Στο παρόν άρθρο μου, επιδιώκω να αναλύσω το προνομιακό ένταλμα habeas corpus ως έχει εξελιχθεί στην Κύπρο σύμφωνα με την κυπριακή νομολογία, τη σχετική νομοθεσία και το Σύνταγμα της Κύπρου.
Σύμφωνα με το άρθρο 155(4) του Συντάγματος: «Tο Aνωτάτον Δικαστήριον έχει αποκλειστικήν δικαιοδοσίαν να εκδίδη εντάλματα της φύσεως του habeas corpus, mandamus, prohibition, quo warranto και certiorari». Διευκρινιστικά, σύμφωνα με το άρθρο 4(1) του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2018 (5/2018): «Η αίτηση για Habeas Corpus καταχωρείται σύμφωνα με τον επισυνημμένο Τύπο Γ δια κλήσεως και επιδίδεται στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας ή σε οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή Aρχή, συνοδεύεται δε από Ένορκη Δήλωση και Τύπο Διορισμού Δικηγόρου».
Τι είναι όμως ακριβώς το προνομιακό ένταλμα habeas corpus; Ουσιαστικά είναι ένα είδος προνομιακού εντάλματος το οποίο στην Κύπρο εκδίδεται κατά αποκλειστική δικαιοδοσία από το Ανώτατο Δικαστήριο για να διατάξει την άρση της παράνομης κράτησης κάποιου. Στην υπόθεση In The Matter of Andreas Demosthenous (1967) 1 CLR 186, ακολουθώντας την αγγλική νομολογία και το κοινοδίκαιο, το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε ένταλμα habeas corpus διατάσσοντας την άμεση απελευθέρωσή του αιτητή ο οποίος κρατείτο πάνω σε πλοίο στο λιμάνι της Λεμεσού χωρίς τη θέλησή του και χωρίς κάποιο νόμιμο λόγο. Ενδιαφέρον το γεγονός πως ένεκα του κατεπείγοντος του ζητήματος, το ένταλμα εκδόθηκε μονομερώς αφού το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε πως αν γινόταν επίδοση της αίτησης για έκδοση του εντάλματος θα ισοδυναμούσε με «ήττα της δικαιοσύνης». Βέβαια, πλέον δεν δύναται να γίνει μονομερώς η αίτηση για habeas corpus, αφού ο προαναφερθέν Διαδικαστικός Κανονισμός 5/2018 προνοεί ξεκάθαρα στο άρθρο 2(1), όπως ήδη έχει λεχθεί, πως η αίτηση για habeas corpus πρέπει να γίνει δια κλήσεως.
Ιδιαίτερα διαφωτιστική είναι η απόφασή του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 ΑΑΔ 858. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, ο αιτητής είχε καταδικασθεί σε εικοσαετή φυλάκιση για διεξαγωγή πολεμικής φύσεως επιχειρήσεων κατά το πραξικόπημα. Είχε τύχει αναστολής της εκτίσεως της ποινής του και μετέβη στο εξωτερικό για θεραπεία, όπου παρέμεινε και μετά την ανάκλησή του διατάγματος αναστολής, αρνούμενος να επιστρέψει. Επέστρεψε στην Κύπρο μετά την ημερομηνία κατά την οποία η έκτισή της ποινής του θα είχε συμπληρωθεί αν είχε επιστρέψει μετά την ανάκλησή του διατάγματος αναστολής εκτίσεως ποινής. Μεταφέρθηκε κατευθείαν στις φυλακές χωρίς οποιαδήποτε νέα διαδικασία, είτε προσαγωγή ενώπιον δικαστηρίου, είτε έκδοση νέου εντάλματος φυλάκισης. Το ζήτημα ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου ήταν κατά πόσο η κράτησή του ήταν νόμιμη. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ομόφωνα πως δεν δικαιολογείτο η έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus υπό τις περιστάσεις.
Ειδικότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο ξεκαθάρισε στην εν λόγω υπόθεση ότι: «Η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό, για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης. Ανάληψη εκ μέρους μας δικαιοδοσίας για την αναθεώρηση της ποινής του Νίκου Σαμψών για οποιοδήποτε λόγο, θα συνιστούσε εκτροπή και, συγχρόνως, παραβίαση της αρχής που καθιερώνει το Σύνταγμα και ο νόμος, ότι ο μόνος κριτής της ποινής η οποία επιβάλλεται σε καταδικασθέντα είναι το αρμόδιο δικαστήριο – στην προκείμενη περίπτωση το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας που επελήφθη της υπόθεσης και καταδίκασε τον εφεσίβλητο στις 31/8/76 σε εικοσαετή φυλάκιση. Αναθεώρηση επιβληθείσας ποινής, βάσει του νομικού μας συστήματος, μπορεί να διενεργηθεί μόνο μέσα στο πλαίσιο έφεσης. Στερούμεθα συνεπώς δικαιοδοσίας να επιληφθούμε του αιτήματος, στην απουσία της οποίας δε θα προβούμε σε καμιά αξιολόγησή του».
Πρόσφατα, στην υπόθεση Ghafranullah, από το Πακιστάν τώρα στα Αστυνομικά Κρατητήρια Λεμεσού, Επαρχίας Λεμεσού για την Έκδοση Εντάλματος της Φύσης Habeas Corpus v. Αναφορικά με την Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υφυπουργού Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας κ.α, Πολιτική Αίτηση με αριθμό 152/2025, ημερομηνίας 22/8/2025, το Ανώτατο Δικαστήριο αντιμετώπιζε μια υπόθεση ενώπιον του αναφορικά με την απελευθέρωσή του αλλοδαπού αιτητή από την κράτηση μέχρι την απέλασή του. Το Ανώτατο Δικαστήριο, διευκρίνισε μεταξύ άλλων ότι: «Όπως είναι καλά γνωστό, το Προνοµιακό Ένταλµα της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόµου. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Δηµητράκης Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.∆. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνοµιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσµατικό µέσο άµεσης απελευθέρωσης από παράνοµη ή αδικαιολόγητη πράξη, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση για έκδοση του εντάλµατος συνιστά η απόδειξη εκ µέρους του αιτούντος του παράνοµου της κράτησης ή φυλάκισης, (βλ. Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.∆. 55). Με τη διαδικασία του εντάλµατος Habeas Corpus ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώµατος της ελευθερίας δια της άµεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ’ ισχυρισµό τελεί υπό παράνοµη κράτηση. Οποτεδήποτε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγµα εκδίδεται δικαιωµατικά και όχι ως θέµα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος, (βλ. Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R.388, σελίδα 400)».
Σημαντικό είναι σαφώς, όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Αναφορικά με αίτηση του Σάββα Πλαστήρα Ιωάννου (2003) 1 Α.Α.Δ. 390, να μην υπάρχει υπαλλακτική θεραπεία. Συγκεκριμένα το Ανώτατο Δικαστήριο επεξήγησε εν τη σοφία του στην εν λόγω υπόθεση ότι: «Έχει επίσης επανειλημμένα τονισθεί ότι, επειδή το ένταλμα Habeas Corpus εκδίδεται δικαιωματικά (as of right), η ύπαρξη υπαλλακτικής θεραπείας αποστερεί τον αιτητή από το δικαίωμα να ζητήσει την έκδοση του εντάλματος. Τούτο έχει αναφερθεί και στην Ευαγγέλου (Aρ.2) (1998) 1 Α.Α.Δ. 2088, όπου λέχθηκαν και τα ακόλουθα: «Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια τα Δικαστήρια αρνήθηκαν την έκδοση εντάλματος όταν μια διαδικασία έφεσης προσφερόταν ως μια καταλληλότερη θεραπεία, (R. v. Commanding Officer of Morn Hill Campl., Ex Parte Ferguson [1917] 1 K.B. 176), και τούτο γιατί τα Δικαστήρια επιδιώκουν έντονα τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας σε ποινικές υποθέσεις και την έκδοση τελεσίδικων αποφάσεων.»
Δια ταύτα, το ένταλμα habeas corpus δύναται να χρησιμοποιηθεί για την απελευθέρωση ατόμου το οποίο κρατείτε παράνομα, είτε από το κράτος, είτε από άλλο ιδιώτη. Σημαντικά κριτήρια, πέραν των δικονομικών διαδικασιών και τύπων που πρέπει να ακολουθηθούν, είναι ο αιτητής να αποδείξει στο Ανώτατο Δικαστήριο ότι η κράτηση ή φυλάκισή του είναι παράνομη, αλλά και να μην υπάρχει υπαλλακτική θεραπεία.

