Οι διευθυντές του δημοσίου μετέχουν, κατά τρόπον άμεσο ή έμμεσο, στην άσκηση της δημόσιας εξουσίας, έχουν ισχύ, απολαμβάνουν κύρους και αμείβονται γενναιόδωρα. Αυτοί προγραμματίζουν, συντονίζουν και ελέγχουν την εργασία των κρατικών υπηρεσιών και εποπτεύουν, καθοδηγούν και εκπαιδεύουν υφιστάμενους υπαλλήλους. Από αυτούς εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, η εύρυθμη λειτουργία, η ανάπτυξη και η πρόοδος του Κράτους, η υγεία και η ευημερία των ευάλωτων συμπολιτών μας και η υγιής οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας.
Η κορυφαία σημασία για το κοινό συμφέρον της πλήρωσης των θέσεων αυτών με τους αξιότερους και καταλληλότερους των εκάστοτε υποψηφίων και αφού ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία είναι πρόδηλη.
2.Όμως, η δυσπιστία όσον αφορά στις σχετικές αποφάσεις της διοίκησης είναι διάχυτη. Δίκαιες ή μη, οι αποφάσεις για διορισμούς και προαγωγές σε διευθυντικές θέσεις στο δημόσιο προσβάλλονται, στην συντριπτική πλειονότητά τους, με προσφυγή.
O δικαστικός αγώνας, τον οποίον ξεκινά και επωμίζεται ο μη επιλεγείς υποψήφιος, με αίτημα την ακύρωση της απόφασης για τον διορισμό ή την προαγωγή, σε συγκεκριμένη διευθυντική θέση, ανθυποψηφίου του αντί του ιδίου, είναι χρονοβόρος και δαπανηρός. Επιπλέον, ακόμη και εάν είναι επιτυχής, ο αγώνας αυτός δεν διασφαλίζει πάντοτε την επί της ουσίας δικαίωση του προσφεύγοντος στο διοικητικό δικαστήριο.
Η ισχύουσα κατάσταση πραγμάτων και το ισχύον νομοθετικό και νομολογικό πλαίσιο δεν διασφαλίζουν την εντός εύλογου χρόνου και κατά τρόπον αποτελεσματικό δικαστική επίλυση της διοικητικής διαφοράς που έχει ως βάση την πεποίθηση του μη επιλεγέντος υποψηφίου πως ο ίδιος υπερτερεί του επιλεγέντος και πως, στην περίπτωσή του, το αρμόδιο διοικητικό όργανο έσφαλε είτε διότι δεν διερεύνησε με επιμέλεια τα δεδομένα (νομικά και/ή πραγματικά) είτε διότι δεν αιτιολόγησε νόμιμα την επιλογή του είτε διότι δεν συμμορφώθηκε με όλες τις διαδικαστικές προϋποθέσεις είτε διότι δεν σεβάστηκε αρχές και αξίες.
Κατ’ αρχάς, η διοικητική δίκη είναι μακρόσυρτη: οι προσφυγές σέρνονται από αναβολή σε αναβολή, οι δικάσιμοι εκτοξεύονται σε βάθος χρόνου, συχνά δεν δίδονται ρητές και αυστηρές διαδικαστικές οδηγίες, οι δε δικαστικές αποφάσεις εκδίδονται μετά από χρόνια.
Κατά δεύτερον, η διοίκηση, η οποία επανεξετάζει την διαδικασία πλήρωσης διευθυντικής θέσης μετά από την έκδοση ακυρωτικής δικαστικής απόφασης δεν είναι πάντοτε πρόθυμη να συμμορφωθεί ενεργά με τα όσα το διοικητικό δικαστήριο διαπιστώνει. Η προτροπή,την οποία η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου διατυπώνει ήδη από το 1999, για την θέσπιση νόμου που να θεραπεύει το φαινόμενο της άρνησης και/ή της παράλειψης της διοίκησης να συμμορφωθεί ενεργάμε το ακυρωτικό δεδικασμένο (Βύρωνας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 77) δεν έχει, μέχρι σήμερα εισακουστεί.
3. Αυτός ο δικαστικός αγώνας είναι δυσχερής και εξ αιτίας του ισχυρού οπλισμού τον οποίον το ισχύον δίκαιο και η νομολογία προσφέρουν στην προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση.
Βεβαίως, το γεγονός ότι οι αποφάσεις για την πλήρωση διευθυντικών θέσεων στο δημόσιο διαθέτουν ισχυρά νομικά αμυντικά όπλα δεν είναι εκ προοιμίου προβληματικό. Η πεποίθηση πως η διοίκηση έχει εποπτεία των χαρακτηριστικών των θέσεων αυτών και των αναγκών τις οποίες αυτές προορίζονται να καλύψουν και η πεποίθηση πως η διοίκηση είναι σε καλύτερη θέση να εντοπίζει ποιες από τις ιδιότητές και ικανότητες εκάστου υποψηφίου αντιστοιχούν στα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες αυτές είναι εύλογες. Εύλογες είναι και οι απαιτήσεις για ασφάλεια δικαίου και για ταχεία και οριστική διευθέτηση των ζητημάτων που αφορούν στις σχέσεις διοίκησης και διοικουμένων. Αυτά δικαιολογούν την οριοθέτηση του είδους και της έκτασης του δικαστικού ελέγχου της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης, δικαιολογούν την καθιέρωση νομικών τεκμηρίων και δικαιολογούν την απόθεση αυξημένου βάρος απόδειξης στους ώμους του προσφεύγοντος στο διοικητικό δικαστήριο.
4. Οι υπερασπιστές του κύρους απόφασης για την πλήρωση διευθυντικής θέσης στο δημόσιο έχουν στην διάθεσή τους τα ακόλουθα ισχυρά όπλα:
(α) Ο δικαστικός έλεγχος της διοικητικής απόφασης είναι μόνον έλεγχος νομιμότητας: Το διοικητικό δικαστήριο εξετάζει μόνον κατά πόσον η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση και οι αποφάσεις οι οποίες την προετοίμασαν είναι σύμφωνες με τον νόμο, τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και την νομολογία και κατά πόσον αυτές είναι εύλογα επιτρεπτές. Το διοικητικό δικαστήριο δεν υποκαθιστά την διοίκηση(Χουλιώτης ν. Δημοκρατία (2013) 3 ΑΑΔ 524).
(β) Η βαθμολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις ενώπιον της διοίκησης δεν ελέγχεται: Το διοικητικό δικαστήριο δεν ελέγχει την νοητική διεργασία των φορέων της διοίκησης ενώπιον των οποίων γίνονται οι συνεντεύξεις. Υποχρεωτική είναι μόνον η καταγραφή της γενικής εντύπωσης για την απόδοση κάθε υποψήφιου και η αιτιολόγησή της (Βασιλειάδης ν. Κληρίδου – Τσιάππα (2005) 3 ΑΑΔ 403).
(γ) Η επί λέξει καταγραφή των όσων διαμείβονται κατά τις συνεντεύξεις ενώπιον της διοίκησης δεν είναι υποχρεωτική: Υποχρεωτική είναι μόνον η γραπτή απόδοση των όσων η διοίκηση θεωρεί ουσιώδη για την λήψη της απόφασής της (απόφαση επί της προσφυγής αρ.1346/2012 Παντελής Χασάπης ν. Δημοκρατίας, ημερ.12.6.2015).
(δ) Η αξία εκάστου υποψηφίου, η οποία διαμορφώνεται κατόπιν συνυπολογισμού και της (υποκειμενικής και ανέλεγκτης) βαθμολόγησής του στις συνεντεύξεις ενώπιον της διοίκησης, αποτελεί το υπερέχον κριτήριο επιλογής (Αργυρού κ.α ν. Δημοκρατία (1993) 4 ΑΑΔ 1957).
(ε) Τα (αντικειμενικά) κριτήρια επιλογής των προσόντων και της αρχαιότητας ακολουθούν σε σημασία (Αριστοτέλους ν. Δημοκρατία (1993) 4 ΑΑΔ 1957). Μάλιστα, η αρχαιότητα αποτελεί κριτήριο επιλογής περιορισμένης σημασίας (Paschalis v. Republic (1988) 3 CLR 1897).
(ς) Η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης είναι πολύ ευρεία [Georghiou & Others v. Republic (1988) – για την έννοια, το περιεχόμενο και τις συνέπειες της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης δείτε και την μελέτη της Καθηγήτριας Ευγενίας Β. Πρεβεδούρου, Δέσμια αρμοδιότητα και διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης (Διαδικτυακό μάθημα 24-3-2020), αναρτήθηκε στις 23.3.2020].
(ζ) Ο μη επιλεγείς προσοντούχος υποψήφιος φέρει το αυξημένο βάρος να αποδείξει ότι η επαγγελματική του φυσιογνωμία υπερέχει έκδηλα αυτής του επιλεγέντος ανθυποψηφίου του. Η απόδειξη απλής υπεροχής δεν αρκεί (Χατζησολομώντος ν. Δημοκρατίας (1996) 4 ΑΑΔ 472).
(η) Η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση τεκμαίρεται κανονική και νόμιμη: Τεκμαίρεται ότι η διοίκηση αποφάσισε αφού προέβη στην αναγκαία έρευνα και αφού ακολούθησε όλα όσα ο νόμος και οι αρχές δικαίου επιβάλλουν. Το τεκμήριο είναι μαχητό και ανατρέπεται μόνον εάν αποδειχθεί το αντίθετο (Kousoulides and Others v. The Republic (1967) 3 CLR 438).
(θ) Διοικητικές αποφάσεις οι οποίες δεν έχουν προσβληθεί εμπρόθεσμα επί ακυρώσει και/ή δεν έχουν ακυρωθεί από το διοικητικό δικαστήριο τεκμαίρονται νόμιμες και δεν μπορούν να ελεγχθούν παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο προσφυγής με αντικείμενο άλλη διοικητική απόφασης: Το τεκμήριο είναι αμάχητο και καλύπτει και τις προπαρασκευαστικές αποφάσεις, οι οποίες οδήγησαν στην έκδοση της διοικητικής απόφασης που διέφυγε την ευθεία προσβολή (απόφαση επί τη Αναθεωρητικής Έφεσης αρ.49/2011 Δημοκρατία ν. Ελένη Χαραλάμπους Γεωργίου κ.α., ημερ.2.5.2017).
(ι) Τεκμήριο κατοχής ορισμένου προσόντος: Εάν η διοίκηση κρίνει πως υποψήφιος κατέχει ορισμένο προσόν, το οποίο το οικείο σχέδιο υπηρεσίας προβλέπει ως ελάχιστο απαιτούμενο ή ως πλεονέκτημα, και, ακολούθως, ο υποψήφιος διοριστεί ή προαχθεί, η δε κρίση για την κατοχή του προσόντος αυτού είτε δεν έχει αμφισβητηθεί είτε έχει επικυρωθεί, τότε δημιουργείται αμάχητο τεκμήριο κατοχής του προσόντος αυτού (απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί των συνεκδικασθεισών προσφυγών αρ.1393/2011 Δημοκρατία ν. Γρουτίδης κ.α., ημερ.16.7.2019).
5. Η διοίκηση, η οποία έχει ως μόνον λόγο ύπαρξης την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, η οποία δεν υπάρχει για να εξυπηρετεί ιδιωτικά συμφέροντα και ούτε υπάρχει για να χρησιμεύει ως όχημα για την δημιουργία προγεφυρωμάτων στον δημόσιο τομέα, με διορισμούς και προαγωγές «ημετέρων», οφείλει να αντισταθεί στους πειρασμούς που δημιουργεί η γνώση των δυσχερειών του δικαστικού αγώνα του προσφεύγοντος στο διοικητικό δικαστήριο.
Όταν η δυσπιστία για την νομιμότητα και το δίκαιο των αποφάσεων της διοίκησης για το τρέχον ζήτημα της πλήρωσης διευθυντικών θέσεων στο δημόσιο αποδεικνύεται βάσιμη, δεν κινδυνεύουν μόνον η εύρυθμη λειτουργία, η ανάπτυξη και η πρόοδος του Κράτους, η υγεία, η ευημερία και η παιδεία των πολιτών. Πλήγμα υφίσταται και το δημοκρατικό μας πολίτευμα.
Στο βιβλίο του με τίτλο «Ο Αβέβαιος Εκσυγχρονισμός και η Θολή Συνταγματική Αναθεώρηση» (εκδόσεις ΠΟΛΙΣ – 2001), ο Καθηγητής Νίκος Κ. Αλιβιζάτος αναφέρει και τα εξής: «Στον σημερινό κόσμο … η ποιότητα της δημοκρατίας δεν μετριέται μόνον από την στάση της απέναντι στα ‘βασικά’ και ‘στοιχειώδη’. Μετριέται κυρίως από τα ‘τρέχοντα’, από την ικανότητά της δηλαδή να μετατρέπει σε καθημερινή πράξη την προσήλωσή της σε θεμελιώδεις αρχές και αξίες.» (σελ.194).