Ο οποιοσδήποτε παρατηρητής και κοινωνός του Δικαίου, παρακολουθεί, πρώτα από όλα, ότι αυτό εξελίσσεται και επιπλέον ότι, οι ανήλικοι παραβάτες βρίσκονται στο επίκεντρο των νομοθετών παγκοσμίως, με μοναδικό κριτήριο, της εκάστοτε ρύθμισης, την αναμόρφωση των ανηλίκων, που έρχονται σε σύγκρουση με το νόμο, δίνοντας ευκαιρίες αναζήτησης και συνέχισης μιας νομοταγούς ζωής.
Τα δικαιώματα των παιδιών έχουν ιδωθεί και θεμελιωθεί μέσα από πληθώρα νομοθετημάτων όπως είναι η Σύμβαση των Δικαιωμάτων του παιδιού των Ηνωμένων Εθνών, όσο και το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο (Πρωτόκολλο Αριθμ.1 άρθρο 2) της ΕΣΔΑ και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, αλλά και η Οδηγία για τις Δικονομικές Εγγυήσεις των Παιδιών ενώπιον ποινικών διαδικασιών, 2016/800, υπενθυμίζοντας μας την ανάγκη ιδιαίτερης μεταχείρισης των ανηλίκων, ενόψει της ανηλικότητας τους και των συναφών με αυτή χαρακτηριστικών του ψυχόκοσμου των παιδιών.
Ο Κύπριος Νομοθέτης, εν τη σοφία του, προέβλεψε, συμφώνως με το άρθρο 14ΠΚ, ότι, ο ανήλικος παραβάτης κάτω των 14 ετών δεν υπέχει ποινικής ευθύνης, αφήνοντας, κατά την άποψη του γράφοντος, νομοθετικό κενό ως προς τη μεταχείριση του αδικοπραγούντος ηλικίας κάτω των 14 ετών. Υπενθυμίζεται δε, εδώ, ότι, παλαιότερα στην Κύπρο είχε κριθεί ότι, ηλικία κατάλληλη για την ποινική ευθύνη ήτο αυτή των 12 ετών, υπό την εξέταση ορισμένων περιστάσεων που αφορούσαν την ωριμότητα του παραβάτη.
Η προβληματική εδώ εντοπίζεται στο γεγονός ότι, δεν υπάρχει οποιαδήποτε ρύθμιση, πρωτίστως, που να αφορά στην μεταχείριση του δράστη κάτω των 14 ετών, αφού δεν πρέπει να λησμονείται ότι, ποινικό άδικο της πράξεως ή της παραλείψεως του υπάρχει, όμως δεν του καταλογίζεται, αλλά παραμένει ατιμώρητος.
Οι ανήλικοι παραβάτες, με την παράνομη δράση τους, μέσω της αποκλίνουσας συμπεριφοράς τους, ουσιαστικά απλώνουν το χέρι τους επιζητώντας χείρα βοηθείας. Το δε, ζήτημα του ατοπήματος τους είναι πολυπαραγωντικό και πολλές φορές δεν αποτελεί μόνο συμπεριφορά της στιγμής και εν βρασμώ ψυχικής ορμής, συνεπεία της ανωριμότητας της ηλικίας τους, αλλά κρύβει άλλες ή/και άλλες αιτίες.
Είναι, λοιπόν, σε αυτό το σημείο που το κράτος δικαίου θα πρέπει να συναντηθεί με το κράτος προνοίας και με την συνύπαρξη τους να βοηθήσουν τους ανηλίκους παραβάτες, προσφέροντας τους την ευκαιρία που ζητούν, ώστε να αναδιαπλάσουν τον χαρακτήρα τους ή/και να αντικριστούν ζητήματα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος ή/και προσωπικά, όπως λόγου χάρη η εξάρτηση τους από ναρκωτικές ουσίες.
Υπό τούτο το σκεπτικό δικαιϊκά συστήματα, όπως είναι της γειτνιάζουσας Ελλάδας, έχουν προβλέψει στον Ποινικό τους Κώδικα, την μεταχείριση των ανηλίκων προσώπων, που δεν βρίσκονται στο έτος καταλογισμού, κατά τη διάπραξη ενός ποινικού αδικήματος. Αρχίζοντας από την επιβολή κοινωφελούς εργασίας και καταλήγοντας στον εγκλεισμό των προσώπων σε Αναμορφωτήριο.
Στην Κύπρο, ένεκα της μη ύπαρξης οιασδήποτε πρόβλεψης αφήνεται ανεξέλεγκτη η παραβατική δράση των ανηλίκων παραβατών ή/και μόνο λαμβάνει τον χαρακτήρα παρατηρήσεων από πλευράς των Αρχών, με αποτέλεσμα να εκκολάπτονται παραβάτες αδικημάτων μεγαλύτερης απαξίας και παράλληλα να δημιουργείται κενό προς την ύπαρξη δομών, που να μπορούν να φιλοξενήσουν ανήλικους παραβάτες, για σκοπούς αναμόρφωσης.
Τραγικό παράδειγμα, που δημιουργεί την πλέον άσχημη εικόνα για το σύστημα της Κύπρου, και κυρίως για τη λειτουργία κράτους προνοίας στην Κύπρο, αποτελεί ο εγκλεισμός του 13χρονου, ο οποίος κατά τον περασμένο Οκτώβριο επέφερε τον θάνατο στην 9χρονη αδερφή του, στο ψυχιατρείο, λόγω μη ύπαρξης δομών, με σκοπό την εύρεση τρόπου αναμόρφωσης και την πρόκριση αποστολής του στο εξωτερικό, αφού στην χώρα μας δεν υπάρχει τέτοια δομή. Ενώ, αξιοσημείωτο, για τα δεδομένα της Κύπρου αποτελεί και το γεγονός ότι, για την οποιαδήποτε αντιμετώπιση του ανηλίκου αυτού παραβάτη ή/και οποιουδήποτε άλλου ανηλίκου, δεν έχει εγκαθιδρυθεί, ακόμα, Δικαστήριο Ανηλίκων.
Διερωτάται κανείς. Στην Κύπρο του σήμερα, που η μόρφωση των πολιτών έχει αυξηθεί, που οι επιστήμονες κατακλύζουν την αγορά εργασίας του νησιού, πώς μπορεί να μην έχουν, ήδη, δημιουργηθεί δομές για να φιλοξενήσουν πρόσωπα όπως αυτό το παιδί;
Όλοι περιμένουμε την ψήφιση του Νομοσχεδίου, που φέρει τον τίτλο «Νόμος που εγκαθιδρύει ένα σύστημα ποινικής δικαιοσύνης φιλικής προς τα παιδιά, που βρίσκονται σε σύγκρουση με το Νόμο και ρυθμίζει θέματα αναφορικά με την πρόληψη και αντιμετώπιση της παραβατικότητας των παιδιών στο πλαίσιο του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης», που τουλάχιστον θα φέρει μαζί του την δημιουργία δικαστηρίων Ανηλίκων, αλλά και την σύσταση του Οικογενειακού Συμβουλίου Ευημερίας Παιδιού, το οποίο θα αξιολογεί κατά πόσο το παιδί χρειάζεται ειδική φροντίδα ή προστασία, την οποία είναι απίθανο να μπορεί να λάβει υπό τις συνθήκες που επικρατούν στο οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον, με απώτερο στόχο την προστασία του παιδιού και την πρόληψη μελλοντικής παραβατικής συμπεριφοράς του παιδιού.
Ενώ, για πρώτη φορά γίνεται διάκριση σε μέτρα και ενέργειες έναντι παιδιών που έρχονται σε σύγκρουση με το Νόμο, με καταλογισμό και έναντι παιδιών, που έρχονται σε σύγκρουση με το Νόμο, χωρίς καταλογισμό. Καταλήγοντας, είναι η θέση του γράφοντος ότι, εάν ανοίξουμε τα μάτια και τα αυτιά μας, τότε θα αντιληφθούμε ότι τα παιδιά αποτελούν το μέλλον του κάθε τόπου, και το μέλλον του κάθε τόπου καθορίζεται από την ύπαρξη ή όχι κράτους προνοίας