Με αφορμή την σημερινή ημέρα που είναι αφιερωμένη στο Ασφαλές Διαδίκτυο, θα αναφερθώ εν τάχει στις σύγχρονες μορφές εγκληματικότητας και μετέπειτα στο διαδικτυακό έγκλημα ή κυβερνοέγκλημα (Cybercrime/internet related crime ).
Ο εκσυγχρονισμός της τεχνολογίας έχει γίνει βοηθητικό σκαλοπάτι στην ανάπτυξη της εγκληματικότητας, δίνοντας την ευκαιρία στους δράστες να εγκληματούν μέσω της τεχνολογίας. Αρχικώς τα εγκλήματα που διαπράττονται με την χρήση Ηλεκτρονικού Υπολογιστή φέρουν τον όρο computer crime ή e-crime ενώ τα εγκλήματα που διαπράττονται με την ειδικότερη μορφή πλέον του ηλεκτρονικού εγκλήματος, το διαδίκτυο χαρακτηρίζονται ως cyber crimes.
Για να αντιληφθούμε τι είναι το ηλεκτρονικό έγκλημα υπάρχουν αρκετές προσεγγίσεις όπου μερικές εξ αυτών είναι οι εξής: α) Το ηλεκτρονικό έγκλημα είναι μια νέα μορφή εγκλήματος, που διαπράττεται μέσω ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή και β) το ηλεκτρονικό έγκλημα είναι παραλλαγή των υπαρχόντων εγκλημάτων τελούμενο μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η προσωπική μου άποψη ως προς την προσέγγιση του ηλεκτρονικού εγκλήματος βρίσκεται στην συνύπαρξη των παραπάνω απόψεων, δηλαδή θεωρώ πως το ηλεκτρονικό έγκλημα έχει γεννήσει νέες μορφές εγκλημάτων αλλά είναι και η παραλλαγή των ήδη υπάρχοντων εγκλημάτων που απλώς τελούνται με διαφορετικό τρόπο.
Η εγκληματικότητα εντός του κυβερνοχώρου αυξάνεται καθημερινώς σε δραματικά επίπεδα. Ως προς την επίλυση του ηλεκτρονικού εγκλήματος στις 23.11.2001 υπεγράφη η Σύμβαση της Βουδαπέστης για το έγκλημα στον Κυβερνοχώρο από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και άλλα κράτη. Η Κύπρος κύρωσε την Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης με την έκδοση του κυρωτικού νόμου περί της Σύμβασης κατά του Εγκλήματος μέσω του Διαδικτύου (Κυρωτικός) Νόμος του 2004, ο οποίος διαδέχθηκε τροποποιήσεις το 2010 και 2013.
Εξειδικεύοντας την έννοια του ‘Κυβερνοεγκλήματος’ σημαντικό στοιχείο αποτελεί ο συνδεδεμένος σε σύστημα πληροφοριών υπολογιστής ή smartphones ως στόχος της επίθεσης είτε βασικό μέσο της επίθεσης είτε ένα βοηθητικό εργαλείο για τη διάπραξη της επίθεσης, μπορούν να συγκαταλεχθούν τρεις κατηγορίες ποινικών αδικημάτων:
- Α) Γνήσια πληροφορικά εγκλήματα, όπως αυτά που τελούνται μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή και μέσω συστημάτων πληροφοριών
- Β) Εγκλήματα με ψηφιακό περιεχόμενο, όπως αυτά που σχετίζονται με τη διακίνηση παράνομου περιεχομένου μέσω συστημάτων πληροφοριών.
- Γ) Εγκλήματα κατά πληροφοριακών συστημάτων που διαπράττονται κατά της εμπιστευτικότητας, ακεραιότητας και διαθεσιμότητας των πληροφοριακών συστημάτων και των ψηφιακών δεδομένων, που συγκαταλέγονται σε υποκατηγορία των κυβερνοεγκλημάτων.
Ο αριθμός χρηστών ηλεκτρονικών υπολογιστών και δη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης πολλαπλασιάζεται. Αρκετές φορές άτομα, τα οποία έχουν «παρενοχληθεί» στο διαδίκτυο ή έχουν πέσει θύματα απάτης, δεν αναφέρουν τα περιστατικά αυτά στην Αστυνομία, είτε γιατί έχουν απειληθεί ή φοβούνται ότι θα εκτεθούν δημόσια. Το γεγονός αυτό βοηθά τους διαδικτυακούς διαφθορείς να συνεχίσουν το παράνομο έργο τους και να παραμένουν ατιμώρητοι. Αρκετά διαδικτυακά αδικήματα τελούνται με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και αφορούν ηλεκτρονικές απάτες, κλοπές προσωπικών δεδομένων, ακόμη και δημοσιεύσεις παιδικής πορνογραφίας.
Υπάρχουν οι υποδομές και τα νομοθετικά πλαίσια για την προστασία των θυμάτων του ηλεκτρονικού εγκλήματος, συνεπώς καλό θα ήταν όσοι τυγχάνουν θύματα του κυβερνοχώρου να προχωρούν σε καταγγελίες στο αρμόδιο τμήμα της Αστυνομίας (Γραφείο καταπολέμησης ηλεκτρονικού εγκλήματος). Η ασφαλής χρήση του διαδικτύου και η εξάλειψη των κινδύνων αυτού πρέπει να γίνει με την βοήθεια όλων μας.