίστανται και υπογράμμισε τις συστάσεις του γραφείου της για αυτά τα θέματα.
Σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας
———————————
Η παρενόχληση και σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, συνιστά μορφή έμφυλης βίας, παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διάκριση λόγω φύλου, ανέφερε η κ. Λοττίδου, σημειώνοντας ότι στην κυπριακή νομοθεσία είναι ξεκάθαρη η υποχρέωση κάθε εργοδότη να λαμβάνει πρόσφορα και έγκαιρα μέτρα για την αποτροπή της σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας. Παράλληλα, η εισαγωγή και λήψη μέτρων για την εφαρμογή Κώδικα Συμπεριφοράς συνιστά τεκμήριο συμμόρφωσης προς την υποχρέωση αυτή.
Ως εκ τούτου, κρίθηκε αναγκαία η εισαγωγή ενός τέτοιου Κώδικα στην Δημόσια Υπηρεσία, ανέφερε, ο οποίος εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο τον Ιούλιο 2018. Στη συνέχεια, αντίστοιχοι κώδικες υιοθετήθηκαν από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ΣΕΚ και ΠΕΟ και την ΟΕΒ και ΚΕΒΕ και πλέον αποτελούν μέρος των συλλογικών εργατικών συμβάσεων που υπογράφονται στον ιδιωτικό τομέα.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε η Επίτροπος, ο μεγαλύτερος αριθμός παραπόνων για παρενόχληση στην εργασία ή σεξουαλική παρενόχληση υποβλήθηκε από γυναίκες, με ποσοστό 80% έναντι των παραπόνων που υποβλήθηκαν από άντρες. Το 90% των παραπόνων που διερευνήθηκαν, αφορούσαν τον δημόσιο τομέα, κάτι που οφείλεται, κυρίως, στον φόβο που διακατέχει τα άτομα που εργάζονται σε ιδιωτικούς οργανισμούς, σχετικά με την πιθανότητα να απωλέσουν την εργασία τους ή να αντιμετωπίσουν τυχόν δυσμενείς συνέπειες εξαιτίας της καταγγελίας περιστατικού παρενόχλησης, ανέφερε.
Οι εισηγήσεις του γραφείου της Επιτρόπου για το θέμα συμπεριλαμβάνουν την άμεση υιοθέτηση του Κώδικα Πρακτικής από κάθε δημόσια αρχή, οργανισμό, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου , την άμεση σύσταση Επιτροπών και Λειτουργών Ισότητας, τη λήψη από κάθε εργοδότη κάθε πρόσφορου μέτρου για την πρόληψη, αντιμετώπιση, παύση, μη επανάληψη και άρση των συνεπειών κάθε παρενόχλησης και σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, αφού τέτοια παράλειψη τον καθιστά «συνυπεύθυνο εις ολόκληρον» για τις ενέργειες ή πράξεις των εργαζομένων του που συνιστούν σεξουαλική παρενόχληση.
Επιπλέον, κάλεσε το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, να εξετάσει το ενδεχόμενο τροποποίησης της υφιστάμενης νομοθεσίας, αναγνωρίζοντας ότι σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να σημειωθεί και από τρίτα πρόσωπα, που δεν εμπίπτουν στον ορισμό του εργαζόμενου.
Τέλος, «απαραίτητη είναι η συνεχής εκπαίδευση και επιμόρφωση εργαζομένων και εργοδοτών για να διασφαλίζουν την προστασία των θυμάτων και να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τέτοιες συμπεριφορές», ανέφερε.
Οικιακές εργαζόμενες
———————–
Η Επίτροπος παρουσίασε τα ευρήματα έρευνας που πραγματοποιήθηκε το 2020, όπου διαπιστώθηκε ότι οι οικιακές εργαζόμενες στην Κύπρο δουλεύουν κατά μέσο όρο 58 ώρες την εβδομάδα, 40% περισσότερο από τις 42 ώρες που προνοεί η σύμβαση εργασίας, ενώ 1 στις 5 δηλώνει ότι δουλεύει πέραν των 70 ωρών την εβδομάδα. Το 32% δεν πληρώνονται πάντα ή δεν πληρώνονται πάντα τον μισθό που τους έχει υποσχεθεί, ενώ το 75% των οικιακών εργαζομένων δήλωσαν ότι δεν θα έκαναν καταγγελία στην αστυνομία σε περίπτωση που ήταν θύματα σωματικής βίας.
Επιπλέον, όταν ρωτηθήκαν εάν πληρώνονται υπερωρίες, μόνο το 7% των οικιακών εργαζομένων απάντησαν καταφατικά, 35% δήλωσαν ότι δεν πληρώνονται υπερωρίες και 58% ότι δεν γνωρίζουν τις ώρες εργασίας που προνοεί η σύμβαση εργασίας. Εξάλλου, μόνο το ένα τρίτο των οικιακών εργαζομένων καθαρίζει μόνο ένα σπίτι, ενώ οι μισές εργαζόμενες καθαρίζουν δύο σπίτια και οι υπόλοιπες τρία, 79% εκείνων που καθαρίζουν πέραν του ενός σπιτιού, δουλεύουν σε σπίτια που τους υπέδειξε ο εργοδότης τους.
Ακόμα, το 40% των οικιακών εργαζομένων δεν θα έκαναν παράπονο στον εργοδότη τους, εάν δεν ήταν ικανοποιημένες με κάποιες από τις απαιτήσεις του, ενώ το 37% δεν έχουν επισκεφτεί ποτέ γιατρό κατά τη διάρκεια της διαμονής τους στην Κύπρο και για το 48% όταν πρέπει να πάνε στο γιατρό, αυτό γίνεται μέσω του εργοδότη τους. Επίσης το 56% των οικιακών εργαζομένων δεν σταματούν να δουλεύουν σε περίπτωση ασθένειας.
«Με βάση τα πιο πάνω πολύ σημαντικά και τρομακτικά ευρήματα, προβήκαμε σε εισηγήσεις που αφορούν την επικύρωση της Σύμβασης της για τα Δικαιώματα των Οικιακών Εργαζομένων, τη μεταβίβαση ευθύνης για τις οικιακές εργαζόμενες από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης στο Υπουργείο Εργασίας, περαιτέρω βελτιώσεις στη σύμβαση εργασίας, καλύτερη ενημέρωση των οικιακών εργαζομένων σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και αποφασιστική αντιμετώπιση της κακοποίησης και της βίας κατά των οικιακών εργαζομένων», ανέφερε η κ. Λοττίδου.
Εργαζόμενες μητέρες παιδιών με αναπηρίες
———————————————–
Οι αυξημένες υποχρεώσεις φροντίδας που έχουν οι μητέρες παιδιών με αναπηρίες δεν αντιμετωπίζονται πάντα με ομοιόμορφο τρόπο με τη δέουσα σημασία και δεν οδηγούν στην παραχώρηση διευθετήσεων που είναι κατάλληλες και απαραίτητες για τη φροντίδα των παιδιών με αναπηρίες, διαπίστωσε η Επίτροπος, μετά από διερεύνηση σχετικών παραπόνων.
Σημείωσε ότι τον Δεκέμβρη του 2022 ψηφίστηκε ο περί Αδειών και Ευέλικτων Ρυθμίσεων Εργασίας για την Ισορροπία μεταξύ Επαγγελματικής και Ιδιωτικής Ζωής Νόμος του 2022, με σκοπό την εξισορρόπηση/συμφιλίωση της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή για τους εργαζόμενους γονείς ή φροντιστές, μέσω θέσπισης ατομικών δικαιωμάτων και ειδικότερα, μέσω της χορήγησης δικαιωμάτων σε άδεια πατρότητας, γονική άδεια, άδεια φροντίδας και απουσία από την εργασία για λόγους ανωτέρας βίας και ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας για τους.
«Πλέον αποτελεί νομική υποχρέωση κάθε εργοδότη να εξετάζει τα αιτήματα των εργαζομένων γονέων ή φροντιστών ατόμων με αναπηρίες ή άλλων ατόμων που έχουν ανάγκη σημαντικής φροντίδας και να τοποθετείται συγκεκριμένα επί τούτων, αφού πρώτα λάβει υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων», σημείωσε.
Η Επίτροπος αναφέρθηκε και σε επιμέρους παράπονα που δέχτηκε το γραφείο της, όπως τη δυσμενή διάκριση εις βάρος γυναικών υπαξιωματικών, τη διάκριση εγκύου που δεν είχε πρόσβαση σε εξετάσεις για πρόσληψη, καθώς πλησίαζε η ημερομηνία τοκετού της, τους εκ μητρογονίας πρόσφυγες που στερήθηκαν στεγαστικής βοήθειας εξαιτίας της καθυστέρησης αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα εκ μητρογονίας.
Μέσα από τα παραδείγματα και τις συστάσεις του Γραφείου της, η Επίτροπος ανέδειξε τις πολλές διαστάσεις στις οποίες οι διακρίσεις εις βάρος των γυναικών εξακολουθούν να υφίστανται, καθώς και τρόπους και πρακτικές αντιμετώπισής τους.
πηγή: ΚΥΠΕ