Η Αστυνομία να βρει άλλους, νόμιμους τρόπους, να κάνει τη δουλειά της, λέει στο ΚΥΠΕ ο Χρίστος Κληρίδης

H Αστυνομία θα πρέπει να βρει άλλους, νόμιμους τρόπους να κάνει τη δουλειά της, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, Χρίστος Κληρίδης, κληθείς να σχολιάσει την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα.

Ο κ. Κληρίδης παρατήρησε ότι και από προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σχέση, με θέματα που αφορούν την προστασία της ιδιωτικής ζωής και του απορρήτου της επικοινωνίας καταδείχθηκε μια τάση του Δικαστηρίου να γέρνει την πλάστιγγα υπέρ της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων.

Πρόσθεσε πως “εκεί που θα υπάρξει παρέκκλιση για λόγους που να δικαιολογούνται, με βάση τις πρόνοιες του Συντάγματος, θα πρέπει οι σχετικές πρόνοιες της νομοθεσίας και των παρεκκλίσεων να είναι σαφέστατες και να μην αφήνουν περιθώρια ερμηνευτικής διεύρυνσής τους από οποιονδήποτε δικαστήριο ή τους διαδίκους”.

Συνεπώς, παρόλο ότι ήταν με ισχνή πλειοψηφία που κρίθηκε το θέμα, είναι προς επίρρωση της τάσης αυτής του δικαστηρίου, ανέφερε.

Ερωτηθείς για τις συνέπειες της απόφασης αυτής, ο κ. Κληρίδης είπε πως για υποθέσεις οι οποίες εκδικάστηκαν το θέμα έχει τελεσιδικήσει “και δεν υπάρχει νομίζω δυνατότητα αναθεώρησης των αποφάσεων αυτών γιατί δεν έχουμε στην ποινική δικονομία μας πρόνοια για αναψηλάφηση δικαστικών υποθέσεων. Είναι κάτι το οποίο η δικαστηριακή μεταρρύθμιση θα εισάξει στο δίκαιο μας ίσως για πρώτη φορά”, ανέφερε.

Πρόσθεσε πως “οι συνέπειες είναι ότι οποιαδήποτε μαρτυρία, είτε σε εκκρεμούσες υποθέσεις που καταχωρήθηκαν, είτε σε υποθέσεις που η Αστυνομία σκοπεύει να καταχωρήσει, η οποία θα προσκρούει στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν θα μπορεί αυτή να είναι δεκτή”.

Τώρα, ανέφερε, “η Αστυνομία θα πρέπει να φροντίσει να αποδείξει  την υπόθεσή της με διαφορετικό τρόπο, με άλλα αποδεικτικά μέσα, αν πιστεύει και επιμένει στην προώθησή της.

Απαντώντας σε ερώτηση, ο κ. Κληρίδης είπε πως “δεν μπορώ να πω ότι δυσκολεύεται το έργο της Αστυνομίας, διότι βάζουμε στο ισοζύγιο τα ατομικά δικαιώματα μαζί με τα δικαιώματα του δημοσίου συμφέροντος. Εδώ η πλάστιγγα κλείνει υπέρ της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων. Άρα η Αστυνομία να κάνει τη δουλειά της με άλλο τρόπο”, ανέφερε.

Σε παρατήρηση ότι αφαιρείται από την Αστυνομία ένα μέσο που είχε στα χέρια της, ο κ. Κληρίδης απάντησε πως “το μέσο φαίνεται ότι δεν ήταν σωστό. Ήταν παράνομο. Άρα δεν μπορώ να πω ότι δένονται τα χέρια της Αστυνομίας από τη στιγμή που χρησιμοποιείτο ένα μέσο που δεν ήταν νόμιμο. Άρα η Αστυνομία θα πρέπει να βρει άλλους, νόμιμους τρόπους να κάνει τη δουλειά της”, κατέληξε.

Απόφαση Ανωτάτου
————————————
Με βάση την απόφαση του Ανωτάτου, η διατήρηση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των πολιτών από τους παρόχους, είναι αντίθετη με την Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που αφορά στα προσωπικά δεδομένα.

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρεται, μεταξύ άλλων, πως “είναι φανερή η επιδίωξη του νομοθέτη να διασφαλίσει το σύστημα διατήρησης δεδομένων και πρόσβασης σε αυτά από καταχρήσεις”.

“Δεν αγνοούμε ωστόσο, ότι σε σχέση με το θέμα της διατήρησης των δεδομένων δυνάμει του Νόμου, απουσιάζουν οι απαιτούμενοι ρητώς περιορισμοί με την έννοια της στόχευσης συγκεκριμένων ομάδων ατόμων ή τοποθεσιών κ.ο.κ.”, αναφέρεται.

Σημειώνεται, εξάλλου, πως η εκτίμηση της εγκυρότητας ενός μέτρου, το οποίο, ενώ επηρεάζει δικαιώματα, μπορεί να δικαιολογείται στο πλαίσιο της επιδίωξης κάποιου νόμιμου σκοπού, όπως η καταστολή του σοβαρού εγκλήματος, απολήγει, τελικά, σε ζήτημα αναλογικότητας. Το μέτρο, δηλαδή, δεν πρέπει να εκπίπτει των ορίων του απολύτως αναγκαίου για την επίτευξη του νομίμως επιδιωκόμενου σκοπού της νομοθεσίας. Η στοχευμένη διατήρηση δεδομένων σε αυτό φαίνεται να αποσκοπεί, αναφέρεται.

Ακόμη επισημαίνεται ότι πολλές φορές τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα είναι καθοριστικής σημασίας για την ανίχνευση του δράστη και την επιτυχή δίωξή του. “Δεν αμφισβητείται η χρησιμότητα των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων στη διερεύνηση αδικημάτων και στην πάταξη του εγκλήματος”, αναφέρεται.

Όμως, προστίθεται “παρά τις εγγυήσεις ανωτέρω, οι οποίες στην πλειονότητα τους αφορούν στο στάδιο της πρόσβασης, δεν πρέπει να λησμονείται ότι το ενωσιακό δίκαιο προσεγγίζει τη διατήρηση δεδομένων και την πρόσβαση σε αυτά ως απολύτως ξεχωριστά και αυτοτελή θέματα με τις δικές τους προϋποθέσεις, αποκλείοντας, εν πάση περιπτώσει, μη στοχευμένη διατήρηση|.

«Η νόμιμη διατήρηση αποτελεί προϋπόθεση για τη νόμιμη πρόσβαση”, σημειώνει το Ανώτατο στην απόφαση και εν κατακλείδι κρίνει “ότι τα υπό αμφισβήτηση άρθρα του Νόμου αντιβαίνουν στην Οδηγία 2002/58/ΕΚ και την εφαρμοστέα ενωσιακή νομολογία”.

Η Απόφαση του Ανωτάτου δεν ήταν ομόφωνη (7 υπέρ και 6 κατά). Την απόφαση της πλειοψηφίας έδωσε η Πρόεδρος Περσεφόνη Παναγή, και με αυτή συμφωνούν οι Δικαστές Γιασεμής, Οικονόμου και Μαλαχτός. Με την κατάληξη συμφωνούν οι Δικαστές Παριταρίνος και Λιάτσος, αλλά με διαφορετικό σκεπτικό. Με την κατάληξη συμφωνεί και η Δικαστής Πούγιουρου, αλλά με το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστή Παρπαρίνου. Διισταμένη απόφαση έδωσαν η Δικαστής Ψαρά-Μιλτιάδου και με αυτή συμφωνούν οι Δικαστές Σταματίου, Σωκράτους, Δημητριάδου-Ανδρέου, Ιωαννίδης και Σάντης.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Print Friendly, PDF & Email
Ετικέτες: , , , ,