“[…] ενώ είπε πως στο βίντεο του καναλιού ενδεχομένως να ακουστεί ο ίδιος να λέει διάφορα πράγματα τα οποία λέχθηκαν αφού είχε διαπιστώσει πως επρόκειτο για απάτη και στην προσπάθεια του να αποσπάσει πληροφορίες.”
“Σύμφωνα με τον κ. Συλλούρη είχε ενθαρρύνει το συγκεκριμένο πρόσωπο να πει και άλλα πράγματα, το οποίο όπως είπε, συνδέεται και με πολλά άλλα πράγματα στην Κύπρο.”
Τα πιο πάνω αφορούν αποσπάσματα κυπριακών εφημερίδων (12-13 Οκτωβρίου 2020) ενόψει διαρροής του επίμαχου Al Jazeera βίντεο και που περιγράφουν δηλώσεις του Προέδρου της Βουλής (ΠτΒ). Δεν χρειάζονται πολλά για να καταλάβουμε ότι τα ως άνω παραπέμπουν σε επίκληση κάποιας μορφής ιδιότητας ‘υπό κάλυψη πράκτορα’ ή άλλης ιδιότητας που προσομοιάζει αυτής.
Πολλά μπορούν να ειπωθούν όταν τέτοια ή παρόμοια μορφή ιδιότητας επικαλείται ο δεύτερος τη τάξη της Δημοκρατίας-ΠτΒ. Για την περίπτωση του μπορούν να ειπωθούν αρκετά, διότι υπενθυμίζεται ότι στο δικαίωμα ιδιωτικής Ζωής γενικότερα, τα δημόσια πρόσωπα, χρειάζεται να δείχνουν περισσότερη ανεκτικότητα στην κριτική που τους ασκείται παρά από ένα απλό πολίτη. (Ενδεικτικά βλ.αποφάσεις Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων(ΕΔΑΔ), Nilsen and Johnsen v. Norway, Αρ.αίτ. 23118/93, §52 και Kaboglu and Oran v Turkey, ημερ. 30.10.2018, §74). Η παγκύπρια αντίδραση ήταν επομένως αναμενόμενη.
Πότε όμως κάποιος μπορεί να επικαλεστεί την ιδιότητα υπό κάλυψη πράκτορα; Δεν θα πω πολλά για αυτό. Λίγα θα πω για να δοθεί κάποιο περισσότερο φως στη βαρύτητα δηλώσεων του στυλ – ήξερα τι γινόταν γι΄αυτό ειπώθηκε τι ειπώθηκε – τα οποία θυμίζουν μια ιδιότητα ή μορφή κάλυψης.
Γενικότερα, οι υπό κάλυψη πράκτορες χρησιμοποιούνται ως μυστική μέθοδος ανακριτικών αρχών για καταπολέμηση οργανωμένου εγκλήματος, όπως ναρκωτικά, εμπορία προσώπων, παραχάραξη νομίσματος κ.ο.κ. Αυτά όμως που θα πράξει ένας υπό κάλυψη πράκτορας δεν σημαίνει ότι είναι πάντοτε σωστά. Κυρίως χρειάζονται δύο πράγματα, για να θεωρηθεί μια τέτοια δραστηριότητα ότι εντάσσεται σε ορθό πλαίσιο. Δύο πράγματα συνήθως απαιτούνται ώστε αυτά που θα εκμαιεύσει ένας υπο κάλυψη πράκτορας να μπορούν να χρησιμοποιηθούν δικαίως σε μια δικαστική διαδικασία.
Πρώτο, χρειάζεται εκ των προτέρων επίσημη εξουσιοδότηση από αρμόδια αρχή για διενέργεια της υπό κάλυψη δραστηριότητας. Κατά δεύτερο λόγο, η υπό κάλυψη δραστηριότητα χρειάζεται να τίθεται υπό άμεση και κατάλληλη εποπτεία. Αυτά επιβεβαιώνονται ενδεικτικά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, βλ. απόφαση FURCHT v. GERMANY, ημερ. 23/10/2014 Αρ. Αίτ. 54648/09, §53, ως παρόμοια έχουν ειπωθεί και στην κυπριακή απόφαση Γενικός Εισαγγελέας ν Κανάρη ημερ.4.3.2005.
Οι ως άνω προϋποθέσεις φαίνεται να χρησιμεύουν ως ασφαλιστικές δικλείδες και ως ευνόητα όρια που πλαισιώνουν την υπο κάλυψη δραστηριότητα πρακτόρων – για να μην υπάρχουν παραστρατήματα – αν μπορεί να μου επιτραπεί η φράση. Με αυτό τον τρόπο, όταν κάποιος επικαλείται ότι δρούσε με κάποια μορφή κάλυψης, δηλαδή για να μην τον καταλάβουν, αξίζει ως πρώτη σκέψη να εξακριβωθεί αν αυτό το άτομο τότε και δηλαδή κατά τον ουσιώδη χρόνο, πληρούσε σε κάποια μορφή τις ως άνω προϋποθέσεις ή έστω αν μπορεί ευλόγως να αιτιολογήσει γιατί δεν τις πληρούσε. Σε αντίθετη περίπτωση, πολύ βολικά ο οποιοσδήποτε θα μπορεί να επικαλείται μορφή υπό κάλυψη ιδιότητας προς αιτιολόγηση διαφόρων συμπεριφορών του.
Οι ως άνω γενικές αρχές της υπό κάλυψη δραστηριότητας επί το πλείστο αφορούν μυστικούς πράκτορες των ανακριτικών αρχών, και δεν επεκτείνονται απαραίτητα σε διερευνητικούς δημοσιογράφους ή σε άλλα πρόσωπα που επικαλούνται τέτοιες ιδιότητες. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι οι ως άνω αρχές παραμένουν αδιάφορες στην περίπτωση διαρροής του Al Jazeera βίντεο, αλλά έστω και σε γενική μορφή διατηρούν τη δική τους σημασία.
Θεωρώ πιο χρήσιμο να κλείσω αυτό το άρθρο με μια γλαφυρή παραπομπή στο σύγγραμμα που επιμελείται ο Αναπληρωτής Καθηγητής Ποινικού Δικαίου Δρ. Χάρης Παπαχαραλάμπους, του Πανεπιστημίου Κύπρου, με τίτλο «Αποδεικτικές Απαγορεύσεις στην Ποινική Δίκη».
Στο σύγγραμμα αυτό ο ίδιος ο Καθηγητής, ως συγγραφέας του τελευταίου κεφαλαίου το οποίο αναφέρεται και στους υπο κάλυψη πράκτορες, συμπεραίνει εύστοχα στη τελευταία παράγραφο του όλου βιβλίου ότι:
«[…]Κοινωνική δικαιοσύνη δεν επέρχεται από ανοίκειες χρήσεις αστυνομικών μεθόδων, αλλά από ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής και τη θεσμοποίηση της αλληλεγγύης, που μόνες αυτές μπορούν να εγγυηθούν λιγότερο έγκλημα και λιγότερη ανάγκη για ανακριτική φαντασία»
Τα συμπεράσματα δικά μας.