Σημαντικές προκλήσεις για το κράτος δικαίου στην ΕΕ καταγράφει η πρώτη σχετική έκθεση της Κομισιόν, την οποία συζήτησε και ενέκρινε σήμερα το Κολέγιο των Επιτρόπων και παρουσίασαν η Αντιπρόεδρος Βέρα Γιούροβα και ο Επίτροπος Δικαιοσύνης Ντιντιέ Ρέιντερς.
Η έκθεση καλύπτει τα εθνικά συστήματα δικαιοσύνης, τα πλαίσια κατά της διαφθοράς, τον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης και την ελευθερία του Τύπου και άλλα θεσμικά ζητήματα που σχετίζονται με τους ελέγχους και τις ισορροπίες που είναι απαραίτητες για ένα αποτελεσματικό σύστημα δημοκρατικής διακυβέρνησης.
Στόχος της Κομισιόν με την έκθεση είναι να εισαγάγει ένα προληπτικό εργαλείο και να ξεκινήσει “μια περιεκτική συζήτηση και κουλτούρα του κράτους δικαίου σε ολόκληρη την ΕΕ”, στη συνέχεια δε να βοηθήσει τα κράτη μέλη να εξετάσουν πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις, πώς μπορούν να μάθουν ο ένας από τις εμπειρίες του άλλου και να δείξει πώς μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω το κράτος δικαίου με πλήρη σεβασμό των εθνικών συνταγματικών συστημάτων και παραδόσεων.
Σε ό,τι αφορά τα συστήματα δικαιοσύνης, στην έκθεση σημειώνεται ότι ορισμένα κράτη μέλη πραγματοποιούν μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της δικαστικής ανεξαρτησίας και μειώνουν την επιρροή της εκτελεστικής ή νομοθετικής εξουσίας στο δικαστικό σώμα. Αυτό περιλαμβάνει τα κράτη μέλη στα οποία η δικαστική ανεξαρτησία παραδοσιακά θεωρείται υψηλή ή ακόμη και πολύ υψηλή. Οι εκτιμήσεις ανά χώρα δείχνουν ότι η δικαστική ανεξαρτησία παραμένει ζήτημα ανησυχίας σε ορισμένα κράτη μέλη, ορισμένα από τα οποία οδήγησαν σε παραβάσεις ή σε διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1. Η εξασφάλιση κατάλληλων συστημάτων δικαιοσύνης για την ψηφιακή εποχή αποτελεί επίσης μια πρόκληση σε ολόκληρη την ΕΕ και η τρέχουσα πανδημία έχει δώσει επιπλέον ώθηση στην επιτάχυνση των απαραίτητων ψηφιακών μεταρρυθμίσεων.
Όπως αναφέρεται στην κοινοποίηση που η Κομισιόν έστειλε στο Συμβούλιο “στην Κύπρο, από τον Ιούλιο του 2019, ο διορισμός δικαστών υπόκειται σε νέα λεπτομερή κριτήρια και συζητούνται περαιτέρω αλλαγές”.
Σημειώνεται ακόμη ότι “η Κύπρος προετοιμάζει επίσης νομοθετικές αλλαγές που στοχεύουν στην αναδιάρθρωση της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας με τη δημιουργία ξεχωριστών, αυτόνομων διευθύνσεων εντός της Νομικής Υπηρεσίας.
Σε ό,τι αφορά τα πλαίσια κατά της διαφθοράς, σημειώνεται ότι αρκετά κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει ολοκληρωμένες στρατηγικές κατά της διαφθοράς, ενώ άλλα βρίσκονται στη διαδικασία προετοιμασίας τέτοιων στρατηγικών. Η αποτελεσματική εφαρμογή και παρακολούθηση παραμένουν βασικά για να διασφαλιστεί η πρόοδος. Πολλά κράτη μέλη έχουν επίσης λάβει ή προβλέπουν τη λήψη μέτρων για την ενίσχυση του πλαισίου πρόληψης και ακεραιότητας της διαφθοράς και ορισμένα κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει μέτρα για την ενίσχυση της ικανότητας του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης να καταπολεμά τη διαφθορά. Από την άλλη πλευρά, η αποτελεσματικότητα των ποινικών ερευνών, η δίωξη και η εκδίκαση υποθέσεων διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένης της διαφθοράς υψηλού επιπέδου, εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση σε πολλά κράτη μέλη.
Όπως σημειώνεται στο έγγραφο που εστάλη στο Συμβούλιο, “άλλα κράτη μέλη, όπως η Βουλγαρία, η Κροατία, η Τσεχία, η Εσθονία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Λιθουανία, η Ρουμανία και η Σλοβακία εφαρμόζουν ολοκληρωμένες εθνικές στρατηγικές κατά της διαφθοράς εδώ και αρκετά χρόνια. Ενώ η ανάπτυξη σχεδίων και στρατηγικών για την καταπολέμηση της διαφθοράς είναι σημαντική, η αποτελεσματική εφαρμογή και παρακολούθηση τους είναι το κλειδί για να διασφαλιστεί ότι θα σημειωθεί πρόοδος”.
Τονίζεται ακόμη ότι “η Η Ελλάδα έχει λάβει μέτρα για την εξάλειψη ορισμένων σημαντικών εμποδίων στη δίωξη διαφθοράς υψηλού επιπέδου που σχετίζεται με ασυλίες και ειδικών καταστατικών περιορισμών μέσω συνταγματικής αναθεώρησης το 2019”.
Αναφέρεται ωστόσο ότι “η διαφάνεια, η πρόσβαση σε πληροφορίες του κοινού, η προστασία των καταγγέλλων πληροφοριών και η συνολική κουλτούρα ακεραιότητας στη δημόσια ζωή είναι βασικά στοιχεία που επιτρέπουν την πρόληψη και τον εντοπισμό της διαφθοράς” και “πολλά κράτη μέλη έχουν λάβει ή προβλέπουν μέτρα για την ενίσχυση του πλαισίου πρόληψης και ακεραιότητας, περιλαμβανομένων των Βουλγαρία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Μάλτα, Τσεχία, Πολωνία και Πορτογαλία”.
Σε ό,τι αφορά την ελευθερία και πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης σημειώνεται ότι “οι πολίτες της ΕΕ απολαμβάνουν γενικά υψηλά πρότυπα ελευθερίας και πολυφωνίας στα μέσα ενημέρωσης”. Ωστόσο, η έκθεση εγείρει ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τους κατάλληλους πόρους, καθώς και “κινδύνους πολιτικοποίησης των αρχών των μέσων ενημέρωσης σε ορισμένα κράτη μέλη”.
Ορισμένες αξιολογήσεις ανά χώρα έχουν εντοπίσει περαιτέρω περιπτώσεις όπου έχουν προκύψει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την πολιτική πίεση στα μέσα ενημέρωσης.
Για την Κύπρο καταγράφεται ότι “στην Κύπρο, δεν υπάρχει διαφάνεια ιδιοκτησίας όσον αφορά τον γραπτό και ψηφιακό τύπο, γεγονός που δημιουργεί ανησυχίες σχετικά με τη διασταυρούμενη ιδιοκτησία”.
Τέλος, δημοσιογράφοι και άλλοι παράγοντες των μέσων ενημέρωσης αντιμετωπίζουν απειλές και επιθέσεις σε σχέση με το έργο τους σε ορισμένα κράτη μέλη, αν και ορισμένες χώρες έχουν επίσης αναπτύξει πρακτικές και έχουν δημιουργήσει δομές και μέτρα για την υποστήριξη και προστασία των δημοσιογράφων.
“Η ανεξαρτησία και η αρμοδιότητα των αρχών των μέσων ενημέρωσης καθορίζονται από το νόμο σε όλα τα κράτη μέλη. Ωστόσο, έχουν προβληθεί ορισμένες ανησυχίες σχετικά με τον κίνδυνο πολιτικοποίησης της αρχής, για παράδειγμα στην Ουγγαρία, τη Μάλτα και την Πολωνία”, αναφέρει η έκθεση.
“Υπάρχουν επίσης ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα ορισμένων εθνικών αρχών μέσων ενημέρωσης υπό το φως των διαθέσιμων πόρων, για παράδειγμα στη Βουλγαρία, την Ελλάδα, το Λουξεμβούργο, τη Ρουμανία και τη Σλοβενία”, σημειώνεται.
Τέλος σε ό,τι αφορά τους θεσμικούς ελέγχους και τις ισορροπίες σε ορισμένα κράτη μέλη, έχουν ξεκινήσει συνταγματικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση των θεσμικών ελέγχων και ισορροπιών. Πολλά κράτη μέλη έχουν επίσης θεσπίσει συστηματικές πολιτικές για τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων και τη διασφάλιση ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν προϊόν μιας ευρείας συζήτησης στην κοινωνία.
Στην κοινοποίηση που η Κομισιόν έστειλε στο Συμβούλιο αναφέρεται ότι “στην Κύπρο, για παράδειγμα, νομοσχέδιο προβλέπει τη δημιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου που θα αναλάβει την αναθεώρηση της συνταγματικότητας των νόμων από το Ανώτατο Δικαστήριο”.
“Στην Κύπρο και την Τσεχία, για παράδειγμα, συνεχίζονται οι προσπάθειες για βελτίωση της διαβούλευσης και της διαφάνειας”, σημειώνεται παρακάτω.
“Στην Ελλάδα, βρίσκεται σε εξέλιξη μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση των νομοθετικών διαδικασιών” αναφέρεται.
Ταυτόχρονα, η έκθεση δείχνει ότι η υπερβολική χρήση ταχείας και έκτακτης νομοθεσίας μπορεί να προκαλέσει ανησυχίες για το κράτος δικαίου.
Σε ολόκληρη την ΕΕ, η κοινωνία των πολιτών εξακολουθεί να αποτελεί βασικό παράγοντα για την υπεράσπιση του κράτους δικαίου, και στα περισσότερα κράτη μέλη, υπάρχει ένα ευνοϊκό και υποστηρικτικό περιβάλλον για την κοινωνία των πολιτών. Ωστόσο, υπάρχουν παραδείγματα της κοινωνίας των πολιτών που αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις σε ορισμένα κράτη μέλη ως αποτέλεσμα της νομοθεσίας που περιορίζει την πρόσβαση σε ξένες χρηματοδοτήσεις ή εκστρατείες .
Καταγράφεται μάλιστα ότι “στην Ελλάδα, ορισμένες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μετανάστευσης εξέφρασαν ανησυχίες για το ότι ο πολιτικός χώρος για να λειτουργήσουν επί τόπου έχει μειωθεί”.
Πηγή : ΚΥΠΕ