Ο πανεπιστημιακός και φιλόσοφος, μεταξύ άλλων ιδιοτήτων, Δημήτρης Λιαντίνης στο βιβλίο του «Γκέμμα» που κυκλοφόρησε το 1997, έγραφε «Πάντα όταν φεύγει η γυναίκα, θα φταίει ο άντρας. Να το γράψετε στον αστικό κώδικα».
Η εν λόγω δήλωση του συγγραφέα μπορεί να μην συμπεριλήφθηκε στον Αστικό Κώδικα της Ελλάδος, ωστόσο σαράντα και κάτι χρόνια μετά τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού οικογενειακού δικαίου και την απομάκρυνση του από την πατρική εξουσία που ασκείτο στα παιδιά και τη σύζυγο, με τις τόσες δολοφονίες γυναικών από πρώην συντρόφους ή συζύγους, μοιάζει ακόμη πιο «σημερινή».
Με μία απλή αναζήτηση της λέξεως «γυναικοκτονία», εμφανίζονται εκατοντάδες άρθρα, δημοσιογραφικά ή μη, στοιχεία, έγγραφα, νόμοι, πολιτικές και κώδικες για το συχνό αυτό φαινόμενο και την έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία, που βιώνουν κυρίως γυναίκες και κορίτσια. Τα είδη της έμφυλης βίας είναι η σωματική, ψυχολογική, λεκτική, κοινωνικοοικονομική, η παρενόχληση και σεξουαλική παρενόχληση, η εμπορία ανθρώπων, η ρητορική μίσους, ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων και οι γάμοι παιδιών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, μία στις τρεις γυναίκες παγκοσμίως έχει υποστεί βία. Ιδιαίτερα, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων λόγω της πανδημίας, στην Ευρώπη παρατηρήθηκε αύξηση των γυναικοκτονιών και αυτό γιατί οι γυναίκες βρήκαν και πάλι την «ελευθερία» τους. «Τι φοράς; Πού θα πας; Με ποιον μιλάς;» Ξυλοδαρμοί, παρενοχλήσεις, βιασμοί, δολοφονίες από φίλο, σύντροφο, σύζυγο ή συγγενή. Και όχι κυρίες και κύριοι, δεν την σκότωσε γιατί την αγαπούσε, ούτε ήταν έγκλημα τιμής, την σκότωσε, της επιτέθηκε, την κακοποίησε γιατί είναι γυναίκα. Αυτές οι δικαιολογίες αποτελούν ανδροκρατικές αντιλήψεις και το μόνο που κατορθώνουν είναι να βοηθούν στη διατήρηση της πατριαρχίας, που δυστυχώς ακόμη και στις μέρες μας καλά κρατεί.
Είναι γνωστό ότι αρκετοί εκφράζουν την αντίθεση τους για τη χρήση της λέξεως «γυναικοκτονία» και τις εισηγήσεις για δημιουργία ξεχωριστού αδικήματος, όπως στην περίπτωση της Κύπρου. Η αύξηση της βίας, εν γένει, ως κοινωνικό φαινόμενο είναι γεγονός, δεν σημαίνει όμως ότι αποτελεί επιχείρημα για μη ειδικό χειρισμό της βίας κατά των γυναικών. «Μα υπάρχει το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, γιατί χρειάζεται και κάτι άλλο, η γυναίκα δεν είναι άνθρωπος;». Σαφέστατα και χρειάζεται, δεν μπορούμε να το ερμηνεύουμε τεχνικά ενώ καθημερινά θρηνούμε τόσες γυναίκες, νεαρά κορίτσια, παιδιά, ούτε να αγνοούμε τα τρομακτικά στοιχεία που υπάρχουν ενώπιον μας.
Κοινωνικός επανασχεδιασμός, αυστηρότερες ποινές, πρόνοιες για ξεχωριστό αδίκημα ή επιβαρυντική περίσταση; Ένα από αυτά ή όλα μαζί; Το βέβαιο είναι ένα, πρώτιστο καθήκον όλων μας η προστασία της ζωής, της ελευθερίας, της προσωπικότητας κάθε γυναίκας, με όποια ιδιότητα κι αν τη συναντάμε. Επιτέλους, ως κοινωνία πρέπει να ζητήσουμε συγγνώμη και να αγαπήσουμε τον άνθρωπο, και γιατί όχι ιδιαίτερα τη γυναίκα, την ίδια τη ζωή.