Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ. Γιώργος Σαββίδης, συνοδευόμενος από τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ. Σάββα Αγγελίδη, παρουσίασε σήμερα ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού, τον Προϋπολογισμό της Νομικής Υπηρεσίας για το 2022.
Σε δηλώσεις του μετά από το πέρας της συνεδρίας της Επιτροπής, ο κ. Σαββίδης εξέφρασε ευαρέσκεια για την εκτίμηση που το έργο της Νομικής Υπηρεσίας εισπράττει, ως αυτή καταγράφηκε στις τοποθετήσεις όλων των βουλευτών, από όλα τα Κόμματα που συμμετείχαν στη συνεδρία, αλλά και για τις υποσχέσεις που δόθηκαν από όλα τα Κόμματα για στήριξη της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη στη Νομική Υπηρεσία.
Όπως ο Γενικός Εισαγγελέας ανέφερε:
«Είναι με μεγάλη χαρά που, τόσο εγώ όσο και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, παρουσιαστήκαμε σήμερα ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού και παρουσιάσαμε το σημείωμά μας για τον Προϋπολογισμό της Νομικής Υπηρεσίας για το 2022.
Είχαμε την ευκαιρία να εκφράσουμε το όραμά μας, τις πολύ σοβαρές αλλαγές που έχουμε επιφέρει στην προσπάθειά μας για μεταρρύθμιση, για τεχνολογική αναβάθμιση, για διοικητική βελτίωση αλλά και για την ποιοτική βελτίωση των υπηρεσιών που προσφέρουμε ως Νομική Υπηρεσία. Είναι τεράστιο το εύρος των αρμοδιοτήτων της Νομικής Υπηρεσίας και έχουμε ένα πολύ συγκεκριμένο όραμα, το οποίο αναλύσαμε και παρουσιάζεται στο σημείωμά μας.
Είχα επίσης τη χαρά να απαντήσω σε ερωτήσεις βουλευτών από όλα τα Κόμματα και πρέπει να εκφράσω την ευαρέσκειά μου, τόσο για την εκτίμηση που διέγνωσα προς το έργο που επιτελείται στη Νομική Υπηρεσία όσο και για τις υποσχέσεις που δόθηκαν από όλους τους βουλευτές όλων των Κόμματων, ότι θα είναι δίπλα στις προσπάθειές μας για ποιοτική αναβάθμιση της Νομικής Υπηρεσίας. Μια ποιοτική αναβάθμιση που οπωσδήποτε θα έχει θετικό αντίκτυπο και στην πρόοδο των διαφόρων νομοσχεδίων που τυγχάνουν νομοτεχνικού ελέγχου από το Γραφείο μας, αλλά και σε όλες τις άλλες εκφάνσεις του πολυσχιδούς έργου της Νομικής Υπηρεσίας.»
Απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων και κληθείς να σχολιάσει ότι «υπάρχει στην ατμόσφαιρα αιωρούμενη η αίσθηση της ανυπαρξίας τιμωρίας και σε σχέση με την υπόθεση για τον Συνεργατισμό και με διάφορα θέματα που αναφύονται, όπως η υπόθεση με το ‘βαν’», ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας απάντησε:
«Το πρώτο πράγμα που πρέπει να πω είναι ότι έχουμε πλήρη συναίσθηση του δίκαιου θυμού, της αγανάκτησης και της προσδοκίας που ο μέσος πολίτης έχει για να δει να οδηγούνται αξιόποινες πράξεις ενώπιον των Δικαστηρίων.
Το δεύτερο που έχω να πω είναι ότι, είναι εύκολο να θέλεις να οδηγηθούν υποθέσεις στο Δικαστήριο, αλλά πολύ δύσκολο να στοιχειοθετήσεις προσεκτικά και σωστά τις υποθέσεις στο Δικαστήριο.
Το τρίτο είναι ότι η δουλειά μας, σε συνεργασία πάντοτε με την Αστυνομία, θα πρέπει να γίνεται μεθοδικά, προσεκτικά και μακριά από λαϊκισμούς και λαϊκά δικαστήρια. Το έχω τονίσει στο παρελθόν, θα το πω και σήμερα: Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, γιατί ένα λάθος βήμα στη διάρκεια της διερεύνησης μπορεί να οδηγήσει στο να ‘πέσει’ εντελώς η υπόθεση στο Δικαστήριο. Σκοπός και επιδίωξή μας είναι να οδηγήσουμε υπόπτους στα ποινικά δικαστήρια, όχι στα λαϊκά δικαστήρια. Πρέπει να αντιληφθούμε –και ζητώ την κατανόηση των πολιτών, όπως την ίδια κατανόηση ζήτησα και από τη Βουλή– ότι πολλές φορές, η διερεύνηση ενός σοβαρού ποινικού αδικήματος, ιδίως εάν το ποινικό αυτό αδίκημα εμπεριέχει και στοιχεία από άλλες χώρες που χρειάζεται να εξασφαλιστούν με την ορθή διαδικασία, απαιτεί υπομονή για να μπορέσουν να γίνουν σωστά και μεθοδικά οι έρευνες, και πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να δούμε τα αποτελέσματα, αλλά ίσως να μην είναι τόσο γρήγορα όσο όλοι μας θα θέλαμε.»
Ερωτηθείς τέλος κατά πόσον ο ίδιος αισθάνεται προβληματισμένος από το γεγονός ότι εκκρεμούν πάρα πολλές παλιές υποθέσεις ενώπιον των Δικαστηρίων αλλά και για τις πεπαλαιωμένες εγκαταστάσεις του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ο Γενικός Εισαγγελέας είπε ότι τα θέματα αυτά αφορούν μόνο εμμέσως την Νομική Υπηρεσία, καθότι κανένα από αυτά τα θέματα δεν εμπίπτει στο πλαίσιο ευθύνης ή αρμοδιότητας της Νομικής Υπηρεσίας.
Ανέφερε σχετικά πως «το ότι υπάρχουν φοβερές καθυστερήσεις στην εκδίκαση των υποθέσεων είναι μια παθογένεια του δικαστικού μας συστήματος και είναι κάτι που η Πολιτεία προσπαθεί να λύσει μέσω της μεταρρύθμισης, η οποία εκκρεμεί εδώ και κάποια χρόνια. Ελπίζω ότι αυτή τη φορά η μεταρρύθμιση θα προχωρήσει, γιατί τώρα είναι η ώρα για να προχωρήσει ώστε να μπορέσει να βελτιωθεί η ταχύτητα εκδίκασης υποθέσεων. Το έχω πει πολλές φορές ότι θεωρώ πως η ποιότητα του δικαστικού του συστήματος, η εντιμότητα, η αμεροληψία, γενικά το αδιάβλητο της δικαστικής διαδικασίας είναι πράγματα για τα οποία πρέπει να είμαστε υπερήφανοι, και είμαστε υπερήφανοι. Αυτό που μας παίρνει πίσω είναι αυτή η σοβαρή καθυστέρηση των υποθέσεων στα Δικαστήρια. Και καλώ με την ευκαιρία αυτή τα Κόμματα: ότι είχαν όλοι να συζητήσουν ειπώθηκε και τώρα το θέμα εκκρεμεί ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής ώστε να τελειώνει επιτέλους, να εισαχθεί η μεταρρύθμιση και να δούμε καλύτερες μέρες για να μην έχουμε καθυστερήσεις.
Το γιατί υπάρχουν καθυστερήσεις και τι μπορεί να γίνει με το υφιστάμενο σύστημα, είναι θέμα της Δικαστικής Εξουσίας.
Όσον αφορά στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, συμφωνώ απόλυτα ότι οι εγκαταστάσεις είναι απαράδεκτες. Πάλι αυτό δεν είναι θέμα της Νομικής Υπηρεσίας και η Νομική Υπηρεσία υποφέρει με τον ίδιο τρόπο που υποφέρουν όλοι οι διάδικοι που εμφανίζονται στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Ήμουν παρών σε σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την περασμένη εβδομάδα, στην οποία συζητήθηκε το θέμα αυτό, λήφθηκαν αποφάσεις και τροχοδρομήθηκαν λύσεις για να κτιστεί το νέο Επαρχιακό Δικαστήριο. Αρμόδιος όμως για να σας εξηγήσει αυτά τα θέματα είναι ο Υπουργός Μεταφορών και η Υπουργός Δικαιοσύνης.»
Πηγή: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών