Ο Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου Τεύκρος Οικονόμου, δανείστηκε τον τίτλο από το ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη «Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική» και ετοίμασε ένα σύντομο οδηγό για την ορθή χρήση της ελληνικής γλώσσας, καθώς έχει παρατηρήσει ορισμένα κοινά λάθη στη χρήση της γλώσσας που γίνονται συχνά στις αίθουσες του δικαστηρίου.
Διαβάστε το σημείωμα του κ. Οικονόμου :
“Δεν είμαι ειδικός. Έχω μόνο την κοινή γνώση της ελληνικής και μακρά πείρα στη χρήση της, στα δικαστήρια. Υπό τέτοια ιδιότητα, δεν παύω να έχω έγνοια για την ορθή χρήση της γλώσσας μας, που, εν προκειμένω, δεν αποτελεί απλώς μέσo επικοινωνίας, αλλά και νομικό εργαλείο. Άλλωστε, δεν είναι μόνο ζήτημα γραμματικής. Οι λέξεις έχουν το δικό τους «μερτικό» στην πορεία της ιστορίας του τόπου μας. Με αυτές τις σκέψεις, έχω συγκεντρώσει κάποια κοινά λάθη στην χρήση της γλώσσας, παραπέμποντας βεβαίως σε εμπειρογνωμοσύνη ειδικού. Ελπίζω η μικρή αυτή προσπάθεια να είναι χρήσιμη.”
«Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική…» :
1. Αμέσως – Άμεσα
Όπως παρατηρεί ο Μπαμπινιώτης στο λεξικό του σελ. 138, η χρήση του άμεσα σε όλες τις περιπτώσεις αντί του αμέσως είναι εσφαλμένη. Το άμεσα είναι το αντίθετο του έμμεσα και σημαίνει «απευθείας, χωρίς τη μεσολάβηση κανενός». Το αμέσως είναι χρονικό επίρρημα που σημαίνει: χωρίς μεσολάβηση χρονικού διαστήματος/αυτοστιγμεί/ πάραυτα.
Η λανθασμένη χρήση του άμεσα αφαιρεί από την πρόταση την ουσία που κανονικά θέλει να μεταδώσει, δηλαδή την έννοια της άμεσης, τώρα, δράσης. Η πρόταση «θα φροντίσω αμέσως» σημαίνει «θα φροντίσω τώρα/πάραυτα/παραχρήμα/στη στιγμή» και συνεπάγεται δέσμευση περί τούτου. Η πρόταση «θα φροντίσω άμεσα» δεν έχει νόημα προκειμένου για προσδιορισμό χρόνου και δεν δημιουργεί (ηθική ή άλλη) δέσμευση, εξ ου ενδεχομένως και η κατάχρηση στον καθημερινό λόγο.
Ιδιαίτερη σημασία ανακύπτει στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα και καθορίζει τον χρόνο συμμόρφωσης αναφερόμενο στον όρο «άμεσα», αντί του χρονικού επιρρήματος «αμέσως» που στην πραγματικότητα έχει κατά νου.
2. Απλώς – Απλά
Από εσφαλμένη και πάλιν αντίληψη της έννοιας της δημοτικής χρησιμοποιείται το επίρρημα απλά αντί του απλώς. Όπως εξηγεί ο Μπαμπινιώτης (σελ. 239) «οι δύο τύποι διαφέρουν σημασιολογικά: απλά σημαίνει «με απλό τρόπο, με απλότητα» ενώ απλώς σημαίνει «μόνο». Παράδειγμα: Μίλα απλά να σε καταλαβαίνουν όλοι – Χρειάζεται απλώς ένα πιστοποιητικό από τη νομαρχία».
Πέραν του λάθους, τίθεται, κατά την ταπεινή μου άποψη και θέμα αισθητικής της γλώσσας, προκειμένου, ιδιαίτερα, περί δικαστικού λόγου.
3. Αδιακρίτως – Αδιάκριτα (σελ. 70)
Αδιακρίτως σημαίνει «ανεξαρτήτως, χωρίς να γίνεται διάκριση».
Αδιάκριτα σημαίνει «χωρίς διακριτικότητα, χωρίς λεπτότητα».
Οι δικαστές δικάζουν αδιακρίτως.
Οι δικαστές δικάζουν αδιάκριτα.
Οι δικαστές στην Liversidge v. Anderson [1942] A.C. 206 που δικάζουν αδιακρίτως προσώπων («judges are no respecters of persons») είναι τελικά απροσωπόληπτοι ή αγενείς;
4. Εκτάκτως – Έκτακτα (σελ. 583)
Εκτάκτως σημαίνει «ξαφνικά, απροσδόκητα».
Έκτακτα σημαίνει «έξοχα, υπέροχα».
Εισήχθη έκτακτα στο χειρουργείο όπου απεβίωσε. (Ο θάνατος ήταν τελικά υπέροχος και έξοχος, ή ξαφνικός;)
Δίκασα την υπόθεση αυτή έκτακτα λόγω της απουσίας του αδελφού δικαστή (αλλά δεν δίκασα καθόλου έξοχα και υπέροχα) διότι στην πραγματικότητα δίκασα εκτάκτως.
5. Προηγούμενα – προηγουμένως κτλ (σελ. 1495)
Ιδίως.
Ορισμένως.
Συγχρόνως.
Προδήλως.
Εξωδίκως.
Επομένως.
6. «Καμία ένσταση προβλήθηκε»
Πιο πρόσφατα παρατηρείται η χρήση φράσεων όπως καμία ένσταση, προβλήθηκε, αντί του ορθού από γραμματικής, φωνητικής και αισθητικής απόψεως ουδεμία ένσταση προβλήθηκε ή καμία ένσταση δεν προβλήθηκε.
Υπάρχει η εσφαλμένη αντίληψη πως ο συνδυασμός των λέξεων καμία+δεν, συνιστά δυο αρνήσεις και άρα κατάφαση.
Οι λέξεις κανείς/καμία/κανένα προέκυψαν εκ της μεσαιωνικής φράσης κάν είς/κάν μία/κάν ένα (Μπαμπινιώτης σελ. 830), που σημαίνει τουλάχιστον ένας/τουλάχιστον μία/τουλάχιστον ένα. Λ.χ. «Έχω παράπονο γιατί δεν ήλθε καν ένας φίλος να με δει», δηλαδή «δεν ήλθε τουλάχιστον ένας φίλος μου».
Οι λέξεις ουδείς, ουδεμία, ουδέν προέρχονται από την αρχαία φράση ουδέ + είς, μια, εν.Από του ουδέτερο ουδέ + εν (ουδέν) έχει προέλθει το αρνητικό μόριο δεν (Μπαμπινιώτης σελ. 1285).Συνεπώςοι λέξεις αυτές εμπεριέχουν ήδη την άρνηση (ουδέ).
Οι προηγούμενες λέξεις (κανείς/καμία/κανένα) δεν εμπεριέχουν την άρνηση, δεν εμπεριέχουν το ουδέ γι’ αυτό και χρειάζονται το ουδέ, δηλαδή το δεν.
Πέραν της ορθότητας, υπεισέρχεται και πάλιν η φωνητική αισθητική. Φανταστείτε τον εξής καθημερινό διάλογο μεταξύ συζύγων στο σπίτι:
– Ποιους είδες σήμερα Τάκη μου;
– Κανένα είδα αγάπη μου.
– Μα δεν είδες τον Γιώργο;
– Αφού σου λέω, κανένα είδα.
Γιατί αυτό μας φαίνεται παράδοξο, ενώ το «καμία ένσταση προβλήθηκε» μας φαίνεται ορθό και λόγιο;
7. Ο δρ, του δρος, το δρα
Η λέξη δόκτωρ έχει ως συντομογραφία της τα γράμματα δρ. Το δρ δεν χρειάζεται τελεία γιατί δεν είναι συγκοπτόμενη λέξη. Δεν αποκόπτονται γράμματα από το τέλος της, αλλά αφαιρούνται γράμματα από το μέσο της. Αντίθετα, ορθά γράφουμε ο κ. Τάδε γιατί αποκόπτονται γράμματα από τη λέξη κύριος.
Εφόσον δε, δεν αποκόπτεται η λέξη, συνεχίζει να κλίνεται. Έτσι το ορθό είναι ο δρ Τάδε, του δρος Τάδε, τον δρα Τάδε.
8. Η περιττή απόστροφος
Οι φράσεις εξ’ ακοής, εξ’ ου, εν’ αναμονή κλπ είναι λανθασμένες γιατί απόστροφος χρειάζεται στις περιπτώσεις εκείνες που παραλείπεται ένα γράμμα χάριν ευφωνίας, για να αποφεύγεται η χασμωδία που προκαλείται από την άμεση ακολουθία δύο φωνηέντων. Παραπέμπω και πάλιν στα σχετικά παραδείγματα του Μπαμπινιώτη σελ. 687: το άφησε Þ τ’ άφησε (έκθλιψη), του έδωσε Þ του ‘δωσε (αφαίρεση).
9. Ως – σαν (σελ. 2029)
Ο κ. Ιωάννου έδωσε μαρτυρία «ως εμπειρογνώμονας» και όχι «σαν εμπειρογνώμονας», αν όντως είναι εμπειρογνώμονας.
10. «Τροχιοδρόμηση» ή τροχοδρόμηση
Κάποτε χρησιμοποιείται η λέξη «τροχιοδρόμηση» ή τροχοδρόμηση για να γίνει αναφορά στην υλοποίηση ενός προγράμματος ή σκοπού που αρχίζει να υλοποιείται. Όμως, λέξη «τροχιοδρόμηση» δεν υπάρχει. Υπάρχει σχετικά μόνο η λέξη τροχιόδρομος που σημαίνει τραμ (tramway). Η δε λέξη τροχοδρόμηση αναφέρεται στην κίνηση αεροσκάφους με τους τροχούς του στο έδαφος κατά την απογείωση και την προσγείωση του (βλ. Μπαμπινιώτης, σελ. 1980). Η έννοια της έναρξης υλοποίησης κάποιου σκοπού ή προγράμματος αποδίδεται με τη λέξη «δρομολόγηση» (βλ. Μπαμπινιώτης, σελ. 605).
11. Θύτης και Θύμα
Έχει πλέον κυριαρχήσει στα μέσα μαζικής ενημέρωσης η χρήση του όρου «θύτης» σε αντιδιαστολή προς το θύμα, αντί του όρου δράστης που για τόσα χρόνια δεν παρουσίαζε κανένα πρόβλημα. Όμως η πρωταρχική έννοια του όρου «θύτης» αναφέρεται στο πρόσωπο που προσφέρει θυσία. Αποκτά, έτσι, ένα τελετουργικό ή και ιερουργικό περιεχόμενο που δεν συνάδει με τους δράστες εγκλημάτων. Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για τον «θύτη του βιασμού» ή τον «θύτη της αιμομιξίας»!
12. Ο εκτελεστής
Στα μέσα μαζικής ενημέρωσης επίσης, όταν παρουσιάζονται ειδήσεις για φόνους, ιδιαίτερα σε στυλ μαφίας, χρησιμοποιούνται οι όροι «εκτέλεση» και «εκτελεστής» αντί του όρου «φόνος» και «δράστης του φόνου». Η «εκτέλεση» όμως, όπως η ίδια η λέξη υποδηλώνει, είχε το νόημα της εκτέλεσης μιας θανατικής ποινής. Ήταν συνεπώς νόμιμη και ενείχε το στοιχείο της δίκαιης τιμωρίας. Η χρήση της συνεπώς σήμερα για φόνους, δεν είναι μόνο νοηματικά εσφαλμένη, αλλά τείνει να μειώσει και τη φοβερή απαξία που μεταδίδει ο φόνος ως το μέγιστο έγκλημα.
13. Διάφορα
- Καταχώριση και όχι καταχώρηση. (σελ. 870)
- Εν πάση περιπτώσει και όχι η αδόκιμη μεταφορά του στη δημοτική «σε κάθε περίπτωση», ως εάν οτιδήποτε προέρχεται από την καθαρεύουσα να πρέπει οπωσδήποτε να εξαφανιστεί.
- Επί τη βάσει και όχι επί τη βάση.
- Εν σχέσει και όχι εν σχέση.
- Πρόσφατα ακούστηκε και η φράση «έκτισε την ποινή του» για να αποφευχθεί ως «καθαρευουσιάνικο μίασμα» το «εξέτισε την ποινή του».